Ευκαιρίες για διεθνείς επενδύσεις στο φάρμακο
ΙΟΒΕ - ΣΦΕΕ

Ευκαιρίες για διεθνείς επενδύσεις στο φάρμακο

Ευκαιρία προσέλκυσης επενδύσεων για παραγωγή φαρμάκων στην Ελλάδα από διεθνείς φαρμακευτικές δημιουργεί η υγειονομική κρίση, υπό την προϋπόθεση της δημιουργίας του κατάλληλου κλίματος στο πλαίσιο του πολύ έντονου ανταγωνισμού στο έδαφος της ΕΕ, σύμφωνα με έκθεση του ΙΟΒΕ. 

Στη χώρα μας, παράγεται και συσκευάζεται το 21% των φαρμάκων που κυκλοφορούν στην αγορά, επιτρέποντας την ανάπτυξη του τομέα και εξαιτίας του πλεονεκτήματος των πιστοποιημένων υποδομών από διεθνείς οργανισμούς παραγωγής, γεγονός που εκφράζεται και από την εξαγωγική δραστηριότητα του κλάδου, καθώς και την αύξηση της παραγωγής κατά 60% από το 2015.

Την ίδια στιγμή, η φαρμακευτική δαπάνη βαίνει αυξανόμενη, με την δημόσια συμμετοχή να παραμένει σταθερή, μεταφέροντας το βάρος της αύξησης τόσο στις φαρμακευτικές με την μορφή των υποχρεωτικών επιστροφών clawback και rebate, όσο και στους ασθενείς είτε με την συμμετοχή τους, είτε με απευθείας πληρωμές, για την αγορά φαρμάκων χωρίς συνταγογράφηση.

Στην πρώτη περίπτωση της φαρμακοβιομηχανίας οι υποχρεωτικές επιστροφές ισοσκελίζουν τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, ενώ οι ιδιωτικές πληρωμές των ασθενών υπολογίζονται σε 636 εκ. ευρώ για συμμετοχή στα φάρμακα, συν επιπλέον 581 εκ. ευρώ για μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, φάρμακα συνταγογραφούμενα που δεν αποζημιώνονται (αρνητική λίστα) καθώς και φάρμακα αποζημιούμενα, για τα οποία όμως δεν υπήρξε συνταγογράφηση.

Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την έκθεση του ΙΟΒΕ για τον κλάδο του φαρμάκου, η οποία παρουσιάστηκε σε διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ).

Στη διάρκεια της συνέντευξης, ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ Ολύμπιος Παπαδημητρίου, επεσήμανε την αδυναμία προβλεψιμότητας και τις δυσκολίες δραστηριοποίησης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων της χώρας εξαιτίας των υπέρογκων υποχρεωτικών επιστροφών, διαβεβαιώνοντας ότι οι επιχειρήσεις θα παραμείνουν μεν στην Ελλάδα, όμως έχει σημασία με ποιούς όρους θα παραμείνουν εδώ.

Από την πλευρά του, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, αναφέρθηκε στην πρωτοφανή θύελλα που προκάλεσε παγκόσμια υγειονομική κρίση και στην έλλειψη ορατότητας πώς θα εξελιχθεί και εστιάζοντας στη χώρα μας, επεσήμανε ότι αυξάνει το χρέος των ιδιωτών, ενώ έχει άμεση επίδραση στην παραγωγή και την ζήτηση. Τονίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της μεταποίησης στη χώρα, ο κ. Βέττας υπογράμμισε ότι ο κλάδος του φαρμάκου είναι ένας από τους βασικούς κλάδους που πρέπει να ενισχυθούν στην κατεύθυνση αυτή, καθώς πρόκειται για τον κλάδο με το χαμηλότερο έλλειμμα ισοζυγίου.

Ο διευθυντής Έρευνας του ΙΟΒΕ Άγγελος Τσακανίκας, παρατήρησε μείωση των δαπανών υγείας κατά 34,2% στη χώρα μας το 2018 έναντι του 2010, και μείωση των δημοσίων δαπανών υγείας την ίδια περίοδο κατά 42,1%.

Η μηνιαία δαπάνη υγείας των νοικοκυριών φθάνει τα 108 ευρώ, εκ των οποίων το 32,8% αφορά φάρμακα και το 33,2% νοσοκομειακές δαπάνες, όταν το 2009 ήταν 134 ευρώ, εκ των οποίων τα φάρμακα απορροφούσαν το 19,2% και οι νοσηλείες το 17,5%.

Η κατά κεφαλήν δαπάνη για φάρμακα έπεσε το 2017 στα 198 ευρώ, κάτω του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όταν το 2009 ήταν 430 ευρώ.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη στη χώρα μας περιορίζονται στο 5% όταν στην Κροατία εκτιμώνται σε 32% και τη Σλοβενία στο 30%.

Σε ότι αφορά τα φάρμακα που κυκλοφορούν στη χώρα, το 54% είναι εισαγόμενα, το 21% παραγόμενα ή συσκευαζόμενα για λογαριασμό διεθνών οίκων και το 25% αφορούν εγχώρια παραγωγή γενοσήμων.

Τα δεδομένα αυτά, όπως τονίσθηκε, επιτρέπουν την ανάπτυξη συνεργασιών ελληνικών παραγωγικών φαρμακευτικών με αλλοδαπούς οίκους για ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, προσελκύοντας επενδύσεις και αυξάνοντας σημαντικά την απασχόληση, καθώς οι φαρμακευτικές απασχολούν προσωπικό υψηλού μορφωτικού επιπέδου.

Η φαρμακοβιομηχανία συμβάλλει στο ΑΕΠ της χώρας σε ποσοστό 3,7% του ΑΕΠ, και με κάθε θέση εργασίας της, υποστηρίζει άλλες 3 θέσεις εργασίας .

Για κάθε ευρώ που επενδύεται στο συγκεκριμένο κλάδο, προκαλείται αύξηση του ΑΕΠ κατά 4,1 ευρώ.

Η δραστηριοποίηση της φαρμακοβιομηχανίας, ευνοεί σειρά άλλων κλάδων με προτεραιότητα το real estate, το φάρμακο, τα ξενοδοχεία, το χονδρεμπόριο κλπ.

Το clawback

Σε ότι αφορά το clawback, ο γενικός διευθυντής του ΣΦΕΕ Μιχάλης Χειμώνας, σημείωσε ότι για φέτος εκτιμάται τουλάχιστον στα 2 δισ. ευρώ με τάσεις ανόδου, για να υπογραμμίσει ότι πρόκειται για μέτρο που υπάρχει ήδη σε άλλες 14-15 χώρες, πλην όμως υπάρχει πλαφόν, κάτι που στη χώρα μας δεν προβλέπεται, δημιουργώντας σειρά προβλημάτων στη λειτουργία των επιχειρήσεων.

Πρόκειται για ένα αντιαναπτυξιακό μέτρο, που δημιουργεί ένα καθόλου ελκυστικό περιβάλλον για επενδύσεις παραγωγικές ή ερευνητικές με την προώθηση κλινικών μελετών.

Η επιδημία του κορονοϊού και οι ελλείψεις φαρμάκων που παρατηρήθηκαν στην Ευρώπη λόγω του κλεισίματος των συνόρων ή των παραγωγικών μονάδων στην Ινδία και Κίνα, αντίστοιχα, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, υπό την προϋπόθεση όμως της δημιουργίας κατάλληλου κλίματος φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς το διεθνές περιβάλλον είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό.