Χωρίς κλειδί για το λουκέτο του χρέους στην Ουάσιγκτον

Χωρίς κλειδί για το λουκέτο του χρέους στην Ουάσιγκτον

Του Βασίλη Γεώργα

Σε ρόλο παρατηρητή είναι αναγκασμένη να περιοριστεί η Ελλάδα στην πιο σκληρή παρτίδα πολιτικού πόκερ για το ελληνικό χρέος μετά το 2012 που παίζεται ήδη στην Ουάσιγκτον ανάμεσα στην ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Το πυκνό πρόγραμμα των συναντήσεων που θα έχουν σήμερα και αύριο οι Έλληνες υπουργοί Ευκλείδης Τσακαλώτος και Γιώργος Χουλιαράκης στο περιθώριο της Συνόδου του ΔΝΤ, έχει ως στόχο να διερευνηθούν οι προθέσεις των βασικών παικτών (Λαγκάρντ, Σόιμπλε, Ντάϊζελμπλουμ) και αφετέρου να ενισχυθούν συμμαχίες, με βασικό ζητούμενο όχι μόνο να ξεκλειδώσουν μέχρι το τέλος του έτους τα βραχυπρόθεσμα μέτρα διευθέτησης του χρέους, αλλά να προκαθοριστούν κυρίως οι μεσοπρόθεσμες παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να τεθούν σε εφαρμογή την περίοδο 2018-2028. Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των ελληνικών θέσεων επιδιώκεται  να δραστηριοποιηθούν ο επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μ. Σαπέν και ο Ιταλός ομόλογός του Κ. Παντοάν με τους οποίους επίσης έχουν προγραμματιστεί συναντήσεις.

Ωστόσο παρά τις υψηλές προσδοκίες που καλλιεργούνται στο εσωτερικό, οι δυνατότητες ουσιαστικής παρέμβασης της ελληνικής κυβέρνησης στις αποφάσεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα δρομολογηθούν αυτό το σαββατοκύριακο είναι περιορισμένες, όπως ελάχιστες είναι και οι πιθανότητες να βγει κάποιο θετικό αποτέλεσμα για την Ελλάδα.

Τη δουλειά της άσκησης πίεσης για λογαριασμό της Ελλάδας, έχουν εμφανώς αναλάβει με πολύ πιο δυναμικό λόγο από κάθε άλλη φορά οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ. Η πίεση αυτή που φαινομενικά έχει ως σκοπό να φέρει πιο κοντά σε έναν συμβιβασμό τη Γερμανία, αποτυπώθηκε τόσο στη νέα παρέμβαση του αμερικανού υπουργού Οικονομικών Τζακ Λιού ο οποίος είπε πως «καλύτερη απάντηση για ένα μη βιώσιμο χρέος είναι η αναδιάρθρωσή του» όσο και στις εκθέσεις με το οποίο το ΔΝΤ συνέδεσε την προοπτική ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης της Ελλάδας με τη μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Παρά την αδιαμφισβήτητη ισχύ τους, δεν είναι, όμως, οι ΗΠΑ και το ΔΝΤ εκείνοι που θα καθορίσουν την επόμενη μέρα. Ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος σε αυτή τη συζήτηση που συνεχίζει να ανακυκλώνεται και να παρατείνεται χρονικά, ανήκε και εξακολουθεί να ανήκει στο Βερολίνο και τον «ελεγχόμενο» Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητα (ESM). Αμφότεροι τηρούν προς το παρόν διακριτές αποστάσεις από τις επιδιώξεις της Ελλάδας και όσων στηρίζουν την ιδέα της ταχύτερης και αποτελεσματικότερης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.

Η άποψη που διατύπωσε χθες ο Β. Σόιμπλε ότι «κάποιοι παραπλανούν τον ελληνικό λαό» και ότι «δεν είναι το χρέος το πρόβλημα για τα επόμενα δέκα χρόνια στην Ελλάδα αλλά οι μεταρρυθμίσεις για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της» περιγράφει γλαφυρά τα πολύ στενά περιθώρια που υπάρχουν για να καταλήξουμε τους επόμενους μήνες σε κάποια συμφωνία που να εξυπηρετούν τις ελληνικές επιδιώξεις.

Το ΔΝΤ έχει καταστήσει ξεκάθαρο πως για να εκδώσει «πιστοποιητικό βιωσιμότητας» για το ελληνικό χρέος και να συμμετάσχει με νέα δάνεια στο τρίτο μνημόνιο, απαιτεί «επαρκή μέτρα» για το μεσοπρόθεσμο σκέλος εξυπηρέτησης του χρέους. Ήγουν χρονικά μεγάλη παράταση της διάρκειας αποπληρωμής και μείωση του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων σε επίπεδα ακόμη και χαμηλότερα του 2% προκειμένου να διευκολυνθεί η ταχύτερη επιστροφή της εγχώριας οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξη και να ενισχυθούν οι προϋποθέσεις επιτυχίας του προγράμματος.  Στη πίεση αυτή η Ευρώπη αντιτείνει ότι το πρόγραμμα ήδη αποδίδει καρπούς .

Αν υπάρχει ένα «κλειδί» που θα καθορίσει τις εξελίξεις, αυτό είναι το περιεχόμενο των προτάσεων που θα παρουσιάσει ο ESM για τις παρεμβάσεις στο ελληνικό χρέος. Στην πολύ πιθανή περίπτωση που οι προτάσεις αυτές περιοριστούν εν τέλει μόνο στις τεχνικού χαρακτήρα παρεμβάσεις για το βραχυπρόθεσμο σκέλος του χρέους μέχρι το 2018 όπως επιθυμεί η Γερμανία και άφησε να εννοηθεί χθες ο αντιπρόεδρος της Ε.Ε Βάλντις Ντομπρόβσκις, όλη η συζήτηση θα οδηγηθεί εκ νέου σε ναυάγιο μέχρι να… ξανανοίξει κάποια στιγμή στο μέλλον.

Τότε δηλαδή που θα υπάρχουν περισσότερα στοιχεία που είτε θα δικαιώνουν είτε την άποψη του ΔΝΤ ότι «το πρόγραμμα δεν βγαίνει», είτε την θέση της Ε.Ε που υποστηρίζει ότι το Ταμείο είναι πολύ περισσότερο απαισιόδοξο από όσο δικαιολογούν οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.

Δεδομένων των συνθηκών, η δοκιμασμένη αυτή λύση του «pretend and extend» ενδεχομένως να αποδειχθεί για μια ακόμη φορά «βολική» για όλες τις πλευρές, πλην της ελληνικής.

Μέχρι τότε η κυβέρνηση θα πρέπει να βρει τι θα κάνει με το αφήγημα ότι η Ελλάδα μπορεί να πάρει μπροστά μόνο αν αντιμετωπιστεί το θέμα του χρέους, και η πραγματική οικονομία να βρει τρόπους να ανταπεξέλθει στην σωρευτική υφεσιακή επίπτωση των μέτρων που σύμφωνα με χθεσινή μελέτη της Eurobank, υπολογίζεται ότι θα φτάσει τα 5,5 δισ. ευρώ μέχρι το 2018.

Διαβάστε ακόμα:

- "Μετωπική" Schaeuble - Lagarde με φόντο το ελληνικό χρέος