Είναι ενδιαφέρον πώς αλλάζουν οι καιροί. Πώς οι οικονομικοί κύκλοι και οι γεωπολιτικές αλλαγές φέρνουν ανατροπές και πώς η Γερμανία συγκρούεται πλέον με την πραγματικότητα που η ίδια δημιούργησε.
Καθώς καλείται να πληρώσει τον λογαριασμό της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Ρωσία και να κάνει το δικό της πράσινο άλμα, προσπαθώντας να παρακάμψει τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες, συνελήφθη επ' αυτοφώρω από το Συνταγματικό της Δικαστήριο. Είναι το ίδιο δικαστήριο, για το οποίο αγωνιούσαμε το 2011 στην Ελλάδα αν θα εγκρίνει τη συμμετοχή της Γερμανίας στο πρώτο μνημόνιο.
Το συνταγματικό «βέτο» αφορά την ενεργειακή μετάβαση, το ιερό δισκοπότηρο των Πρασίνων που συμμετέχουν στον τρικομματικό κυβερνητικό συνασπισμό και αφορά αναδιάταξη κρατικών κονδυλίων 60 δισ. ευρώ. Ενώ αρχικά είχαν ενταχθεί σε πολιτικές για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, τελικά, επειδή δεν απορροφήθηκαν, η κυβέρνηση Σολτς επέλεξε να τα ανακατευθύνει στο Ταμείο για την Προστασία του Κλίματος, KTF (Climate and transformation fund). Απόφαση λογική, θα πείτε, αφού τα χρήματα θα έμεναν αναξιοποίητα.
Όχι όμως για το Δικαστήριο το οποίο έκρινε αντισυνταγματική την αναδιάταξη των ποσών και μιλά για παράκαμψη των δημοσιονομικών κανόνων που αντιβαίνει τις αρχές της ορθής διαχείρισης. Πού συμβαίνουν όλ’ αυτά; Όχι σε κάποια απείθαρχη χώρα του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά στη Γερμανία. Εκεί, όπου η δημοσιονομική πειθαρχία αποτελεί ακόμη (;) το απόλυτο «ταμπού».
Καλά θα πει κάνεις. Αν το πρόβλημα αφορά 60 δισ., δεν μπορεί μια οικονομία των 4,5 τρισεκατομμυρίων ευρώ, όπως η γερμανική, να τα δανειστεί από τις αγορές; Όχι, είναι η απάντηση, καθώς η Γερμανία επανέφερε μέσα στο 2023 το λεγόμενο «φρένο χρέους», που είχε μπει στην άκρη το 2020, λόγω πανδημίας. Αυτό σημαίνει αυστηρά όρια στον νέο δανεισμό για την κατάρτιση του προϋπολογισμού.
Δανεισμός δεν προβλέπεται, ούτε όμως και αυξήσεις φόρων, π.χ. σε κάποιες επιχειρήσεις, προκειμένου να βρεθούν τα χρήματα που λείπουν. Τυχόν τέτοια εισήγηση από τους Πράσινους θα τύγχανε του βέτο του υπ. Οικονομικών και επικεφαλής των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ. Ούτε και φαίνεται εφικτό να περικοπούν χρήματα από κοινωνικές δαπάνες, οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς δεν θέλουν καν να το ακούνε.
Επομένως; Το πιθανότερο είναι ότι κάποιο ψαλίδι θα πέσει στον ενεργειακό μετασχηματισμό της Γερμανίας, που ανάβει το ένα μετά το άλλο τα φουγάρα στα εργοστάσια άνθρακα για να καλύψει τις ανάγκες του φετινού χειμώνα, του πρώτου δίχως καθόλου φθηνό ρωσικό αέριο και πυρηνικές μονάδες. Τα τρία τελευταία εργοστάσια έκλεισαν φέτος έπειτα από πιέσεις των Πρασίνων.
Εξάλλου τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν χειρότερα αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις ότι η απόφαση θα αποτελέσει «οδηγό» για να ξηλωθεί κρατική χρηματοδότηση συνολικού ύψους 770 δισ. που προορίζεται για το γερμανικό green deal. Τα ποσά αυτά, άγνωστο γιατί, δεν είχαν συμπεριληφθεί στον ετήσιο προϋπολογισμό του κράτους, αλλά βρίσκονται διάσπαρτα σε… 29 ειδικά ταμεία.
Είναι μια ωραία ατμόσφαιρα αυτή που επικρατεί εσχάτως στη συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών - Φιλελεύθερων και Πρασίνων. Οι επόμενες εκταμιεύσεις από το «αμαρτωλό» Ταμείο για την Προστασία του Κλίματος έχουν ανασταλεί. Κάθε εκροή για το 2024 και το 2025 έχει παγώσει, με μόνη εξαίρεση τις δαπάνες για ενεργειακή βελτίωση και θερμομόνωση των κτιρίων, όπως είπε ο Λίντνερ.
Κι όλα αυτά, ενώ η οικονομία έχει εισέλθει πρακτικά σε ύφεση δικαιολογώντας τον χαρακτηρισμό του «μεγάλου ασθενή της Ευρώπης» που της έχουν προσδώσει οι αναλυτές, γεγονός που επηρεάζει όλη την Ευρώπη. Αντισταθμίζει την ισχυρή ανάπτυξη που εμφανίζουν άλλες οικονομίες και κυρίως του Νότου, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, με αποτέλεσμα οι προβλέψεις να μιλούν για μηδενική ανάπτυξη (0,6%) της Ευρωζώνης το 2023.
Την ίδια στιγμή που συμβαίνουν τα παραπάνω, η Ελλάδα προβλέπεται να αναπτυχθεί φέτος με 2,3%. Ενώ το γερμανικό ΑΕΠ κατάφερε να ξεπεράσει το προ-πανδημίας επίπεδο μόλις προ μερικών μηνών, το ελληνικό τα έχει ήδη καταφέρει από το 2021 και μάλιστα 6 μήνες νωρίτερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ενώ, η Γερμανία αναμένει οικονομική στασιμότητα τουλάχιστον έως τα μισά του 2024, για την Ελλάδα προβλέπεται του χρόνου ανάπτυξη 3%. Εκείνοι έχουν ακόμη σοβαρό θέμα ενεργειακής ασφάλειας, κάτι που για εμάς δεν φαίνεται να ισχύει.
Δεν σημαίνουν φυσικά όλα αυτά ότι η Ελλάδα έγινε ξαφνικά Γερμανία και η Γερμανία Ελλάδα. Μιλάμε για την 4η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου το 2022, που παρά την ύφεση αναμένεται να ανέβει στην 3η θέση το 2023, ξεπερνώντας την Ιαπωνία η οποία αντιμετωπίζει και αυτή προβλήματα. Είναι επίσης η 2η σε εξαγωγές στον κόσμο, οι οποίες αντιστοιχούν στο 1/3 του ΑΕΠ της, όταν η Ελλάδα έχει ακόμη πολύ δρόμο για να φτάσουμε κάποτε να λέμε ότι η οικονομία μας στηρίζεται σε εξαγωγές και επενδύσεις, αντί για την ιδιωτική κατανάλωση και τον τουρισμό. Δεν μπορούμε όμως και να παραγνωρίζουμε ότι οι δύο χώρες βρίσκονται σε εντελώς διαφορετική φάση του οικονομικού κύκλου.
Αυτό που συμβαίνει στη Γερμανία, είναι πώς για πρώτη φορά έρχεται τόσο έντονα αντιμέτωπη με τις συνέπειες της πολιτικής της, της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας που την προηγούμενη δεκαετία απαιτούσε να εφαρμόσουν οι τρίτες χώρες. Και είναι σημαντικό ότι υφίσταται τις επιπτώσεις αυτές σε μια συγκυρία που η Ευρώπη συζητά το υπό αναθεώρηση Σύμφωνο Σταθερότητας. Σε μια περίοδο δηλαδή που χώρες όπως η Ελλάδα, ζητούν οι νέοι κανόνες να διασφαλίζουν τη δημοσιονομική πειθαρχία αλλά και την οικονομική ανάπτυξη, καθώς και να λαμβάνεται μέριμνα για τα κράτη με υψηλές αμυντικές δαπάνες, όπως δεν παύει να λέει ο υπ. Εθνικής Οικονομίας Κωστής Χατζηδάκης.
Τις τελευταίες μέρες το προεδρείο των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) έχει προτείνει, σύμφωνα με την DW, μία «μεταρρύθμιση στο φρένο του χρέους, το οποίο σήμερα μπλοκάρει τις απαραίτητες αλλαγές» που κατά πάσα πιθανότητα θα συμπεριλάβει και στο προεκλογικό του πρόγραμμα για το 2025.
Εκτός και αν πρόκειται απλώς για μια προσπάθεια εκτόνωσης των εσωκομματικών αντιδράσεων στο SPD ενόψει επερχόμενων περικοπών σε δαπάνες για να διασωθεί η πράσινη γερμανική μετάβαση…