Το σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσει ο τερματικός σταθμός στη Ρεβυθούσα στην ενεργειακή επάρκεια της νοτιοανατολικής Ευρώπης αναδεικνύει η Handelsblatt.
Με τίτλο «Γιατί ένα νησάκι δίνει ελπίδα για ενεργειακή επάρκεια στην ΝΑ Ευρώπη» η γερμανική εφημερίδα αναφέρει πως «η Ρεβυθούσα δίνει ελπίδα για ενεργειακή επάρκεια σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες» καθώς «ο μοναδικός τερματικός σταθμός για υγροποιημένο φυσικό αέριο στην Ελλάδα επεκτείνεται σήμερα με ταχείς ρυθμούς» για να παρατηρήσει πως «όλο και περισσότερα τάνκερ προσεγγίζουν τη Ρεβυθούσα προκειμένου να παραλάβουν από εκεί το πολύτιμο φορτίο τους».
Η οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle σημειώνει: «Η Ρεβυθούσα, μια βραχονησίδα 180 στρεμμάτων δυτικά της Αθήνας, ήταν ακατοίκητη μέχρι τη δεκαετία του 1980. Οι Έλληνες θα το χρωστούν στη Ρεβυθούσα αν όλα πάνε καλά φέτος τον χειμώνα στο μέτωπο της διασφάλισης ενεργειακής επάρκειας».
Και συνεχίζει: «Στις εγκαταστάσεις προσβλέπουν και μια σειρά άλλες χώρες, όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία, ακόμα και η Ουκρανία. Για το λόγο αυτό η διαχειρίστρια εταιρία ΔΕΣΦΑ επεκτείνει ήδη τις χωρητικότητες στην Ρεβυθούσα, ενώ την ίδια στιγμή ιδιώτες επενδυτές σχεδιάζουν νέους τερματικούς σταθμούς. Στόχος της Ελλάδας είναι να γίνει με αυτόν τον τρόπο ενεργειακός κόμβος στη νοτιοανατολική Ευρώπη».
«Ο μεγαλύτερος προμηθευτής είναι σήμερα οι ΗΠΑ, ενώ ακολουθούν Αλγερία, Νιγηρία, Αίγυπτος, Ομάν και Ινδονησία. "Ο τερματικός σταθμός διαδραματίζει βασικό ρόλο στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ελλάδας», λέει ο εκπρόσωπος της εταιρίας ΔΕΣΦΑ Φερνάντο Καλλιγάς για να προσθέσει: «Eπιτρέπει τη διαφοροποίηση στην παροχή φυσικού αερίου, διασφαλίζει ευελιξία στο δίκτυο μεταφοράς και μας βοηθά να ανταποκρινόμαστε στη ζήτηση».
Ωστόσο, σημειώνει η Handelsblatt, «οι εγκαταστάσεις στη Ρεβυθούσα έχουν φθάσει ήδη στα όριά τους. Για το λόγο αυτό η Ελλάδα δρομολογεί την κατασκευή νέων περαιτέρω πλωτών τερματικών σταθμών LNG» Για το λόγο αυτό «η ελληνοβουλγαρική κοινοπραξία Gastrade σχεδιάζει δύο από αυτούς τους τερματικούς σταθμούς κοντά στην Αλεξανδρούπολη, για την τροφοδοσία κυρίως βαλκανικών χωρών, αλλά και της Ουκρανίας. Η πρώτη μονάδα θα μπορούσε να συνδεθεί στο δίκτυο στα τέλη του 2023».