Στη… ζώνη του λυκόφωτος παραμένει για έκτο συνεχόμενο τρίμηνο η γερμανική οικονομία, δικαιολογώντας τον χαρακτηρισμό του «ασθενή της Ευρώπης» που της έχουν προσδώσει οι αναλυτές. Αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις των ειδικών για το σύνολο του 2023, το ΑΕΠ της Γερμανίας θα συρρικνωθεί μεταξύ 0,2% - 0,5%, σε μία από τις χειρότερες επιδόσεις στην Ευρώπη. Το οικονομικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται η Γερμανία έχει μεγάλη σημασία για ολόκληρη την Ένωση γιατί αντισταθμίζει την ανάπτυξη που εμφανίζουν άλλες οικονομίες και κυρίως του Νότου, όπως η Ισπανία και η Ελλάδα. Σε μία εποχή, μάλιστα, που η Αμερική αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτική, μεγαλώνοντας το οικονομικό χάσμα που χωρίζει τις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Από τον Απρίλιο του 2022 έως σήμερα, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης παραπαίει, ενώ στους πρώτους εννέα μήνες του 2023, η οικονομική δραστηριότητα παρέμεινε κολλημένη στο απόλυτο μηδέν. Όπως έγινε χθες γνωστό, το γερμανικό ΑΕΠ επέστρεψε σε υφεσιακό έδαφος στο τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου, εμφανίζοντας οριακή συρρίκνωση κατά 0,1%. Είχε προηγηθεί ανάπτυξη - και πάλι οριακή - κατά 0,1% στο β’ τρίμηνο και απόλυτη στασιμότητα (0%) στο α’ τρίμηνο, μετά την αναθεώρηση των αρχικών μετρήσεων.
Η αλήθεια είναι ότι η Γερμανία έχει γλιτώσει τα χειρότερα, αφού οι αναλυτές προέβλεπαν λίγο μεγαλύτερη συρρίκνωση του ΑΕΠ τους τελευταίους μήνες έως και στο -0,4%. Έχει γλιτώσει, επίσης, την τεχνική ύφεση, αφού δεν έχει συμπληρώσει δύο συνεχόμενα τρίμηνα συρρίκνωσης του ΑΕΠ. Παρ’ όλα αυτά, η ευρύτερη εικόνα δεν αλλάζει καθώς η ατμομηχανή της Ευρώπης σημειώνει μία από τις χειρότερες επιδόσεις για δεύτερη συνεχή χρονιά.
Με βάση τα αναθεωρημένα στοιχεία που οδηγούν ελαφρώς υψηλότερα το ΑΕΠ, η Γερμανία έχει μετά βίας καταφέρει να ξεπεράσει το προ-πανδημίας επίπεδο κατά μόλις 0,3 ποσοστιαίες μονάδες. Η Ελλάδα, συγκριτικά, έχει ξεπεράσει το προ-πανδημίας επίπεδο του ΑΕΠ από πρόπερσι και μάλιστα 6 μήνες νωρίτερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η συνέχεια δεν αναμένεται διαφορετική και οι προβλέψεις κάνουν λόγο για οικονομική στασιμότητα τουλάχιστον έως τα μισά του 2024. Οι πρόδρομοι οικονομικοί δείκτες υποδηλώνουν ότι το γερμανικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε και τον Οκτώβριο, οι κλάδοι που επηρεάζονται από τα υψηλά επιτόκια αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και το δ’ τρίμηνο εκτιμάται ότι θα κλείσει και πάλι αρνητικά, με αποτέλεσμα το νέο έτος να ξεκινήσει και επισήμως με ύφεση.
Μπορεί η Γερμανία να ανακάμψει σε τέτοιο περιβάλλον ή θα εγκλωβίσει ολόκληρη την οικονομία της Ευρωζώνης σε μία νέα κρίση που θα έχει τη μορφή παρατεταμένης οικονομικής στασιμότητας; Οι πιο αισιόδοξοι προβλέπουν σωρευτική ανάπτυξη 0,5% στο α’ εξάμηνο του 2024 και οι πιο συντηρητικοί υποστηρίζουν ότι θα συνεχιστεί η στασιμότητα με το ΑΕΠ να κυμαίνεται πέριξ του μηδενός.
Μία χαραμάδα αισιοδοξίας προέρχεται από τον πληθωρισμό. Σύμφωνα με τα στοιχεία για το μήνα Οκτώβριο που δημοσιεύτηκαν χθες, ο πληθωρισμός εξασθένησε στο 3% που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 2021. Ο δομικός πληθωρισμός υποχώρησε και αυτός στο 4,3% από 4,6% τον αμέσως προηγούμενο μήνα. Όμως οι «σκληροί» της ΕΚΤ επιμένουν ότι τα επιτόκια πρέπει να παραμείνουν «υψηλότερα για περισσότερο», μία στρατηγική που θα δυσκολέψει ακόμη πιο πολύ την προσπάθεια ανάπτυξης.
Η βαριά βιομηχανία της Γερμανίας συνεχίζει να παραπαίει, χτυπημένη από την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, την ασθενή ζήτηση από την Κίνα και τις επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. Αποτέλεσμα είναι ο μεταποιητικός PMI, ο δείκτης που αντανακλά τη δραστηριότητα στον πυλώνα της γερμανικής οικονομίας, να δείχνει βαθιά ύφεση για πάνω από ένα χρόνο. Δεν είναι τυχαίο ότι το ΔΝΤ εκτιμά πως η Γερμανία θα είναι η ανεπτυγμένη οικονομία με τη χειρότερη επίδοση ΑΕΠ φέτος.
Η γερμανική ήταν η 4η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου το 2022 και παρά την ύφεση αναμένεται να ανέβει στην 3η θέση το 2023, ξεπερνώντας την Ιαπωνία η οποία αντιμετωπίζει και αυτή προβλήματα. Είναι επίσης η 2η σε εξαγωγές στον κόσμο, οι οποίες αντιστοιχούν στο 1/3 του ΑΕΠ της.