Η γερμανική κυβέρνηση θα βοηθήσει τις γερμανικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο Ιράν όπου μπορεί, αλλά δεν μπορεί να τις θωρακίσει απέναντι στην απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από την πυρηνική συμφωνία για το Ιράν και να επιβάλουν εκ νέου κυρώσεις σε βάρος της Τεχεράνης, δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας της χώρας σε εφημερίδα.
Οι ευρωπαϊκές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στο Ιράν βρίσκονται αντιμέτωπες με αμερικανικές κυρώσεις αφού ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποχώρησε από την πυρηνική συμφωνία του 2015 μεταξύ έξι μεγάλων δυνάμεων και του Ιράν. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δηλώνουν ότι δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να προστατευθούν οι ευρωπαϊκές εταιρίες και τράπεζες από τις εξωεδαφικές κυρώσεις των ΗΠΑ.
Ερωτηθείς για το πώς η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να βοηθήσει τις γερμανικές εταιρίες που νιώθουν νευρικότητα σε ό,τι αφορά την αμερικανική απόφαση, ο Πέτερ Αλτμάιερ δήλωσε στην εφημερίδα Passauer Neue Presse ότι το Βερολίνο θα τις βοηθήσει να αξιολογήσουν την κατάσταση και τις εξελίξεις, παροτρύνοντας παράλληλα τις ΗΠΑ να δώσουν εξαιρέσεις και παράταση των προθεσμιών.
«Θα βοηθήσουμε εκεί όπου μπορούμε, αλλά δεν υπάρχει κανένας τρόπος να αποτρέψουμε τελείως τις επιπτώσεις αυτής της μονομερούς αποχώρησης», δήλωσε.
Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας θα συναντηθεί στην Ουάσινγκτον σήμερα με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, ο οποίος έχει ζητήσει από το Ιράν να προχωρήσει σε σαρωτικές αλλαγές διαφορετικά θα βρεθεί αντιμέτωπο «με τις σκληρότερες κυρώσεις στην ιστορία».
Ο Μίχαελ Γκάλερ, Γερμανός συντηρητικός στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, προειδοποίησε ότι η σκληρή προσέγγιση της Ουάσινγκτον απλά και μόνο θα ενισχύσει τη θέση των σκληροπυρηνικών στην Τεχεράνη, ενώ δεν θα καταφέρει να βελτιώσει την ασφάλεια του Ισραήλ.
«Η αμερικανική βιομηχανία δεν έχει επίσης κανένα συμφέρον να δει τις συμφωνίες με εμάς να επιδεινώνονται έμμεσα μέσω των πολιτικών που στόχο έχουν το Ιράν», δήλωσε ο Γκάλερ στο δίκτυο Deutschlandfunk.
Αναφερόμενος στην αμερικανική απόφαση να επιβάλει δασμούς ύψους 25% στις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου – από τους οποίους οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν εξαιρεθεί έως την 1η Ιουνίου – ο Αλτμάιερ δήλωσε ότι η Ευρώπη τάσσεται υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και θέλει μείωση, και όχι αύξηση, των δασμών. «Όταν αυξάνονται οι δασμοί, είναι οι πολίτες που πληρώνουν το λογαριασμό και εάν τα αγαθά ακριβύνουν, τίθενται σε κίνδυνο οι θέσεις εργασίας».
Ο ίδιος δήλωσε ότι δεν θα υπάρχει νικητής σε έναν δασμολογικό ή εμπορικό πόλεμο, προσθέτοντας: «Εάν πολεμήσεις τη φωτιά με φωτιά, μένεις μόνο με καμένη γη. Και θα είναι οι καταναλωτές που θα υποφέρουν. Θα είναι καταστροφικό και γι' αυτό το λόγο παλεύω για το ελεύθερο εμπόριο και τις θέσεις εργασίας μας με όλη μου τη δύναμη».
Ο Αλτμάιερ δήλωσε ότι η ψύχρανση των σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας τα τελευταία χρόνια και η μείωση των εμπορικών συναλλαγών έχει πλήξει εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη.
«Θα μιλήσουμε με τη νέα ρωσική κυβέρνηση για το πώς, παρά τις κυρώσεις και τους τιμωρητικούς δασμούς, μπορεί να αναπτυχθεί μια οικονομική ανταλλαγή που να οδηγεί σε νέο οικονομικό δυναμισμό», δήλωσε ο Αλτμάιερ.
«Φυσικά, αυτό δεν καταργεί τις πολιτικές διαφορές. Θα ήταν λάθος να αρθούν οι ευρωπαϊκές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας αυτή τη στιγμή διότι οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτούς δεν έχουν ακόμα αλλάξει», πρόσθεσε ο ίδιος.
Ερωτηθείς για το σχόλιο του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν αυτό τον μήνα ότι η Γερμανία χρειάζεται να τερματίσει το «φετίχ του δημοσιονομικού συντηρητισμού» προκειμένου να γίνει ηγετική δύναμη για τη ανανέωση της Ευρώπης, ο Αλτμάιερ δήλωσε ότι η Γερμανία είναι έτοιμη να επενδύσει στην Ευρώπη, να φέρει μεταρρυθμίσεις και να ενδυναμώσει την Ευρώπη.
Φωτογραφία: AP