Ξεκάθαρες κατευθυντήριες γραμμές που αν ακολουθηθούν διασφαλίζουν ότι ο διαγωνισμός για τη Γραμμή 4 του Μετρό, που αποτελεί το μεγαλύτερο δημόσιο έργο της δεκαετίας, προϋπολογισμού 1,8 δισ. ευρώ, μπορεί να μπει στην τελική ευθεία και να ολοκληρωθεί, δίνει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ επί των ασφαλιστικών μέτρων που είχαν καταθέσει οι δυο εναπομείνασες στο διαγωνισμό κοινοπραξίες, ήρθε να ρίξει φως και να καταρρίψει την αρχική ανησυχία που είχε επικρατήσει την περασμένη εβδομάδα περί κινδύνου ματαίωσης του διαγωνισμού. Πρόκειται για ανησυχίες που εδράζονταν στο ενδεχόμενο το ΣτΕ αποδεχόμενο τα ασφαλιστικά μέτρα να αποδέχεται επί της ουσίας ότι αμφότεροι οι συμμετέχοντες πρέπει αυτόματα να αποκλειστούν, αφήνοντας τον διαγωνισμό άνευ διεκδικητών, δηλαδή μετέωρο.
Αντιθέτως, από την απόφαση του ΣτΕ εξάγεται πως παρ’ ότι διακρίνει ελλείψεις στο πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό αποδεχόμενο συγκεκριμένες αιτιάσεις των δυο κοινοπραξιών - με βάση τις οποίες έκανε δεκτά άλλωστε τα ασφαλιστικά μέτρα, εντούτοις δίνει προοπτική συνέχισης της διαδικασίας.
Μολονότι λοιπόν κάνει σαφέστατα λόγο για πλημμελή τεκμηρίωση εκ μέρους της επιτροπής του διαγωνισμού, υποδεικνύει και τα στοιχεία που χρήζουν διόρθωσης ώστε ο διαγωνισμός να μπορέσει να περάσει στην επόμενη φάση, δηλαδή στο άνοιγμα των οικονομικών προσφορών.
Συμπεράσματα
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Liberal, από την ανάγνωση του σκεπτικού του ΣτΕ προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
- Για τη μεν κοινοπραξία Άβαξ – Ghella – Alstom Transport, η ανταγωνίστρια κοινοπραξία της οποίας ηγείται η Άκτωρ, μεταξύ των θεμάτων που έθεσε και για τα οποία τίθεται ποινή αποκλεισμού, ήταν και το ότι:
Στη διαδικασία του διαγωνισμού και ειδικά στο πρώτο στάδιο της αξιολόγησης της τεχνικής προσφοράς, όπου η Επιτροπή οφείλει να εξετάσει τη συμμόρφωση ή μη των διαγωνιζομένων με τις απαιτήσεις της Αττικό Μετρό, εφαρμόζοντας το σύστημα επιτυχίας (pass) ή αποτυχίας (fail) επί ποινή αποκλεισμού, έγινε το εξής:
Η επιτροπή διαγωνισμού δεν απέκλεισε ως όφειλε κατά τη γνώμη της κοινοπραξίας Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy, την αντίπαλη κοινοπραξία παρά το γεγονός ότι δεν συνυποβλήθηκαν με την προσφορά τα ειδικώς απαιτούμενα από τις προδιαγραφές στοιχεία και τεκμήρια, δηλαδή τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στο φάκελο Β4.9 σχετικά με τη μελέτη προσφοράς σχετικά με το σύστημα σηματοδότησης και ελέγχου συρμών.
Από την πλευρά της, η Αττικό Μετρό είχε απορρίψει τη σχετική προσφυγή της κοινοπραξίας Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy, δηλώνοντας πως αυτή η παράλειψη δεν εμπίπτει στους λόγους που επισύρουν ποινή αποκλεισμού, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Πρόσκλησης υποβολής προσφορών και, σε κάθε περίπτωση, τα πιστοποιητικά αυτά είχαν κατατεθεί στην πρώτη φάση του διαγωνισμού, όπως απαιτούνταν.
Εντωμεταξύ, το ΣτΕ, αξιολογώντας τα δεδομένα, απορρίπτει την απάντηση της Αττικό Μετρό, σημειώνοντας πως τα πιστοποιητικά αυτά έπρεπε, επί ποινή αποκλεισμού, να υποβληθούν στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού και συνέχισε συμπληρώνοντας:
«η αιτιολογία με την οποία απορρίφθηκε η προδικαστική προσφυγή της αιτούσας (σ.σ. της κοινοπραξίας Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy) εξακολουθεί να είναι σε κάθε περίπτωση πλημμελής, δεδομένου ότι τα στοιχεία αυτά υποβλήθηκαν κατά το πρώτο στάδιο του διαγωνισμού ως δικαιολογητικά απόδειξης της εν γένει εμπειρίας της παρεμβαίνουσας (δια της εταιρείας-μέλους της ALSTOM TRANSPORT S.A.) σε παρόμοια έργα και τις απαιτήσεις του σταδίου αυτού (…) και όχι ως ειδικά στοιχεία και τεκμήρια από τα οποία πρέπει να προκύπτει κατά την αιτιολογημένη κρίση των οργάνων του αναθέτοντος φορέα η απόδειξη των εξειδικευμένων τεχνικών απαιτήσεων που τίθεται με τα τεύχη δημοπράτησης του Β’ σταδίου του διαγωνισμού».
- Για τη δε κοινοπραξία Άκτωρ - Ansaldo – Hitachi Rail Italy, η ανταγωνίστρια κοινοπραξία της οποίας ηγείται η Άβαξ, έθεσε το εξής θέμα στην προσφυγή της στην Αττικό Μετρό, υποστηρίζοντας πως επισύρει ποινή αποκλεισμού:
Στην τεχνική τους προσφορά (στην ενότητα «Σύστημα Έλξης Συρμών») οι διαγωνιζόμενοι καλούνται να εκπονήσουν προσομοιώσεις με βάση συγκεκριμένες προδιαγραφές αλλά και δεδομένα, μεταξύ των οποίων και η συνεχής λειτουργία του αερισμού των συρμών χωρίς κλιματισμό ή θέρμανση, χωρίς περαιτέρω να αποσαφηνίζεται με ποιο φορτίο αερισμού πρέπει να γίνουν οι εν λόγω προσομοιώσεις.
Η προσομοίωση που η κοινοπραξία Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy υπέβαλε, εμπεριέχει πράγματι στοιχεία που αφορούν συνεχή λειτουργία του αερισμού των συρμών χωρίς κλιματισμό ή θέρμανση, λαμβάνοντας υπόψη ένα μέσο φορτίο αερισμού που αντιστοιχεί σε 192 W. Κατά τη διαδικασία του πρώτου σταδίου της αξιολόγησης της τεχνικής προσφοράς, η Επιτροπή Διαγωνισμού ζήτησε από την κοινοπραξία να εκπονήσει συμπληρωματικές προσομοιώσεις χρησιμοποιώντας ως φορτίο αερισμού το μέγεθος των 2400 W.
Η κοινοπραξία Άβαξ – Ghella – Alstom Transport υποστήριξε ότι συμμορφούμενη η ανταγωνίστρια κοινοπραξία με την οδηγία της Αττικό Μετρό για χρήση φορτίου 2400 W κι όχι 192 W, υπέβαλε μία προσομοίωση που παρήγαγε πλέον νέα κι όχι συμπληρωματικά στοιχεία, παραβιάζοντας επί ποινή αποκλεισμού τους όρους του διαγωνισμού.
Όμως, η ίδια η Επιτροπή Διαγωνισμού της Αττικό Μετρό επισημαίνει ότι η Πρόσκληση δεν απαιτούσε την διεξαγωγή των προσομοιώσεων με συγκεκριμένο φορτίο αερισμού, υπενθυμίζοντας ότι ζήτησε και από τις δύο κοινοπραξίες συμπληρωματικά δεδομένα για τις παραδοχές βάσει των οποίων έγινε η προσομοίωση. Έτσι κι αλλιώς δηλαδή, η ίδια η Επιτροπή Διαγωνισμού υποστηρίζει πως το αίτημα προς την κοινοπραξία Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy δεν έγινε γιατί κρίθηκε πως δεν πληρούσε την απαίτηση για συνεχή λειτουργία του αερισμού, αλλά για να έχει συγκρίσιμα μεγέθη μεταξύ των δύο διαγωνιζομένων.
Συνάμα, η Αττικό Μετρό, υποστηρίζει πως τα αρχικώς υποβληθέντα στοιχεία σχετικά με το σύστημα έλξης δεν τροποποιήθηκαν με την υποβολή της νέας προσομοίωσης εκ μέρους της κοινοπραξίας Άκτωρ – Ansaldo – Hitachi Rail Italy και ούτως ή άλλως δεν αλλοιώθηκε το περιεχόμενο της προσφοράς του συστήματος έλξης.
Επί αυτού του θέματος, το ΣτΕ δεν δέχεται τη θέση της Αττικό Μετρό και σημειώνει πως ακόμα κι αν την έκανε δεκτή «η προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογείται πλημμελώς διότι δεν εξειδικεύεται ποια είναι τα “αρχικώς υποβληθέντα” στοιχεία τα οποία “δεν τροποποιήθηκαν” ούτε αν ο αναθέτων φορέας στήριξε την κρίση του για την τεχνική προσφορά της παρεμβαίνουσας στα αρχικά στοιχεία ή στα στοιχεία που περιελήφθησαν στην επανυποβληθείσα μελέτη προσομοίωσης».
Η απόφαση του ΣτΕ δείχνει το δρόμο για τη συνέχεια της διαδικασίας
Επομένως, επιβεβαιώνονται οι ψυχραιμότερες φωνές που την περασμένη εβδομάδα συνιστούσαν υπομονή μέχρι να καθαρογραφεί η απόφαση και να μελετηθεί επαρκώς το σκεπτικό του ανώτατου δικαστηρίου.
Πράγματι, η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν δημιουργεί ζήτημα ακύρωσης του διαγωνισμού, αντιθέτως παρέχει ένα πολύ συγκεκριμένο οδικό χάρτη προς την Αττικό Μετρό προκειμένου να διορθώσει το πρακτικό της Επιτροπής Διαγωνισμού και να το επανακαταθέσει με προσαρμοσμένη την τεχνική αξιολόγηση των δύο κοινοπραξιών στις υποδείξεις του Ανώτατου Δικαστηρίου. Από την εν λόγω ορθή αξιολόγηση που θα γίνει με τις υποδείξεις του ΣτΕ, θα προκύψει εάν και ποιος από τους υποψηφίους πρέπει να αποκλειστεί.
Έτσι, μέσω αυτής της διαδικασίας, το ΣτΕ θωρακίζει πλήρως τον διαγωνισμό και παρέχει απόλυτη νομιμοποίηση στη συνέχισή του, μην αφήνοντας κανένα περιθώριο αμφισβήτησης ή σκιάς στο τι υποχρεούται να πράξει η Αττικό Μετρό.
Μέσα απ’ όλα αυτά, παράγοντες της αγοράς σημειώνουν πως κανένας λόγος δεν υπάρχει σ’ αυτή τη φάση ώστε η πολιτεία να λάβει απόφαση επί της ματαίωσης του διαγωνισμού, ούτε χρειάζεται να περιμένει ενάμιση χρόνο για να εκδικαστούν οι αιτήσεις ακύρωσης, παίρνοντας το ρίσκο να βρεθεί στο χειρότερο σενάριο ενώπιον μίας απόφασης που θα αποκλείει και τους δύο συμμετέχοντες, καθιστώντας το διαγωνισμό άγονο και έχοντας χάσει άλλους 18 μήνες.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η Αττικό Μετρό οφείλει να ζητήσει να διορθώσει το πρακτικό της τεχνικής αξιολόγησης με βάση τις υποδείξεις του ΣτΕ, σεβόμενη και την απόφαση της Δικαιοσύνης. Αν το ΣτΕ σε δυο μήνες κάνει και πάλι δεκτά τα ασφαλιστικά μέτρα που οι εταιρείες πιθανότατα θα έχουν υποβάλλει, τότε θα μπορεί να αξιολογήσει εκ νέου τα δεδομένα που θα έχουν διαμορφωθεί.
Πολύ περισσότερο, το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει σημαντικά μέχρι τις αρχές του Ιουνίου, αφού όπως έδειξε η μέχρι τώρα εμπειρία, η εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων δεν επηρεάζεται από το θέμα του κορονοϊού και απαιτεί το πολύ δυο μήνες, χρονικό διάστημα που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστική καθυστέρηση σε έναν διαγωνισμό που αισίως κλείνει τρία χρόνια!
Πρόκειται φυσικά για εξαιρετικά κρίσιμη υπόθεση, αφού το εν λόγω έργο είναι το μόνο τόσο ώριμο μεγάλο δημόσιο έργο σε μία αγορά που ακόμα και πριν τον κορονοϊό είχε πληγεί σοβαρότατα από τις συνέπειες της κρίσης και την απουσία κατασκευαστικού αντικειμένου. Στο πλαίσιο αυτό, η οποιαδήποτε έστω και σκέψη για ματαίωση ενός συγχρηματοδοτούμενου διαγωνισμού 1,8 δισ. ευρώ θα προκαλούσε, όχι μόνο στις διαγωνιζόμενες εταιρείες, αλλά και σε μία ολόκληρη αλυσίδα άλλων κλάδων όπως τσιμεντοβιομηχανίες, χαλυβουργίες και μελετητικές εταιρείες πανικό.
Παράγοντες του κλάδου μάλιστα σημείωναν πως «είναι αδύνατο να πιστεύει κανείς με γνώση της αγοράς στην Ελλάδα, πως μία ματαίωση και επαναπροκήρυξη του διαγωνισμού θα σήμαινε κάτι άλλο πέραν από απώλεια δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας, αφού ο νέος διαγωνισμός θα απαιτούσε τουλάχιστον 2-3 χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί, ακόμα και με τις καλύτερες προϋποθέσεις».
Άλλωστε, αυτό προκύπτει και από το γεγονός ότι ασχέτως αν έχει κατηγορηθεί εξαρχής η διακήρυξη του διαγωνισμού ως ελλιπής σε επίπεδο μελετών κι άλλων στοιχείων, οι προσφυγές των δυο κοινοπραξιών είναι παντελώς άσχετες με τέτοια ζητήματα και αφορούν αποκλειστικά ελλείψεις και λάθη που η μία κοινοπραξία καταλογίζει στον τεχνικό φάκελο της άλλης, κι όχι προβληματικές διατάξεις του διαγωνισμού. Το ίδιο ισχύει και με τις προηγούμενες προσφυγές, των υπολοίπων εταιρειών που είχαν υποβάλλει προσφυγές αλλά αποκλείστηκαν σε προηγούμενα στάδια της διαδικασίας.