Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Η εφορία όπως φαίνεται είναι εντυπωσιακά ευρηματική στο πως να μειώνει το εισόδημα των φορολογούμενων ακόμα και αυτών που αναγκάστηκαν να θέσουν το όχημα τους σε ακινησία. Εκτός από το «ότι κινείται φορολογείται», υπάρχει και το ότι είναι στάσιμο θα φορολογηθεί. Εάν κάποιος λοιπόν στα τέλη του 2016 παρέδωσε τις πινακίδες τους στην εφορία γιατί δεν μπορούσε όχι μόνο να πληρώσει τα τέλη κυκλοφορίας αλλά και τους αυξημένους φόρους στα καύσιμα, η εφορία έχει βρει τρόπο να πάρει πίσω τουλάχιστον τα τέλη κυκλοφορίας του 2017.
Εφόσον ο ανωτέρω αποφασίσει τον Ιούλιο του 2017 να πωλήσει το αυτοκίνητο θα πρέπει πρώτα να περάσει από το γκισέ της εφορίας να πάρει πίσω τις πινακίδες και να πληρώσει τα τέλη κυκλοφορίας για το 2017. Καθώς όπως υποστηρίζουν οι εφοριακοί «το αυτοκίνητο πρέπει να ταξινομηθεί».
Ο φορολογούμενος βρίσκεται προ εκπλήξεως και καλείται να πληρώσει πριν τη μεταβίβαση του αυτοκινήτου τα τέλη. Μάλιστα, εάν το αυτοκίνητο είναι μεγάλου κυβισμού θα καταβληθεί για το διάστημα του πρώτου εξαμήνου φόρος πολυτελείας και ενδεχομένως και τεκμήριο διαβίωσης με την υποβολής της δήλωσης.
Σε μία περίοδο που οι φορολογούμενοι προσπαθούν να περιορίσουν τα έξοδα τους για καθαρά λόγους επιβίωσης, η εφορία έρχεται να πάρει πίσω αυτά που θεωρεί ότι της ανήκουν.
Με αυτόν τον τρόπο οι φορολογούμενοι γίνονται ακόμα φτωχότεροι και οδηγούνται με μαθηματική ακρίβεια στη μεγάλη χοάνη των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Ουδείς φυσικά από τους κυβερνώντες ασχολείται με τέτοια είδους θέματα. Μόνο εάν προκαλέσουν μεγάλη αναστάτωση όπως έγινε με τα ανασφάλιστα οχήματα. Αν δεν υπήρχε η κατακραυγή, η κυβέρνηση δεν θα έπαιρνε πίσω τα πρόστιμα. Και αυτό που δεν κατανοούν είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς που είχαν ή έχουν (κακώς βέβαια) ανασφάλιστο το αυτοκίνητο τους, το έκαναν διότι δεν μπορούν να πληρώσουν.
Τα τελευταία 2 χρόνια κυρίως η φορο-επιδρομή στα εισοδήματα ήταν τεράστια. Και δυστυχώς συνεχίζεται. Τόσο οι άμεσοι φόροι όσο και οι έμμεσοι διαρκώς αυξάνονται. Είναι ενδεχομένως η πρώτη φορά ιστορικά που κυβέρνηση προχώρησε σε αύξηση της φορολογίας σε βάθος χρόνων και συγκεκριμένα το 2019 και 2020. Και δεν είναι μόνο η φορολογία. Είναι και οι υποχρεώσεις οι καθημερινές. Η αποπληρωμή του δανείου, η πληρωμή των λογαριασμών των ΔΕΚΟ που έχουν τρομακτική αύξηση τα τελευταία χρόνια. Και ενώ τα στοιχεία για την ιδιωτική κατανάλωση δείχνουν ότι αυτή αυξάνεται οι μελέτες δείχνουν ότι το καλάθι της νοικοκυράς αδειάζει από βασικά είδη διατροφής όπως το γάλα και τα γαλακτομικά.
Και όσο και η κυβέρνηση επιχαίρει με τα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής που δείχνουν ότι περιορίζεται η ανεργία, τα στοιχεία του προέδρου της ΕΚΤ, με μία ομολογουμένως διαφορετική μέτρηση- ίσως ορθότερη- ανεβάζουν την ανεργία στο 31,3% από 21,7% τον Απρίλιο , καθώς η Στατιστική Αρχή δεν «βλέπει» ότι η μείωση της ανεργία οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην αύξηση της μερικής απασχόλησης (που υποκρύπτει κανονική απασχόληση) των 400 ευρώ. Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ συμπεριέλαβε στη μέτρηση όχι μόνο τους τυπικούς ανέργους αλλά και τρεις επιπλέον κατηγορίες: Όσους έχουν μερική απασχόληση αλλά θα ήθελαν να έχουν πλήρες ωράριο, όσους θέλουν να εργαστούν αλλά έχουν απογοητευτεί και δεν αναζητούν ενεργά εργασία, και τους «σιωπηλούς» άνεργους που ψάχνουν μεν δουλειά αλλά δεν καταγράφονται διότι δεν είναι σε ετοιμότητα να αναλάβουν καθήκοντα εντός δύο εβδομάδων, όπως συνήθως απαιτείται στατιστικά.