Ο αντίκτυπος του πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα αποτελεί το βασικό δίαυλο μετάδοσης του ενεργειακού σοκ στο ΑΕΠ μέσω της τελικής δαπάνης του ιδιωτικού τομέα, ωστόσο η επίδραση στην αναπτυξιακή επίδοση της οικονομίας το 4ο τρίμηνο του 2021 θα είναι περιορισμένη (-0,8% στο ΑΕΠ του 4ου τρίμηνου στο 4,7% από προηγουμένη εκτίμηση 5,5%), εκτιμά σε σημερινή της έκθεση η Εθνική Τράπεζα.
Όπως επισημαίνει, δεν φαίνεται να επαπειλεί την επίτευξη ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ 7,5% για το σύνολο του έτους, αν συνεκτιμηθεί και η υπεραπόδοση της οικονομίας μέχρι και το 9μηνο του 2021.
Προβλέπει ότι για το 1ο εξάμηνο του 2022, η μέση αρνητική επίπτωση του πληθωρισμού στο ΑΕΠ θα είναι μόνο -0,5% με την ετησιοποιημένη επίδραση να εκτιμάται στο -0,3%, οδηγώντας σε οριακή μόνο αναθεώρηση της ετήσιας πρόβλεψης για ανάπτυξη το 2022 στο +4,3% από + 4,6% προηγουμένως.
Η ανοδική τάση του πληθωρισμού στην Ελλάδα μέχρι και τον Οκτώβριο ήταν εμφανής, αλλά ηπιότερη σε σχέση με την ευρωζώνη και τις ΗΠΑ. Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός για την Ελλάδα επιταχύνθηκε τον Οκτώβριο στο 2,8% ετησίως (από 1,9% το Σεπτέμβριο και -0,5%, κατά μ.ο., στο 9μηνο) έναντι 4,1% ετησίως στην ευρωζώνη (3,4% το Σεπτέμβριο και 1,9% ετησίως το 9μηνο).
Ο ελληνικός πληθωρισμός, βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ), εμφάνισε ακόμη πιο έντονη άνοδο, φτάνοντας σε υψηλό 11 ετών στο 3,4% ετησίως τον Οκτώβριο.
Στην εν λόγω εξέλιξη κομβικό ρόλο διαδραμάτισε η αύξηση των τιμών ενέργειας κάθε μορφής, η οποία έχει συνολική στάθμιση στο ΔΤΚ της τάξης του 10,5% (συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρισμού) και εκτιμάται ότι προσέθεσε 2,6 ποσοστιαίες μονάδες στην ετήσια μεταβολή του δείκτη τον Οκτώβριο.
Ο δομικός πληθωρισμός – βάσει του ορισμού που εξαιρεί τα καύσιμα και τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά – παρέμεινε αρνητικός μέχρι τον Ιούλιο και πέρασε σε θετικό έδαφος το δίμηνο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου κλιμακούμενος σε υψηλό 10ετίας στο 1,6% τον Οκτώβριο.
Η πιο προσεκτική τιμολογιακή πολιτική στις υπηρεσίες και η διατήρηση ορισμένων στοχευμένων μειώσεων του ΦΠΑ σε υποκατηγορίες εστίασης, τουρισμού, αναψυχής και μεταφορών, που είχαν εισαχθεί μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, συγκράτησαν τον πληθωρισμό υπηρεσιών σε αρνητικό έδαφος το 9μηνο του 2021 (-0,7% ετησίως).
Η ταυτόχρονη αύξηση των τιμών πετρελαίου, φυσικού αερίου και δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, σε συνδυασμό με την αναπόφευκτη μετακύλιση μέρους των ανατιμήσεων στο κόστος ηλεκτρισμού, αναμένεται να επιταχύνουν σημαντικά τον πληθωρισμό στο υπόλοιπο του έτους, όπως επίσης και τους πρώτους μήνες του 2022.
Το πετρέλαιο και τα παράγωγά του ασκούν την πλέον σημαντική πληθωριστική επίδραση, καθώς έχουν και τη μεγαλύτερη στάθμιση στο ΔΤΚ (5,5% από το 10,5% που αντιστοιχεί συνολικά στα ενεργειακά αγαθά και τον ηλεκτρισμό), ενώ παράλληλα προσαρμόζονται σχεδόν άμεσα στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών.
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, η διεθνής τιμή πετρελαίου αναμένεται να παραμείνει κοντά στα περίπου 72 €/βαρέλι μέχρι και το 1ο τρίμηνο του 2022 και να υποχωρήσει σταδιακά στα 69 €/βαρέλι το 2ο τρίμηνο του 2022 και στα 66 €/βαρέλι στο 2ο εξάμηνο του 2022.
Μεταφράζοντας την ανωτέρω τάση των διεθνών τιμών σε τιμές εγχώριας λιανικής αγοράς και δεδομένων των σταθμίσεων τους στο ΔΤΚ, η πληθωριστική επίδραση από το πετρέλαιο και τα παράγωγά του (βενζίνη, πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης) αναμένεται να κορυφωθεί στις περίπου 1,6 ποσοστιαίες μονάδες το 4ο τρίμηνο του 2021, υποχωρώντας στις 1,1 ποσοστιαίες μονάδες το 1ο τρίμηνο του 2022 και, σημαντικότερα, στις 0,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2ο τρίμηνο του 2022, για να γίνει τελικά αρνητική (-0,2 ποσοστιαίες μονάδες) το 2ο εξάμηνο του 2022, εκτιμά η Εθνική Τράπεζα.
«Όσον αφορά στο φυσικό αέριο, αν και η άμεση στάθμισή του στο καλάθι του καταναλωτή είναι πολύ μικρότερη από το πετρέλαιο και τα παράγωγά του (περίπου 0,2% έναντι 5,5% για τα πετρελαϊκά προϊόντα), η σημαντική συνεισφορά του στην ηλεκτροπαραγωγή αυξάνει τις δυνητικές του επιδράσεις, καθώς η στάθμιση του ηλεκτρισμού στο καλάθι του καταναλωτή ανέρχεται στο 3,9% ενώ θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι σχεδόν 40% της ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα πραγματοποιείται με φυσικό αέριο».
« Ήδη, εν μέσω ανατιμήσεων στο φυσικό αέριο και τα δικαιώματα ρύπων, σημειώνονται σημαντικές αυξήσεις στη χονδρική αγορά ηλεκτρισμού, με τη συνολική μέση τιμή να ξεπερνά τα 220 €/MWh τον Οκτώβριο, περίπου 260% υψηλότερα σε ετήσια βάση και άνω του 230% από το μ.ο. της τελευταίας 7-ετίας, βάσει στοιχείων ΑΔΜΗΕ για τη μεσοσταθμική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα. Η ανωτέρω αύξηση μεταφράστηκε σε ηπιότερη άνοδο της μέσης τιμής λιανικής – όπως αντανακλάται στο ΔΤΚ βάσει των τιμολογίων χαμηλής τάσης – κατά 18,9% τον ίδιο μήνα, λόγω της κρατικής επιδότησης που έχει ενεργοποιηθεί από το Σεπτέμβριο».