Την ώρα που ολόκληρη η Ευρώπη αλλά και γενικότερα οι αγορές περιμένουν με αγωνία την αναθεώρηση των επίσημων προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον πληθωρισμό του 2024 και την ανάπτυξη του 2022, που θα καθορίσει τη νομισματική πολιτική του επόμενου έτους, η Ελλάδα αναμένει το μόνιμο «εισιτήριο» για τα ελληνικά ομόλογα που ξεκλειδώνει την αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Την ερχόμενη Πέμπτη, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ καλείται να λάβει ορισμένες εξαιρετικά κρίσιμες αποφάσεις που αφορούν την ταχύτητα σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής, αλλά πάνω απ’ όλα το κατά πόσο οι ελληνικοί τίτλοι θα εξασφαλίσουν εκ νέου waiver. Το liberal.gr απευθύνθηκε σε κοινοτικό παράγοντα με βαθιά γνώση των διαδικασιών και των διεργασιών που λαμβάνουν χώρα στη Φρανκφούρτη και έχει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που σχετίζονται με τις αποφάσεις της Πέμπτης.
Η πρώτη απόφαση αφορά στη συνέχιση ή μη του έκτακτου QE Πανδημίας, του λεγόμενου PEPP, το οποίο είναι προγραμματισμένο να ολοκληρωθεί τον Μάρτιο του 2022. Η μετάλλαξη Όμικρον άλλαξε τα δεδομένα και το PEPP θα παραμείνει «ζωντανό». Αυτό σημαίνει ότι θα το έχει… καλά φυλαγμένο στο συρτάρι της η Κ. Λαγκάρντ και θα είναι έτοιμη να το χρησιμοποιήσει εκ νέου στην περίπτωση που επιδεινωθούν οι συνθήκες και κριθεί απαραίτητη η στήριξη των οικονομιών της Ευρωζώνης.
Η δεύτερη απόφαση σχετίζεται με το καθεστώς που θα ισχύσει αμέσως μετά τη λήξη του PEPP. Το «κανονικό» QE ή APP, που ξεκίνησε το 2015 στον απόηχο της κρίσης χρέους, είναι δεδομένο ότι θα συνεχιστεί. Σήμερα η ΕΚΤ αγοράζει μέσω του APP κρατικά ομόλογα ύψους 20 δισ. ευρώ το μήνα. Θα αυξηθούν οι μηνιαίες αγορές ή θα εφαρμοστεί ένα υβριδικό πρόγραμμα; Το πιθανότερο είναι την Πέμπτη να μας ενημερώσει η Λαγκάρντ ότι οι μηνιαίες αγορές του APP διπλασιάζονται στα 40 δισ. ευρώ και θα διαρκέσουν τουλάχιστον έως το τέλος του 2022. Συνολικά, η ΕΚΤ αναμένεται να αγοράσει
Η τρίτη στη σειρά απόφαση είναι και η πιο σημαντική για τη χώρα μας. Η Λαγκάρντ έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη να χαρακτηρίζεται από ευελιξία το όποιο πρόγραμμα εφαρμοστεί μετά τον Μάρτιο. Αυτή τη φορά, αναμένεται να σταθεί στην αβεβαιότητα που συνεχίζει να κυριαρχεί εξαιτίας της πανδημίας και θέτει σε κίνδυνο την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Και γι’ αυτό θα μεταφερθούν ορισμένες από τις ευελιξίες του PEPP στο APP, όπως η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων διότι θα ήταν άδικο να μείνει εκτός μία μόνο χώρα της Ευρώπης, όταν μάλιστα κάνει μεταρρυθμίσεις και βρίσκεται σε πλήρη συνεννόηση με την Κομισιόν.
Η ΕΚΤ δεν αποκλείεται να αφήσει για τον Ιανουάριο τις ανακοινώσεις για τις ακριβείς ευελιξίες που θα μεταφερθούν από το PEPP στο APP, όμως η ουσία είναι ότι θα συμπεριληφθούν και τα ελληνικά ομόλογα και το θέμα θα κλείσει γρήγορα για να μην επιτραπούν κερδοσκοπικές επιθέσεις στην αγορά ομολόγων.
Το «εισιτήριο» της Ελλάδας στο QE αποτελεί για τους οίκους αξιολόγησης έναν από τους βασικούς λόγους που θα οδηγήσουν σε αναβαθμίσεις στους πρώτους μήνες του 2022, με πιθανότερη πρώτη κίνηση από τον οίκο S&P. Αν επιβεβαιωθεί το σενάριο αυτό, το ελληνικό αξιόχρεο θα θέλει μόνο μία αναβάθμιση μέσα στο υπόλοιπο του 2022 για να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα περίπου 12 χρόνια από τότε που την έχασε (ήταν 14 Ιανουαρίου του 2011 όταν ο οίκος Fitch ήταν ο τελευταίος που μας υποβάθμισε από την επενδυτική βαθμίδα).
Όσο για τα επιτόκια, η ΕΚΤ λέει ότι δεν θα προχωρήσει σε αύξηση μέχρι ο πληθωρισμός να διατηρηθεί πάνω από το 2% «αρκετά μετά το τέλος του ορίζοντα πρόβλεψης». Επομένως, η προσοχή στρέφεται στις προβλέψεις για τον πληθωρισμό του 2024 που αυτή τη στιγμή είναι ο ορίζοντας πρόβλεψης. Η Capital Economics εκτιμά ότι η ΕΚΤ θα τοποθετήσει τον πληθωρισμό στο 1,7% το 2024 και οποιαδήποτε πρόβλεψη υψηλότερα θα πυροδοτήσει έντονες προσδοκίες για ταχύτερη αύξηση των επιτοκίων. Για το 2022 όμως, αναμένεται να προχωρήσει σε μεγάλη αναθεώρηση των προβλέψεων. Στην εκτίμηση του περασμένου Σεπτεμβρίου, έκανε λόγο για πληθωρισμό στο 1,7% το 2022 αλλά οι συνθήκες άλλαξαν και πλέον αναμένεται να αναβαθμίσει την πρόβλεψη μεταξύ 2,2%-2,5%.