Του Γιώργου Φιντικάκη
Στον αέρα βρίσκεται και επίσημα από χθες η αποκρατικοποιήση του ΔΕΣΦΑ μετά και την άκαρπη συνάντηση που είχαν οι Αζέροι της Socar με τον υπουργό Ενέργειας Πάνο Σκουρλέτη, και την επιμονή του τελευταίου να περιορίσει την περιουσιακή βάση της εταιρείας, απομειώνοντας την αξία της.
«Δεν βλέπουμε πως μπορεί να σωθεί η αποκρατικοποίηση του ΔΕΣΦΑ υπό αυτές τις συνθήκες εφόσον η τροπολογία του υπουργού γίνει νόμος», λέει στο liberal.gr ο επικεφαλής της Socar Greece Ανάρ Μαμάντοφ, που σηκώνει τα χέρια ψηλά.
Και το ερώτημα είναι κατά πόσο η πρωτοβουλία του υπουργού Ενέργειας είναι σε γνώση του Πρωθυπουργού, καθώς σύμφωνα με κάποιες κυβερνητικές πηγές κοντά στην αποκρατικοποίηση, το Μαξίμου δεν είχε ενημερωθεί για όλες τις διαστάσεις της υπόθεσης.
Το θέμα είναι σύνθετο, για αυτό ας τα πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Το ζήτημα προέκυψε όταν προ ημερών, ο Π. Σκουρλέτης, με τροπολογία που κατέθεσε στο υπό συζήτηση νομοσχέδιο για τους υδρογονάνθρακες, επέλεξε να αλλάξει την υφιστάμενη νομοθεσία, «ψαλιδίζοντας» κατά περίπου 300-450 εκατ. ευρώ τα «ανακτήσιμα» έσοδα του ΔΕΣΦΑ για τα προηγούμενα χρόνια, συνολικού ύψους 829 εκατ. ευρώ.
Τι έσοδα είναι αυτά; Αφορούν χρήματα που καλύπτουν τη διαφορά ανάμεσα στο κόμιστρο που εισπράττει ο ΔΕΦΣΑ από τους χρήστες του δικτύου και το αρχικό κόστος της επένδυσης, και τα οποία ουδέποτε αποδόθηκαν στην εταιρεία.
Με άλλα λόγια δεν πρόκειται για πραγματικά χρήματα, παρά για ένα είδος «υπόσχεσης» προς την εταιρεία ότι κάποια ημέρα στο μέλλον (σε πάνω από 20 χρόνια) θα αποζημιωθεί για τις επενδύσεις που έχει κάνει. Πρόκειται δηλαδή για «εικονικό» χρήμα, το οποίο όμως πρέπει να ληφθεί υπόψιν για τον υπολογισμό του τιμολογίου χρήσης του δικτύου τα επόμενα χρόνια.
Το επιχείρημα Σκουρλέτη, είναι ότι ανάκτηση των ποσών αυτών, σε συνδυασμό και με τις αυξήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του υφισταμένου κανονισμού τιμολόγησης του ΔΕΣΦΑ θα οδηγούσε σε αυξήσεις 68% στα τέλη δικτύου, γεγονός που μεταφράζεται σε αύξηση για τη βιομηχανία της τάξεως του 4% με 5%.
«Η Socar που έχει επιλεγεί να αγοράσει το 66% θα καταβάλει 400 εκατ. ευρώ και θα πάρει το 66% από την ανακτήσιμη διαφορά των 829 εκατ. ευρώ που έχει λαμβάνειν ο ΔΕΣΦΑ. Δηλαδή, δίνεις 400 εκατ. ευρώ, παίρνεις 547,14 εκατ. ευρώ. Είναι λογικός ένας τέτοιος κανονισμός;», διερωτήθηκε χθες από τη Βουλή ο Π. Σκουρλέτης.
Υπάρχει ωστόσο και η άλλη ανάγνωση, αυτή των Αζέρων, όπως και του ΤΑΙΠΕΔ. Το τέλος χρήσης δικτύου (ΕΣΦΑ) αποτελεί ένα μικρό μόνο μέρος της συνολικής τιμής για τον καταναλωτή, όπως εξηγούν οι άνθρωποι της Socar. Με άλλα λόγια, ο αντίκτυπος της αύξησης ακόμη και κατά 68%, μεταφράζεται σε μια αύξηση 2,5% επί της τελικής τιμής του οικιακού καταναλωτή που είναι σήμερα 50 ευρώ ανά MWh. Δηλαδή μιλάμε για 1,4 ευρώ αύξηση. Σύμφωνα μάλιστα με τον Μαμάντοφ, η Socar έχει ήδη αποδεχθεί από τον Φεβρουάριο οι αυξήσεις των τελών ΕΣΦΑ να είναι της τάξης του 35%, κάτι που ήταν σε γνώση του Π. Σκουρλέτη.
Όπως λένε στελέχη που παρακολουθούν από κοντά την υπόθεση, «για μια αύξηση 1-2 ευρώ πάει να χαλάσει μια ιδιωτικοποίηση 400 εκατ. ευρώ».
Από την πλευρά τους οι Αζέροι επιμένουν ότι ψαλιδίζοντας τα ανακτήσιμα ποσά, περιορίζεται η περιουσιακή βάση της εταιρείας. «Απομειώνεται σημαντικά η αξία της, και άρα αλλάζουν τα δεδομένα και ως προς το τίμημα των 400 εκατ. ευρώ που είχε προσφέρει αρχικά η Socar», όπως λέει ο Μαμάντοφ.
Είτε πρόκειται για διαπραγματευτικό όπλο, είτε όχι, η δήλωση του αζέρου αξιωματούχου, αμφισβητεί για πρώτη φορά επισήμως τη δυνατότητα συνέχισης της ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ.
Πηγές του ΤΑΙΠΕΔ εξηγούν ωστόσο πως αν χαλάσει η αποκρατικοποιήση, δεν θα χαλάσει εξαιτίας των Αζέρων, παρά λόγω των Ιταλών της SNAM.
Η τελευταία έχει συμφωνήσει με τους Αζέρους να πάρει το 17% του ΔΕΣΦΑ και έτσι να ικανοποιηθεί η απαίτηση της Κομισιόν να μην έχει μια εταιρεία εκτός ΕΕ πάνω από το 49% του διαχειριστή.
Πηγές κοντά στην ιδιωτικοποίηση εξηγούν πως αν μειωθεί το τίμημα, οι Ιταλοί θα παραμείνουν στο παιχνίδι. Διαφορετικά όμως θα φύγουν.
Δύσκολα έως απίθανα όμως μπορεί να μειωθεί το τίμημα. Διότι σε μια τέτοια περίπτωση, κάποιος τρίτος, που δεν είχε συμμετάσχει στον αρχικό διαγωνισμό, κάλλιστα θα μπορούσε να προσφύγει στα ευρωπαϊκά δικαστήρια, υποστηρίζοντας πως αν γνώριζε ότι είναι άλλοι οι όροι, θα είχε προσφέρει λιγότερα από 400 εκατ. ευρώ, και άρα θα είχε ανακηρυχθεί πλειοδότης εκείνος, όχι η Socar.