Εκτός... Ευρωζώνης οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Εκτός... Ευρωζώνης οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Το χάσμα μεταξύ των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων στις αγορές της υπόλοιπης Ευρωζώνης, αλλά και γενικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πραγματικά τεράστιο. Οι τζίροι συνεχίζουν να υποχωρούν, η ρευστότητα περιορίζεται και η πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης παραμένει εξαιρετικά δύσκολη, την ώρα που η Κομισιόν στέλνει αυστηρό μήνυμα προς την κυβέρνηση και τις ελληνικές τράπεζες για την αμελητέα συμμετοχή των ελληνικών ΜμΕ στο επενδυτικό σχέδιο Juncker. 

Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της Κομισιόν για τη μέχρι σήμερα αξιοποίηση του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Στρατηγικών Επενδύσεων, μέσω του οποίου αναμένεται να ενεργοποιηθούν επενδύσεις που θα ξεπερνούν τα 315 δισ. ευρώ μέσα στα επόμενα 3 χρόνια, η ελληνική συμμετοχή έχει περιοριστεί σε ένα και μόνο έργο συνολικής επένδυσης 31 εκατ. ευρώ που θα δημιουργήσει 100 νέες θέσεις εργασίας. 

Οι ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν, Jyrki Katainen, δεν έχουν εκδηλώσει το απαιτούμενο ενδιαφέρον για να ενεργοποιηθούν επενδυτικά σχέδια. Από την πλευρά τους, οι διοικήσεις των τραπεζών εμφανίζονται διατεθειμένες να συμβάλλουν τα μέγιστα στην επανεκκίνηση της οικονομίας, αποδίδοντας τις καθυστερήσεις στις παρατεταμένες διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.

Η ανάγκη ανάληψης δράσης από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς είναι επιτακτική για να βγει η χώρα από την κρίση, καθώς η πραγματικότητα που βιώνουν οι ελληνικές ΜμΕ είναι δραματική. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της 14ης έκδοσης της έρευνας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις συνθήκες πρόσβασης των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση, η οποία διενεργήθηκε μεταξύ 10 Μαρτίου και 21 Απριλίου του 2016, οι ελληνικές ΜμΕ λειτουργούν σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον με σημαντικά προβλήματα ρευστότητας. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 11.725 επιχειρήσεις, από τις οποίες οι 10.709 (91%) απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζόμενους.

Η έρευνα της ΕΚΤ αφορά στην περίοδο Οκτωβρίου 2015 – Μαρτίου 2016. Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία δείχνουν βελτίωση των συνθηκών, σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη περίοδο (Απρίλιος 2015 – Σεπτέμβριος 2015), που χαρακτηρίστηκε από ακραία αβεβαιότητα λόγω της διενέργειας του δημοψηφίσματος, της τραπεζικής αργίας και της επιβολής των capital controls, οι ελληνικές ΜμΕ συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες.

Τα κυριότερα σημεία της έρευνας είναι εντυπωσιακά: Οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι οι μοναδικές στην Ευρωζώνη που συνεχίζουν να εμφανίζουν μειωμένους τζίρους την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 2015 και Μαρτίου 2016, ενώ μία στις δύο επιχειρήσεις αναφέρει ότι διαθέτει λιγότερα μετρητά και τραπεζικούς λογαριασμός από το συνηθισμένο.

Επιπλέον, σε ποσοστό 31% είναι περισσότερες οι επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι η πρόσβαση σε χρηματοδότηση αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν. Το συγκεκριμένο καθαρό ποσοστό, μάλιστα, έχει αυξηθεί – αν και οριακά – ακόμα και σε σύγκριση με την περίοδο Απριλίου-Σεπτεμβρίου 2015. Στον αντίποδα, το καθαρό ποσοστό φτάνει μόλις στο 13% στην Ιταλία, στο 12% στην Ισπανία και στο 6% σε Γερμανία και Αυστρία για τις επιχειρήσεις που χαρακτηρίζουν την πρόσβαση σε χρηματοδότηση «κυρίαρχο πρόβλημα».

Ενδεικτικό, επίσης, είναι το στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο, το καθαρό ποσοστό των ελληνικών ΜμΕ που αντιμετωπίζουν εμπόδια στη χρηματοδότηση είναι τριπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αν και έχει υποχωρήσει σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη περίοδο.

Τρία είναι τα συμπεράσματα της έρευνας, σύμφωνα με την ΕΚΤ: α) Οι ΜμΕ κάνουν λόγο για περαιτέρω βελτίωση στη διαθεσιμότητα εξωτερικών πηγών χρηματοδότησης, β) αναφέρουν ότι οι τράπεζες εμφανίζονται πιο πρόθυμες να χορηγήσουν δάνεια με χαμηλότερα επιτόκια και γ) η σημαντικότερη ανησυχία για τις ΜμΕ είναι η εξεύρεση πελατών. Κανένα, όμως, από τα τρία αυτά συμπεράσματα δεν ισχύει για την ελληνική αγορά, γεγονός που υποδεικνύει την χαοτική διαφορά των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας.

Οι πρωτιές συνεχίζονται: Μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, οι ελληνικές ΜμΕ συνεχίσουν να δηλώνουν το υψηλότερο καθαρό ποσοστό – αν και μειωμένο - σε ότι αφορά την ανάγκη για τραπεζικό δανεισμό (29%, έναντι 35% της προηγούμενης περιόδου), για τραπεζικό όριο υπερανάληψης (26% από 46%) και για εμπορικές πιστώσεις (29% από 38%).

Στις περισσότερες αγορές της Ευρωζώνης, το καθαρό ποσοστό των ΜμΕ που αναφέρουν μείωση των τραπεζικών επιτοκίων είναι μεγαλύτερο στο Βέλγιο (-48%), στη Σλοβακία (-41%) και στην Ολλανδία (-26%). Στον αντίποδα, σε Ελλάδα και Ιρλανδία (11%) καθώς και στη Φινλανδία (3%) το ισοζύγιο είναι υπέρ εκείνων που κάνουν λόγο για αύξηση των επιτοκίων δανεισμού κατά την περίοδο Οκτώβριος 2015-Μάρτιος 2016.

Αναφορικά με το κόστος χρηματοδότησης που δεν σχετίζεται με τα επιτόκια, το υψηλότερο ποσοστό των ΜμΕ που κάνουν λόγο για αυξημένα επίπεδα καταγράφεται ξανά στην Ελλάδα (58%) και ακολουθεί η Ιρλανδία (41%) και η Αυστρία (35%). Οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι, επίσης, οι μόνες που δηλώνουν ότι μειώθηκε ο διαθέσιμος όγκος δανείων (-14%). Σχετικά με τις εξελίξεις σε επίπεδο αποθεμάτων και κεφαλαίου κίνησης, το συντριπτικά υψηλότερο ποσοστό των ΜμΕ που δήλωσαν μείωση και είναι πάλι των ελληνικών επιχειρήσεων (-28%) και ακολουθεί η Γαλλία (-6%) και η Ιταλία (-1%).

Η μελέτη παρέχει κατά κύριο λόγο στοιχεία για τις μεταβολές στην οικονομική κατάσταση, τις χρηματοδοτικές ανάγκες και την πρόσβαση σε εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην Ευρωζώνη. Συγκρίνει, παράλληλα, τα στοιχεία αυτά με τα αντίστοιχα των μεγάλων επιχειρήσεων. Επιπλέον, παρέχει μία επισκόπηση των εξελίξεων που επηρεάζουν την πρόσβαση των ΜμΕ σε πηγές χρηματοδότησης.