Κινητήριοι μοχλοί της οικονομίας για το 2024 που εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 234 δισ. ευρώ φιλοδοξούν στην κυβέρνηση να είναι οι εξαγωγές και οι επενδύσεις, καθώς η κατανάλωση χωλαίνει. Αυξάνονται οι δαπάνες για Υγεία, Παιδεία κατά 1,3 δισ. ευρώ.
Η οικονομία εκτιμάται ότι θα τρέξει με ρυθμό 2,9%, το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 2,1%, και το χρέος θα μειωθεί στο 152% του ΑΕΠ. Οι αβεβαιότητες όμως πολλές.
«Ελέφαντας στο δωμάτιο», η διεθνής οικονομία που παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι σε χώρες της Ευρώπης που αυξάνονται και ο πληθωρισμός, που παρ’ ότι αποκλιμακώνεται, συνεχίζει να παραμένει υψηλός διεθνώς.
Όπλο για να επιτευχθούν οι παραπάνω επιδόσεις, παρά το δύσκολο διεθνές περιβάλλον, η εκτίμηση ότι η οικονομία θα δείξει ανθεκτικότητα και θα συνεχίσει και του χρόνου να υπεραποδίδει, οδηγώντας σε αύξηση των φορολογικών εσόδων, σε συνδυασμό με αυτά που θα προέλθουν από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Στην πράξη, ο προϋπολογισμός του 2024, ο πρώτος μετά από δεκατρία έτη που καταρτίζεται με το αξιόχρεο της χώρας να έχει ανακτήσει την επενδυτική του βαθμίδα, ποντάρει πολλά στην εκτιμώμενη συνέχιση της υπεραπόδοσης της οικονομίας, αφού καλείται να συγκεράσει τις πληθωριστικές πιέσεις με τη δημοσιονομική πειθαρχία. Και έχει φυσικά το βλέμμα στις αγορές, ενόψει και των επόμενων αξιολογήσεων από τους διεθνείς οίκους, και άρα βασικό στόχο τη δημοσιονομική πειθαρχία, γεγονός που εμπόδισε και μια σειρά περαιτέρω φοροελαφρύνσεων, όπως αυτές στο μέτωπο του ΦΠΑ.
Σταχυολογώντας τα βασικά μεγέθη:
- Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να αυξηθεί από 206,6 δισ. ευρώ το 2022 σε 222,8 δισ. ευρώ το 2023 και 233,8 δισ. ευρώ το 2024.
- Ο πληθωρισμός προβλέπεται να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,6% για το 2024.
- Σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις. Το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010.
- Η απασχόληση θα διατηρήσει τη δυναμική της. Εκτιμάται ότι η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών. Στο κείμενο αναφέρεται ότι τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 - 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).
- Υπεραπόδοση. Σύμφωνα με το κείμενο η υπεραπόδοση της οικονομίας θα συνεχιστεί και το 2024 με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων, που θα ενισχυθούν από την ενισχυμένη προσπάθεια καταπολέμησης της φοροδιαφυγής. Το κείμενο θυμίζει ότι φέτος έγινε κατορθωτό να υπάρχει σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 9,1% σε σχέση με το 2022 χωρίς να αυξηθούν οι φόροι, εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Και παραπέμπει στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ όπου το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας παρουσιάζει αύξηση 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2022. Η αύξηση των μισθών, χωρίς να θίγεται η ανταγωνιστικότητα, ενίσχυσε τα έσοδα του προϋπολογισμού, συμβάλλοντας στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
- Παροχές, φοροελαφρύνσεις. Για αυτόν τον σκοπό, στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και 2024, τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπως και επιπρόσθετα μέτρα στήριξης που εξαγγέλθηκαν μετέπειτα. Αθροιστικά τα ποσά αυτά ανέρχονται σε 1,6 δισ. Ξεχωρίζουν, η αύξηση μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η άρση του «παγώματος» των τριετιών στους μισθωτούς, η αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, η αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η εκ νέου αύξηση των συντάξεων, αλλά και επενδυτικοί πόροι ύψους 12,17 δισ. ευρώ μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (8,55 δισ. ευρώ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (3,62 δισ. ευρώ), που αναμένεται να εισρεύσουν στην οικονομία εντός του 2024. Επιπλέον, ενισχύεται ο τομέας της υγείας με αύξηση της επιχορήγησης των νοσοκομείων κατά περίπου 20%, ενώ αύξηση των δαπανών υπάρχει και στον τομέα της παιδείας.
- Φοροδιαφυγή. Στο κεφάλαιο αυτό, υπάρχει ειδική αναφορά στον περιορισμό, μεταξύ άλλων, στη χρήση μετρητών και ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, πλήρη εφαρμογή της ηλεκτρονικής διαβίβασης των λογιστικών αρχείων και αύξηση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των ελέγχων, αυστηροποίηση των κυρώσεων καθώς και μεταρρύθμιση της φορολογίας των ατομικών επιχειρήσεων. Στόχος των ανωτέρω παρεμβάσεων είναι η δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και η περαιτέρω ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής.
- Αύξηση κατά 1,3 δισ. ευρώ των δαπανών για Υγεία, Παιδεία. Στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2024 οι προβλέψεις πιστώσεων για την Υγεία ανέρχονται σε 12,826 δισ. ευρώ, ήτοι αυξημένες κατά 897 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα όσον αφορά στις δαπάνες για Εκπαίδευση, στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2023, οι προβλεπόμενες πιστώσεις ανέρχονταν σε 6,732 δισ. ευρώ, ενώ στην Εισηγητική Έκθεση 2024 ανέρχονται σε 7,153 δισ. ευρώ, είναι δηλαδή αυξημένες κατά 421 εκατ. ευρώ.
- Κλιματική κρίση. Για το 2024, παραμένει η έμφαση στις «πράσινες» επισκοπήσεις, οι οποίες στοχεύουν στην προώθηση παρεμβάσεων που έχουν θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και επικεντρώνονται σε δράσεις εξορθολογισμού της ενεργειακής κατανάλωσης και δαπάνης. Παράλληλα, θα παρακολουθηθεί σειρά τομεακών δράσεων σε συνεργασία με τα Υπουργεία και τους φορείς. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην επισκόπηση στον τομέα της Υγείας.
Από τον Ιανουάριο 2024 αναμένεται να μονιμοποιηθεί ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ που εφαρμόστηκε από την περίοδο της πανδημίας του Covid-19 στις μεταφορές, στα γυμναστήρια και σχολές χορού, στους κινηματογράφους και σε μία σειρά αγαθών σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία, με εκτιμώμενο κόστος 305 εκατ. ευρώ κατ’ έτος.
Οι εν λόγω κατηγορίες αφορούν στις αστικές, προαστιακές, χερσαίες και σιδηροδρομικές μεταφορές, στις θαλάσσιες και αεροπορικές μεταφορές, στα γυμναστήρια και σχολές χορού, στους κινηματογράφους και ζωολογικούς κήπους και σε μία σειρά αγαθών σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία, που περιλαμβάνουν μέσα ατομικής υγιεινής και προστασίας, φίλτρα και γραμμές αιμοκάθαρσης, αιμοδιήθησης, αιμοδιαδιήθησης και πλασμαφαίρεσης καθώς και απινιδωτές.
Επιπροσθέτως, ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ στον καφέ και στα ταξί αναμένεται να επεκταθεί για το πρώτο εξάμηνο του έτους 2024, με εκτιμώμενο κόστος 77 εκατ. ευρώ για έξι μήνες.
Ο μειωμένος συντελεστής δεν αναμένεται να επεκταθεί στα σερβιριζόμενα μη αλκοολούχα ποτά, με εκτιμώμενη εξοικονόμηση 37 εκατ. ευρώ ετησίως. Το συνολικό δημοσιονομικό κόστος των ανωτέρω επεκτάσεων εκτιμάται σε 382 εκατ. ευρώ για το 2024.
Βραχυχρόνιες μισθώσεις
Επιπρόσθετα, με στόχο τη ρύθμιση της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων και την αντιμετώπιση των δευτερογενών αρνητικών συνεπειών στην κτηματαγορά και τα ενοίκια, εισάγεται η υποχρέωση για τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν τρία ή περισσότερα ακίνητα σε βραχυχρόνια μίσθωση να κάνουν έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, ενώ το εισόδημα που αποκτάται από τα νομικά πρόσωπα και τα ανωτέρω φυσικά πρόσωπα από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου, θεωρείται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και υπόκειται σε ΦΠΑ και τέλος παρεπιδημούντων.
Επιπλέον, αυστηροποιούνται ο ορισμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης καθώς και τα πρόστιμα για μη εγγραφή στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει σταδιακά μετά από τις προκλήσεις της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία καθώς και μετά την επακόλουθη αύξηση του κόστους διαβίωσης. Παρά την αναταραχή που σημειώθηκε στις αγορές ενέργειας και τροφίμων εξαιτίας του πολέμου και την αυστηρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών με στόχο την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η παγκόσμια οικονομία επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Ωστόσο, η οικονομική δραστηριότητα διαγράφει πορεία η οποία υπολείπεται εκείνης της προπανδημικής περιόδου, ειδικά στις αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες και εμφανίζει αποκλίσεις μεταξύ των οικονομιών. Πέραν των ανωτέρω, οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης και των γεωπολιτικών εξελίξεων περιλαμβάνονται στους παράγοντες που συγκρατούν την ανάκαμψη και επηρεάζουν τη λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας.
Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Autumn European Economic Forecast, November 2023), η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) έχασε τη δυναμική της σε συνέχεια της εύρωστης ανάπτυξης που σημειώθηκε μετά την πανδημία, κατά τα έτη 2021 και 2022. Το υψηλό κόστος διαβίωσης, η ασθενική στήριξη του παγκόσμιου εμπορίου, η περιοριστική νομισματική πολιτική και η σημαντική μείωση της δημοσιονομικής στήριξης επηρέασαν την πορεία της οικονομίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να καταγράψει ήπια ανάκαμψη, καθώς η κατανάλωση αναμένεται να βελτιωθεί λόγω της αύξησης των πραγματικών μισθών, η επενδυτική δραστηριότητα να παραμείνει υποστηρικτική και η εξωτερική ζήτηση να τονωθεί. Ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ (εξαιρουμένης της ΕΕ) αναμένεται να αυξηθεί από 3,3% το 2022 σε 3,5% το 2023 και να περιοριστεί στο 3,2% το 2024. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το 2023 εκτιμά ρυθμό ανάπτυξης 0,6% τόσο για την ΕΕ όσο και την Ευρωζώνη από 3,4% το 2022. Το 2024 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 1,3% για την ΕΕ και 1,2% για την Ευρωζώνη. Σημαντικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης προβλέπεται να καταγράψει η Ισπανία με 2,4% το 2023 και 1,7% το 2024, ενώ για τη Γερμανία προβλέπονται ύφεση 0,3% το 2023 και ανάπτυξη 0,8% το 2024. Στις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό εμφανίζονται περισσότερο ισορροπημένοι συγκριτικά με τις αντίστοιχες θερινές εκτιμήσεις.
Το 2023 η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα επιτύχει τριπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το σύνολο της Ευρωζώνης (2,4% έναντι 0,6%). Η συμβολή της αύξησης των επενδύσεων παραμένει ισχυρή, ενώ συνολικά οι επιμέρους δείκτες καταδεικνύουν τη διατήρηση των θετικών προοπτικών του 2022, με τον όγκο οικονομικής δραστηριότητας να αντιστέκεται σθεναρά στις εξωτερικές πιέσεις της επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης, που απορρέει από τις αυξανόμενες εστίες γεωπολιτικής αστάθειας, τις πληθωριστικές πιέσεις και την περιοριστική νομισματική πολιτική.
Η ανεργία κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2023 υποχώρησε σημαντικά στο 10% έναντι 12,1% τον Σεπτέμβριο 2022. Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας αυξήθηκαν σημαντικά και στα δυο τρίμηνα του πρώτου εξαμήνου. Ο πληθωρισμός παρουσιάζει σταδιακή αποκλιμάκωση και διαμορφώνεται σε 3,4% τον μήνα Οκτώβριο 2023. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για το 2023 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 4,1% έναντι πρόβλεψης 5,6% για τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και 6,5% για τον μέσο όρο της ΕΕ.
Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις από τις αρχές του 2023 καθώς και εκείνες που εξαγγέλθηκαν μετά τις διπλές βουλευτικές εκλογές του Μαΐου - Ιουνίου 2023, δρουν ενισχυτικά στη συνέχιση της ανθεκτικότητας και της δυναμικής της αναπτυξιακής πορείας της χώρας, στοχεύοντας στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και των μισθών, στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της ενεργειακής κρίσης και των φυσικών καταστροφών, ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Για το 2023 συνολικά εκτιμάται αύξηση της κατά κεφαλήν αμοιβής κατά 5,7%, μία ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα από την εκτίμηση του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024, διαμορφώνοντας έτσι την αύξηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας σε 7,5%. Η αύξηση του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος για το 2023 εκτιμάται σε 6,5% έναντι εκτίμησης 7,8% του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024.
Η ελληνική οικονομία, παρά τις αλλεπάλληλες, εξωγενείς κρίσεις και τις φυσικές καταστροφές που έπληξαν τη χώρα το 2023, εκτιμάται ότι θα διατηρήσει μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής της δυναμικής για το σύνολο του έτους, έναντι του 2022, με τον ρυθμό ανάπτυξης να διαμορφώνεται σε 2,4% έναντι εκτίμησης 2,3% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 και αύξησης μόλις 0,6% στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2023). Η εκτίμηση για τη διαμόρφωση του πληθωρισμού (ΓΔΤΚ) για το έτος 2023 είναι 3,9%.
Στο πεδίο της δημοσιονομικής διαχείρισης και μετά από την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία και την πλήρη αποπληρωμή των οφειλών της χώρας προς το ΔΝΤ το 2022, το 2023 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 1,1%, παρά τις έκτακτες δαπάνες για τις φυσικές καταστροφές και τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις που έχουν δρομολογηθεί. Η επίτευξη του ανωτέρω στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος ενισχύει σημαντικά την αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας, γεγονός που αποτυπώνεται και στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις. Ακόμα πιο σημαντική εκτιμάται η πορεία της αποκλιμάκωσης του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ), σε 160,3% το 2023. Κομβικής σημασίας επίτευγμα για την ελληνική οικονομία αποτελούν η αναβάθμιση του αξιόχρεού της στην επενδυτική βαθμίδα κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης R&I, Scope Ratings (που με πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ αναμένεται να συμπεριληφθεί στους αναγνωρισμένους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης), DBRS Morningstar και S&P Global Ratings καθώς επίσης και η διπλή αναβάθμιση, ένα μόλις επίπεδο πριν την επενδυτική βαθμίδα, από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s. Οι θετικές αυτές αξιολογήσεις αντανακλούν την περαιτέρω ενίσχυση του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας, σε συνέχεια των δώδεκα διαδοχικών αναβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας τα τέσσερα τελευταία χρόνια, παρά την ταυτόχρονη εκδήλωση αλλεπάλληλων εξωγενών κρίσεων.
H ισχυρή ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας που αποτυπώθηκε στις εξελίξεις του 2022 και του 2023 προβλέπεται να επιβεβαιωθεί και το 2024, με τον οικονομικό κύκλο να διατηρείται σε φάση ανόδου με συνεπή και μεγάλη διαφοροποίηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ισχυρή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε θετικές επιδόσεις παρά την οικονομική αβεβαιότητα που αναμένεται να συνεχίσει να επικρατεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Θεμέλιο για τις θετικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έναντι της μέσης ευρωπαϊκής εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το 2024 η προσήλωση στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση, στην οποία θα στηριχθεί η περαιτέρω πορεία αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Η οικονομική απόδοση των εν εξελίξει διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα συμβάλλει στην ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας και στην περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους.
Η τρέχουσα πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 ανέρχεται σε 2,9% σε ετήσια βάση. Βάσει αυτής, το πραγματικό ΑΕΠ του 2024 αναμένεται να ανέλθει στο μεγαλύτερο ύψος της περιόδου μετά το 2010 (υπερβαίνοντας τα 200 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές), ενώ σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να ανέλθει σε 233,8 δισ. ευρώ και να υπερβεί κατά 3,5% το μέσο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας πριν την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να αποκλίνει προς τα πάνω κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρώντας σχεδόν εξολοκλήρου το μέγεθος της αντίστοιχης θετικής απόκλισης που εκτιμάται σήμερα για το 2023 (1,8%, βάσει των προβλέψεων για την ΕΕ στις Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
Σε επίπεδο των συνιστωσών του ΑΕΠ, σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις, οι οποίες το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010.
Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, με έναρξη εφαρμογής το 2024, δημιουργούν επιπλέον συνέργειες με τις ισχύουσες πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων και της οικονομικής δραστηριότητας, στοχεύοντας, όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη μείωση των ανισοτήτων και των στρεβλώσεων. Σημαντική ενίσχυση για το διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται από τις αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την εκ νέου αύξηση των συντάξεων, την άρση του παγώματος των τριετιών, την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 8%, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το ετήσιο βοήθημα προς τους νέους (youth pass), την κατάργηση της συμμετοχής στο κόστος των φαρμάκων για τους πρώην δικαιούχους του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) και από μία σειρά άλλων δημοσιονομικών μέτρων.
Παρά τη διατήρηση των τιμών σε υψηλό επίπεδο έναντι της περιόδου πριν την ενεργειακή κρίση, οι ανοδικές πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να εξομαλυνθούν περαιτέρω κατά τη διάρκεια του 2024, στο 2,6%. Η μικρή προς τα πάνω αναθεώρηση, έναντι της πρόβλεψης στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 (2,4%), απορρέει από τη μεγαλύτερη εκτιμώμενη επίδραση μεταφοράς του 2023, την εκτίμηση των διεθνών τιμών ενέργειας και την πιο αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού τους πρώτους μήνες του 2024, λόγω των επιπτώσεων των πρόσφατων καιρικών φαινομένων στην αγροτική παραγωγή. Αντίθετα, η σχετική σταθεροποίηση των τιμών στην ενέργεια αναμένεται να δράσει προς εξομάλυνση του ετήσιου ρυθμού πληθωρισμού το 2024.
Η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών. Βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων εθνικών λογαριασμών για το 2022, τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 - 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).