Ανάπτυξη εμφάνισε η οικονομία της Ευρωζώνης τους τελευταίους τρεις μήνες του 2022, καταφέρνοντας να αποφύγει την ύφεση, παρά το υψηλό κόστος ενέργειας, την κάμψη της εμπιστοσύνης και την αύξηση των επιτοκίων που επιβάρυναν την οικονομία του νομισματικού μπλοκ.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στην ευρωζώνη επεκτάθηκε κατά ένα μικρό ποσοστό της τάξης του 0,1% το τέταρτο τρίμηνο, όπως έδειξαν τα στοιχεία της Eurostat την Τρίτη, ξεπερνώντας τις προσδοκίες που υπήρχαν σε δημοσκόπηση του Reuters για πτώση 0,1%. Σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα, η ανάπτυξη ήταν 1,9%, ξεπερνώντας τις προσδοκίες για 1,8%.
Μεταξύ των μεγαλύτερων χωρών της ευρωζώνης, η Γερμανία και η Ιταλία κατέγραψαν αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης για το τρίμηνο, αλλά η Γαλλία και η Ισπανία πέτυχαν ανάπτυξη.
Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία (που μετρά σχεδόν έναν χρόνο) έχει αποδειχθεί δαπανηρός για την ευρωζώνη.
Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου έχει εξαντλήσει τις αποταμιεύσεις και έχει συγκρατήσει τις επενδύσεις, ενώ ανάγκασε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε πρωτοφανείς αυξήσεις επιτοκίων για να ανακόψει τον πληθωρισμό.
Ωστόσο, η οικονομία έχει επιδείξει απροσδόκητη ανθεκτικότητα - όπως κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, όταν η ανάπτυξη ξεπέρασε τις προσδοκίες, καθώς οι επιχειρήσεις προσαρμόστηκαν ταχύτερα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες από ό,τι είχαν προβλέψει οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής.
Πρόσφατα στοιχεία, όπως ένας κρίσιμος δείκτης εμπιστοσύνης ή τα τελευταία στοιχεία του δείκτη PMI, υποδηλώνουν ότι η ανάπτυξη μπορεί να έχει ήδη πιάσει πάτο και ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αργή ανάκαμψη, η οποία βοηθήθηκε από τη γενναιόδωρη κρατική στήριξη και τον ήπιο χειμώνα που περιόρισε τις ενεργειακές δαπάνες.
Η συνολική εικόνα ωστόσο παραμένει αδύναμη, με την ισχνή ανάπτυξη που προβλέπεται για το 2023 λόγω της μεγάλης πτώσης των πραγματικών εισοδημάτων και της εκτίναξης των επιτοκίων.
«Το βασικό συμπέρασμα από τα στοιχεία των κρατών μελών είναι το εύρος της αδυναμίας της ιδιωτικής κατανάλωσης, με την οξεία συμπίεση των πραγματικών εισοδημάτων των νοικοκυριών λόγω της εκτίναξης του πληθωρισμού», σχολιάζουν αναλυτές.
Η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια συνολικά κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες στο 2% από τον Ιούλιο για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και οι αγορές βλέπουν αύξηση κατά ακόμα 1,5% μέχρι τα μέσα του έτους, γεγονός που θα τοποθετούσε το επιτόκιο καταθέσεων στο υψηλότερο επίπεδο από την αλλαγή του αιώνα.
Μια τόσο ταχεία αύξηση βάζει φρένο στον τραπεζικό δανεισμό, βασική πηγή πίστωσης για τις επιχειρήσεις, και η πρόσβαση σε δάνεια έχει ήδη υποστεί τη μεγαλύτερη πτώση το τελευταίο τρίμηνο από την κρίση χρέους του μπλοκ το 2011.