Του Βασίλη Γεώργα
Αν δείχνει κάτι η ένταση και η ταχύτητα με την οποία τρέχουν πλέον οι εξελίξεις γύρω από το «ελληνικό πρόβλημα», αυτό είναι πως στο Eurogroup της επόμενης Δευτέρας θα υπάρχει τελικά συμφωνία!
Μια συμφωνία, όμως που ως προϊόν εσπευσμένων συμβιβασμών την επομένη του κρίσιμου δημοψηφίσματος στην Ιταλία, θα έχει τόσα πολλά γκρίζα σημεία σε κάθε ένα από τα αιχμηρά αγκάθια που αποκάλυψε η διαπραγμάτευση, ώστε επί της ουσίας δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από ένα επικοινωνιακό λάκτισμα ώστε το τόπι να κυλήσει ξανά λίγο παρακάτω με την Ελλάδα να δεσμεύεται με νέες μνημονιακές υποχρεώσεις.
Η συμφωνία αυτή που ουσιαστικά τελειοποιήθηκε τις τελευταίες ώρες σε όλες της τις λεπτομέρειες στην Αθήνα με τις επιτόπιες επισκέψεις των Pierre Moscovici και Benoit Coeure, πρόκειται να κλειδώσει σε ένα πιθανό Washington Group τις επόμενες ημέρες και να επικυρωθεί πολιτικά στο Eurogroup της επόμενης Δευτέρας.
Θα είναι ένα κείμενο πολλαπλών ερμηνειών και υποχρεωτικών δεσμεύσεων της Ελλάδας για πρόσθετα μέτρα στο μέλλον, που θα πρέπει όλους να τους αφήνει από λίγο ικανοποιημένους και από λίγο δυσαρεστημένους.
Πρόκειται για τον κλασικό τρόπο επίλυσης των διαφωνιών όταν εξαντλείται ο διαθέσιμος χρόνος και όλοι πιέζονται από τις εξελίξεις να βρουν λύσεις, όπως ακριβώς συμβαίνει τώρα.
Αν μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα κάτι, αυτό είναι πως οι πιστωτές της χώρας –από τους σκληρούς του Βερολίνου και του ΔΝΤ μέχρι τους μετριοπαθείς Γάλλους- δεν θέλουν σε καμία περίπτωση να ξαναμπεί η Ελλάδα στο κάδρο της κρίσης την ώρα που ο τραπεζικός Βεζούβιος είναι έτοιμος να εκραγεί στην Ιταλία και η ευρωζώνη εισέρχεται σε απανωτές και κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις το 2017.
Δεν θέλουν, όμως, επίσης να δώσουν καθαρές λύσεις, αφού ένα πρόσθετο «μνημόνιο» με αντίδωρο μια διευθέτηση του χρέους και την ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση για να προστατευθούν οι τράπεζες, κρύβει μεν το πρόβλημα κάτω από το χαλί, αλλά δεν αρκεί για να βγάλει τη χώρα από το τούνελ.
Το ενδεχόμενο επίσης ο Αλέξης Τσίπρας να επιδιώξει να τραβήξει το σχοινί περισσότερο από όσο επιτρέπει η θέση έκτακτης ανάγκης στην οποία εξακολουθεί να βρίσκεται η Ελλάδα, θεωρείται μηδενικό. Τα όρια και οι δυνατότητες της κυβέρνησης στις τακτικές της έντασης, έχουν δοκιμαστεί στο δημοψήφισμα του 2015. Στην κυβέρνηση αντιλαμβάνονται πως η κατάσταση σήμερα μοιάζει πολύ με την αντίστοιχη που είχε διαμορφωθεί για την κυβέρνηση Σαμαρά το 2014, και η επανάληψη του ίδιου λάθους θα κοστίσει ακριβά τόσο στους ίδιους όσο και στη χώρα. Οι δανειστές, έχουν επίσης, πάντα πάνω στο τραπέζι ως απειλή το Grexit, μια λέξη που ο ευρωπαίος επίτροπος, Pierre Moscovici, φρόντισε να «υπενθυμίσει» τουλάχιστον δύο φορές στις χθεσινές του ομιλίες.
Από χθες αρχίζει πλέον να αχνοφέγγει η προοπτική ενός επώδυνου μεν, «ανεκτού» δε συμβιβασμού. Τόσο στο μέτωπο των εργασιακών, που όπως όλα δείχνουν θα περάσουν στο βαθμό που δεν προσκρούουν στο «ευρωπαϊκό κεκτημένο», όσο και σε εκείνο των επιπλέον μέτρων που πιέζεται να λάβει η κυβέρνηση για να πετύχει τους συμφωνημένους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2020, αλλά και σε μια «μεγαλύτερη» αναδιάρθρωση χρέους.
Δεν θα είναι ένας συμβιβασμός που θα λύνει τους γόρδιους δεσμούς της Ελλάδας με το χρέος και τις «μεταρρυθμίσεις» (βλέπε μέτρα), αλλά μπορεί να μεταθέσει χρονικά την θεσμοθέτηση και κυρίως την εφαρμογή τους συνδέοντας τα με μια νέα γενιά προαπαιτούμενων και όρων που θα πρέπει να εκπληρωθούν στο μέλλον.
Τεχνικά η «πολιτική συμφωνία» θα κλείσει εκτός απροόπτου την ερχόμενη Δευτέρα, ώστε να ξεκινήσει πλέον η πιο αναλυτική συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα διευθέτησης του χρέους. Αλλά τόσο η δεύτερη αξιολόγηση όσο και η «συνολική συμφωνία», δεν θα ολοκληρωθούν πριν πρώτα η κυβέρνηση ψηφίσει όλα τα προαπαιτούμενα στην Βουλή και συγκληθεί νέο Eurogroup μέχρι το τέλος του χρόνου.
Νέα μέτρα τώρα ή μετά;
Για το τι τελικά θα εμπεριέχει το κείμενο της συμφωνίας, υπάρχουν διάφορα σενάρια.
Η λήψη μέτρων που να διασφαλίζουν την επίτευξη του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ για το 2019 και το 2020 είναι μέσα στη συζήτηση.
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση δίνει μάχη να αποφύγει την ποσοτικοποίηση των μέτρων που κατά το ΔΝΤ συνίστανται σε περικοπές στις συντάξεις και στους μισθούς του δημοσίου.
Ο Pierre Moscovici αναφέρθηκε επίσης χθες σε «μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα συνεχιστούν και μετά το τέλος του προγράμματος».
Πρέπει λοιπόν να δει κανείς με ποιο τρόπο θα περιληφθούν τα μελλοντικά μέτρα στο κείμενο της συμφωνίας. Αν ζητηθεί να ληφθούν και να εφαρμοστούν προκαταβολικά, δηλαδή από τώρα για το 2019, τότε αυτό συνιστά πολύ μεγάλο πολιτικό πρόβλημα. Αν, όμως, συμφωνηθεί να θεσμοθετηθούν τώρα αλλά με τρόπο που να αφήνει περιθώρια να μην εφαρμοστούν ποτέ (αν λ.χ. το πρόγραμμα πετύχει τους στόχους, υπάρξει ανάπτυξη κλπ.) τότε μια τέτοια διατύπωση θα διευκολύνει αρκετά τα πράγματα.
Τεχνικός σύμβουλος ή χρηματοδότης το ΔΝΤ;
Η Ευρώπη έχει ξεκαθαρίσει σε όλους τους τόνους ότι επιθυμεί τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Δεν το κάνει για να ικανοποιήσει μόνο τον Schaeuble, αλλά επειδή πολλές κυβερνήσεις έχουν εγκρίνει το τρίτο μνημόνιο υπό τον όρο ότι θα το χρηματοδοτήσει και το ΔΝΤ, και επειδή το Ταμείο μπορεί να λειτουργήσει τόσο ως μοχλός πίεσης για «μεταρρυθμίσεις» όσο και ως εγγυητής για την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές.
O Pierre Moscovici δήλωσε δημόσια χθες ότι «ενημέρωσε» για το θέμα αυτό τόσο τον πρωθυπουργό όσο και τον υπουργό Οικονομικών με την επισήμανση ότι οι δανειστές της Ελλάδας κινούνται σε ενιαία γραμμή. Υποστήριξε επίσης θέσεις του ΔΝΤ που αποτελούν αντικείμενο διελκυστίνδας με την Ελλάδα. Αναφέρθηκε στο εργασιακό λέγοντας ότι «οι εργασιακοί νόμου πρέπει να διευκολύνουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας» αλλά και στο φορολογικό, με την επισήμανση ότι «η χώρα χρειάζεται ένα ισορροπημένο μείγμα στην φορολογία ώστε να συνεισφέρουν όλοι δίκαια αυτά που μπορούν». Η αναφορά αυτή ερμηνεύτηκε από πολλούς ως έμμεση αποδοχή ότι το θέμα μείωσης του αφορολόγητου ορίου που έχει θέσει το ΔΝΤ βρίσκεται υπό συζήτηση.
Ο Benoit Coeure της ΕΚΤ, επίσης, ξεκαθάρισε ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι επιθυμητή και αναγκαία, δεδομένου ότι θα διευκολύνει την ΕΚΤ στην έκθεση βιωσιμότητας του χρέους που είναι απαραίτητη για την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση.
Δεν υπάρχει όμως ακόμη καθαρή απάντηση για το σχήμα της συμμετοχής του Ταμείου στο τρίτο μνημόνιο. Η ελληνική κυβέρνηση αλλά και μερίδα ευρωπαϊκών χωρών, φλερτάρουν με την ιδέα μιας μεσοβέζικης λύσης: της παραμονής του ΔΝΤ σε ρόλο αναβαθμισμένου τεχνικού συμβούλου για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμη, στο οποίο θα έχει χρόνο να παρακολουθήσει την εξέλιξη του προγράμματος και να αποφασίσει αν θα συμμετάσχει σε δεύτερο χρόνο. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση οι απαιτήσεις του ΔΝΤ για την εξειδίκευση πρόσθετων μέτρων από την Ελλάδα θα αποτελεί μέρος της συμφωνίας, με τη διαφορά ότι η διατύπωση θα αναφέρεται στην μελλοντική και όχι την εκ των προτέρων εφαρμογή τους.
Τα μέτρα για το χρέος
Η συμφωνία για τη διευθέτηση του χρέους είναι το «κλειδί» για όλα. Και ως τέτοια, πρέπει να είναι πολιτικά διαχειρίσιμη από όλες τις πλευρές. Τόσο για την κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία έχει στηρίξει όλο το πολιτικό της αφήγημα στην αναδιάρθρωση του χρέους και την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση, όσο και για τις διαφορετικές θέσεις που υπερασπίζονται το ΔΝΤ και το Βερολίνο. Στο Eurogroup της επόμενης εβδομάδας θα συζητηθούν οι προτάσεις για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα, ωστόσο μέχρι το τέλος του μήνα θα συνεχιστούν οι συζητήσεις για όλες τις παραμέτρους του χρέους.
Η λύση επιχειρείται να δοθεί μέσα από τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αυτή τη στιγμή είναι τα μόνα «αποδεκτά» από το Βερολίνο. Μια ενισχυμένη πρόταση του ESM που θα συγχωνεύει μαζί με τα βραχυπρόθεσμα, και κάποια από τα λεγόμενα «μεσοπρόθεσμα» μέτρα (της περιόδου μετά το 2018), θα μπορούσε να αποτελέσει λύση απεμπλοκής, υπό συγκεκριμένους όρους και δεσμεύσεις τόσο εκ μέρους της Ελλάδας όσο και των ευρωπαίων πιστωτών. Ένα σενάριο που βρίσκεται στο τραπέζι είναι η πρόταση του ESM να αφορά την αναδιάρθρωση (σταθεροποίηση επιτοκίων στο 1,2%-1,3% με έκδοση 30ετούς ομολόγου) ενός σημαντικά μεγαλύτερου μέρους του χρέους που κατέχει ο ESM/EFSF από το αρχικά σχεδιαζόμενο των 46 δισ. ευρώ.