Του Θανάση Κουκάκη*
Αυξημένη ανησυχία ότι η κυβέρνηση θα αναλάβει πρωτοβουλίες που θα οδηγήσουν σε αποσύνδεση των μισθών με την παραγωγικότητα, θα φρενάρουν τη μείωση της ανεργίας, θα πλήξουν την αποταμιευτική ικανότητα των επιχειρήσεων και θα καθυστερήσουν τη βελτίωση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας στην ευρωζώνη εκφράζουν ήδη κύκλοι των θεσμών.
Οι επιφυλάξεις των θεσμών σχετίζονται με τις προθέσεις της κυβέρνησης να επιστρέψει στο παλιό σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων και να προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού. Στελέχη των ΔΝΤ, ESM και ΕΚΤ - όχι της Κομισιόν- θεωρούν ότι οι παρεμβάσεις αυτές είναι πρόωρες και ότι πριν υπάρξουν σχετικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να εφαρμοστούν πολιτικές άλλου είδους.
Ο επικεφαλής του ΔΝΤ για την Ελλάδα, Πίτερ Ντόλμαν, δεν κρύβει την ανησυχία του. Οπως έχει προσφάτως δηλώσει, ένα από τα πιο σημαντικά επιτεύγματα στην Ελλάδα τα τελευταία οκτώ χρόνια είναι η πιο ευέλικτη αγορά εργασίας και η πιο ανταγωνιστική μισθολογική δομή μετά τις μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές διαπραγματεύσεις το 2011.
«Οι αρχές πάντα θεωρούσαν αυτές τις αλλαγές προσωρινές και τώρα σχεδιάζουν να τις ανατρέψουν, γεγονός που σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί εκ νέου να επεκτείνει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι οποίες έχουν συμφωνηθεί μεταξύ των εκπροσώπων εργοδοτών και εργαζομένων σε έναν συγκεκριμένο τομέα ή επάγγελμα, σε όλους τους εργαζομένους στον τομέα ή στο επάγγελμα αυτό», αναφέρει το στέλεχος του ΔΝΤ και προειδοποιεί πως εάν τελικά αυτό ισχύσει, θα περιορίσει την ευελιξία των ελληνικών εταιρειών να αναδιαρθρωθούν, πράγμα που εξακολουθεί να είναι απαραίτητο υπό το φως του επικρεμάμενου τραπεζικού, φορολογικού και ασφαλιστικού τους χρέους.
Ο κατώτατος μισθός
Μια πτυχή της ίδιας υπόθεσης είναι το τι μέλλει γενέσθαι με τον κατώτατο μισθό. Σήμερα, για τους υπαλλήλους άνω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός είναι στα 586,08 και για τους εργατοτεχνίτες άνω των 25 ετών το κατώτατο ημερομίσθιο στα 26,18 ευρώ. Για τους υπαλλήλους κάτω των 25 ετών ο κατώτατος μισθός είναι στα 510,95 ευρώ και για τους εργατοτεχνίτες κάτω των 25 ετών στα 22,83 ευρώ.
Η κυβέρνηση έχει θέσει την αύξηση του κατώτατου μισθού στις άμεσες προτεραιότητές της και μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν πως θα αποτελεί μία από τις κεντρικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης στις 8 Σεπτεμβρίου. Το οικονομικό επιτελείο προσανατολίζεται να ακολουθήσει το πορτογαλικό μοντέλο στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Στην Πορτογαλία ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε στα 580 ευρώ φέτος και θα αγγίξει τα 600 ευρώ το 2019. Δηλαδή επήλθε αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 0,88 ευρώ την ημέρα ή κατά 4,5% σε ετήσια βάση. Εάν η ίδια αύξηση εφαρμοστεί και στην Ελλάδα ο κατώτατος μισθός (για κάτω των 25 ετών) θα ανέλθει από τα 510 ευρώ φέτος στα 533 ευρώ το 2019, στα 557 ευρώ το 2020, στα 582 το 2021 και στα 608 ευρώ το 2022.
Αλλά οι θεσμοί και ειδικά το ΔΝΤ και ο ESM δεν θεωρούν πως οι συνθήκες είναι ώριμες για κάτι τέτοιο. Η στάση τους εγείρει για κάποιους ερωτήματα, δεδομένου ότι ο ένας στους τρεις μισθωτούς στην Ελλάδα απασχολείται πλέον με μερική απασχόληση και μισθό-βοήθημα κάτω από το όριο της φτώχειας στη ζώνη των 327 ευρώ (καθαρά), χαμηλότερα ακόμη και από το επίδομα ανεργίας (360 ευρώ). Αλλά η εξήγηση που δίνεται από την πλευρά των δανειστών είναι τεκμηριωμένη.
Οι θεσμοί παραπέμπουν στα στοιχεία των καταθέσεων των επιχειρήσεων. Οπως αναφέρουν σήμερα οι καταθέσεις των επιχειρήσεων στην Ελλάδα (εξαιρουμένων των τραπεζών) είναι στα 21 δισ. ευρώ και έχουν επιστρέψει στα επίπεδα που ήταν τον Οκτώβριο του 2014 (περίπου 9 δισ. ευρώ υψηλότερα από τον Ιούνιο του 2015).
Αυτή η αύξηση των αποταμιεύσεων των επιχειρήσεων είναι κομβική, διότι με μέρος από τα χρήματα αυτά επενδύουν, τρέχουν τις δραστηριότητές τους, πληρώνουν τους φόρους τους και αποπληρώνουν τον δανεισμό τους. Και ειδικά αυτή η τελευταία παράμετρος έχει μεγάλη σημασία, δεδομένου πως τα υπόλοιπα των επιχειρηματικών δανείων ανέρχονται σήμερα στα 108 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 53,9 δισ. ευρώ ή 49,6% χαρακτηρίζονται ως μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Σοβαρό πισωγύρισμα
Οι θεσμοί ανησυχούν ότι εάν υπάρξει αύξηση του κατώτατου μισθού και αλλαγές στις συλλογικές συμβάσεις που θα επηρεάσουν δυσμενώς την αποταμιευτική ικανότητα των επιχειρήσεων, τότε αυτό θα αποτελέσει σοβαρό πισωγύρισμα.
Αλλά τα στελέχη των θεσμών δεν είναι δογματικά. Αναφέρουν ότι μια αύξηση του κατώτατου μισθού θα μπορούσε να γίνει εφόσον δοθεί φορολογική «ανάσα» στις επιχειρήσεις ή οποιασδήποτε άλλης μορφής στήριξη που θα αυξήσει την αποταμιευτική τους ικανότητα.
Και οι θεσμοί είναι υποστηρικτικοί προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς γνωρίζουν πως για όσο διάστημα η Ελλάδα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές και το risk premium της χώρας είναι αυξημένο, το μόνο στήριγμα της οικονομίας είναι η εσωτερική χρηματοδότηση των επιχειρήσεων.
Αυτή σήμερα βασίζεται κυρίως στην ακαθάριστη αποταμίευσή τους, η οποία με τη σειρά της στηρίζεται στη συμπίεση του μισθολογικού κόστους. Οπότε εάν αυτή η αλληλουχία διακοπεί, τότε τα προβλήματα θα αυξηθούν αντί να μειωθούν. Και αυτό θα φανεί άμεσα, καθώς θα σημειωθεί πτώση των καταθέσεων των επιχειρήσεων και υποχώρηση των επενδύσεων.
Να σημειωθεί πως το οικονομικό πρόγραμμα της Ν.Δ. είναι συμβατό με τη λογική των θεσμών, καθώς θέτει ως προτεραιότητα τη μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων από το 29% στο 20%.
*Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο, της Πέμπτης 23 Αυγούστου