Ο φόβος μιας νέας τραπεζικής κρίσης απρόβλεπτων διαστάσεων στην Ευρώπη είναι έκδηλος στον ουρανοξύστη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Γκροσμαρκτχάλε της Φρανκφούρτης, καθώς πλησιάζει η ώρα του «λογαριασμού» για τις ευρωπαϊκές τράπεζες και η πανδημία συνεχίζει να απειλεί με νέα κύματα έξαρσης.
Στις αρχές του 2021 θα ξεκινήσουν τα πανευρωπαϊκά stress tests, τα οποία θα διενεργηθούν με παραδοχές που... τρομάζουν και θα καθορίσουν τουλάχιστον θεωρητικά την αντίδραση της ΕΚΤ ως προς την κάλυψη των πιστωτικών ζημιών που θα αφήσει πίσω της η πρωτοφανής ύφεση. Οι αναλύσεις που φτάνουν στο γραφείο της Κριστίν Λαγκάρντ δείχνουν ότι η κατάσταση ενδέχεται να εξελιχθεί χειρότερα από τα «μίνι stress tests» του περασμένου Ιου- λίου. Στο βασικό σενάριο της ΕΚΤ ο δείκτης CET1 των τραπεζών της ευρωζώνης θα μειωθεί κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες στο 12,6%, ενώ στο δυσμενές σενάριο θα φτάσει στο 8,8% στο τέλος του 2022.
Ο κίνδυνος επιδείνωσης των συνθηκών μειώνει την ικανότητα της ΕΚΤ να προβλέψει τις εξελίξεις. Οι βασικές ανησυχίες είναι δύο:
Η πρώτη αφορά το βάθος της ύφεσης, καθώς δεν υπάρχει ορατότητα για το πόσο θα διαρκέσει η πανδημία και κατ’ επέκταση υπάρχει κίνδυνος οι παραδοχές να αποδειχθούν είτε υπερβολικά συντηρητικές είτε ανεπαρκείς. Στην περίπτωση που η ύφεση αποδειχθεί μικρότερη των παραδοχών βάσει των οποίων θα καταρτιστούν τα σενάρια των stress tests, οι ευρωπαϊκές τράπεζες κινδυνεύουν να υποστούν συνέπειες... χωρίς λόγο. Στον αντίποδα, αν τα stress tests είναι σχετικά «χαλαρά», όπως έχει συμβεί στο παρελθόν, η ΕΚΤ θα κινδυνεύει να βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων μέσα στο 2021.
Η δεύτερη ανησυχία αφορά τον τρόπο που σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να δράσει η ΕΚΤ για να διαχειριστεί ή/και να προλάβει ένα μπαράζ τραπεζικών ΑΜΚ. Η έκθεση της Oxford Economics που δημοσίευσε το liberal.gr την περασμένη εβδομάδα δείχνει το μέγεθος του προβλήματος. Ο οίκος εκτιμά ότι στο δυσμενές σενάριο κατά το οποίο η οικονομία θα υποστεί διπλή ύφεση, οι πιστωτικές ζημιές μπορούν να φτάσουν έως το 1 τρισ. ευρώ. Στο εν λόγω σενάριο, δύο στις τρεις τράπεζες θα κληθούν να αντλήσουν κεφάλαια για να καλύψουν την κεφαλαιακή «τρύπα» που θα προκύψει.
Ο συνολικός όγκος των κόκκινων δανείων που βρίσκονται στα βιβλία των τραπεζών που αναφέρονται στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή διαμορφώθηκε γύρω στα 500 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019 και στο δυσμενές σενάριο της Oxford Economics σχεδόν θα τριπλασιαστεί το 2020 φτάνοντας στο 1,4 τρισ. ευρώ. Ο οίκος θεωρεί εύλογο ένα ποσοστό ανάκτησης της τάξης του 33%, με τις πιστωτικές ζημιές να υποχωρούν στο 1 τρισ. ευρώ. Αν αφαιρεθούν οι προβλέψεις που είχαν γράψει οι τράπεζες το 2019, οι πιστωτικές ζημιές πέφτουν στα 730 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% των υφιστάμενων τραπεζικών κεφαλαίων.
Επίσης στο δυσμενές σενάριο, μία στις δύο τράπεζες θα εμφανίσει ζημιές που θα ξεπερνούν το 50% των κεφαλαίων της, με αποτέλεσμα ο δείκτης κεφαλαίων προς σταθμισμένο ενεργητικό να υποχωρήσει κάτω από το 10,5% που ορίζει η Βασιλεία III.
Δραστικές λύσεις
Για όλους αυτούς τους λόγους και επειδή κανείς αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να αποκλείσει το δυσμενές σενάριο, η Ευρώπη αναζητεί δραστικές λύσεις. Πληροφορίες του «Φ» αναφέρουν ότι η Κριστίν Λαγκάρντ δεν επιθυμεί να επαναληφθούν όσα έγιναν τα προηγούμενα χρόνια σε Ελλάδα και Ιταλία και φέρεται αποφασισμένη να επιταχύνει τις εξελίξεις. Οσο οι τράπεζες καθυστερούν να γράψουν ζημιές τόσο διαιωνίζεται το πρόβλημα και εταιρείες-ζόμπι περιορίζουν τις προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας.
Η ύπαρξη πολλών ταχυτήτων στην ευρωζώνη δυσχεραίνει την κατάσταση, διότι η Γερμανία διαθέτει τη δημοσιονομική ισχύ να διασώσει τις τράπεζές της, αλλά χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα, όχι. Όπως συνέβη και με το Ταμείο Ανάκαμψης, έστω με τις γνωστές καθυστερήσεις που παρατηρούνται στον μηχανισμό λήψης αποφάσεων των Βρυξελλών, οι ευρωπαϊκές αρχές προτίθενται να εξετάσουν όλες τις διαθέσιμες επιλογές για την κεντρική διαχείριση πιθανών τραπεζικών προβλημάτων, πριν αυτά εξελιχθούν σε τραπεζική κρίση.
Μία λύση είναι η δημιουργία πανευρωπαϊκής bad bank, την οποία προκρίνει ο επικεφαλής του SSM, Αντρέα Ενρία, στην περίπτωση που επιδεινωθούν οι συνθήκες. Εως τότε η ΕΚΤ θα προσπαθήσει να εξαντλήσει όλα τα περιθώρια για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα σε εθνικό επίπεδο.
Οπως έχει αποκαλύψει ο «Φ», μέσα στον Οκτώβριο η Τράπεζα της Ελλάδος θα παρουσιάσει το σχέδιό της για τη συνολική αντιμετώπιση των NPLs και τη διαχείριση του αναβαλλόμενου φόρου, με στόχο να ξεκινήσει η υλοποίησή του στις αρχές του 2021 και να ληφθεί υπόψη κατά τη διενέργεια των πανευρωπαϊκών stress tests. Μένει να φανεί αν η Ελλάδα θα αποτελέσει εξαίρεση και θα κινηθεί από μόνη της στην κατεύθυνση της bad bank ή αν το συγκεκριμένο σχέδιο θα υλοποιηθεί μόνο αν υπάρξει απόφαση για ένα πανευρωπαϊκό σχήμα διαχείρισης των κόκκινων δανείων.
Σημειωτέων, στα stress tests του 2020, τα οποία εντέλει αναβλήθηκαν λόγω των έκτακτων συνθηκών, το δυσμενές σενάριο της EBA έκανε λόγο για ύφεση 4,5%, τη στιγμή που οι τρέχουσες εκτιμήσεις τοποθετούν την ύφεση της οικονομίας της ευρωζώνης στο 8%-11% για το σύνολο του 2020.
Η σύγκριση αυτή δείχνει ότι καμία τράπεζα δεν θα μπορούσε να είναι προετοιμασμένη για μια τόσο μεγάλη οικονομική καταστροφή, αν και υπάρχουν πολλοί ευρωπαϊκοί όμιλοι με εξαιρετικά ισχυρή κεφαλαιακή θέση.
Οι πιστωτικές ζημιές στην Ελλάδα
Για την Ελλάδα οι εκτιμήσεις της ύφεσης του 2020 κυμαίνονται από 7,5% έως άνω του 10%, ενώ η Oxford Economics προβλέπει ότι οι πιστωτικές ζημιές για τις τράπεζες θα διαμορφωθούν σε 7,1 δισ. ευρώ στο βασικό σενάριο και θα εκτιναχθούν σε 25,1 δισ. ευρώ ή στο 85,6% των υφιστάμενων κεφαλαίων των τραπεζών, στο δυσμενές σενάριο.
Οι ελληνικές τράπεζες πιστεύουν ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα τα moratoria θα εξελιχθούν χωρίς πολλά προβλήματα και στην πλειονότητά τους τα δάνεια, των οποίων ανεστάλησαν οι δόσεις, θα επανέλθουν σε καθεστώς ομαλής εξυπηρέτησης, με αποτέλεσμα τα νέα κόκκινα δάνεια να περιοριστούν κάτω από τα 10 δισ. ευρώ, επίπεδο που θεωρείται εντελώς διαχειρίσιμο.
Μέχρι στιγμής, σε αναστολή πληρωμών βρίσκονται δάνεια άνω των 23 δισ. ευρώ. Δάνεια που ήταν υγιή έως τον περασμένο Μάρτιο. Παράλληλα, οι τράπεζες έχουν προχωρήσει σε προληπτικές ενέργειες, με τις Εθνική και Τρ. Πειραιώς να υπερδιπλασιάζουν τις προβλέψεις τους στο α’ εξάμηνο και σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2019.
Κλάδοι όπως του τουρισμού και του εμπορίου βρίσκονται ψηλά στη λίστα «επικινδυνότητας». Αισιοδοξία προκαλούν τα μέτρα φορο- ελαφρύνσεων που αναμένεται να ανακοινώσει η κυβέρνηση και τα οποία θα ανακουφίσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, καθώς και η υλοποίηση του προγράμματος κρατικής επιδότησης δόσεων «Γέφυρα», στο οποίο έχουν κατατεθεί πάνω από 60.000 αιτήσεις.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 12-13 Σεπτεμβρίου.