Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Σε αντίθετη κατεύθυνση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη βρίσκεται για μία ακόμη φορά η ελληνική οικονομία, μόνο που στην παρούσα φάση αυτή που αναπτύσσεται και περιμένει τις αναβαθμίσεις των οίκων αξιολόγησης είναι η Ελλάδα και αυτή που υποβαθμίζεται είναι η Ευρωζώνη. Χθες, ο οίκος Moody’ s έστειλε σαφές μήνυμα προς την επενδυτική κοινότητα για τους κινδύνους που θα αντιμετωπίσουν όσοι επιλέξουν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους στις οικονομίες της Ευρωζώνης το 2020.
Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα αποτελεί μία αξιοσημείωτη εξαίρεση καθώς πλήττεται λιγότερο από τους υφιστάμενους κινδύνους και ταυτόχρονα βρίσκεται σε ισχυρή ανάκαμψη μετά από 10 χρόνια κρίσης. Μάλιστα, σε λίγες ημέρες, την Παρασκευή 24 Ιανουαρίου, αναμένεται η πρώτη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch και ενδεχόμενη αναβάθμιση θα φέρει το ελληνικό αξιόχρεο 2 σκαλοπάτια από την επενδυτική βαθμίδα και κατ’ επέκταση από το QE της ΕΚΤ. Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που η Fitch αναβάθμισε την Ελλάδα ήταν στις 10 Αυγούστου του 2018, λίγο πριν το επίσημο τέλος του τρίτου μνημονίου. Σύμφωνα με αναλυτές η αγορά δείχνει να έχει προεξοφλήσει την αναβάθμιση του outlook και οτιδήποτε περισσότερο θα είναι θετικό.
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, η Moody’ s εκτιμά ότι οι κίνδυνοι για τις ήδη υποτονικές προοπτικές ανάκαμψης της Ευρωζώνης παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και οι περισσότερες χώρες-μέλη διαθέτουν μικρά δημοσιονομικά περιθώρια για να απορροφήσουν πιθανές αναταράξεις την ώρα που και οι δυνατότητες αντίδρασης μέσω της νομισματικής πολιτικής είναι και αυτές περιορισμένες.
Συνεπώς, το outlook του 2020 για την πιστοληπτική ικανότητα των κρατών της Ευρωζώνης είναι αρνητικό, αντανακλώντας τον αντίκτυπο που θα έχει η επιδείνωση του παγκόσμιου περιβάλλοντος στην ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς και τα υψηλά χρέη σε συνδυασμό με τα περιορισμένα δημοσιονομικά «μαξιλάρια». Το αρνητικό outlook, τονίζει η Moody’ s, αντικατοπτρίζει τα περιορισμένα «μαξιλάρια» που διαθέτουν οι χώρες της Ευρωζώνης για να ανταπεξέλθουν σε πιθανή επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος.
Ακόμη και στο θέμα του διαθέσιμου «μαξιλαριού», η Ελλάδα διαθέτει ένα τεράστιο κεφαλαιακό απόθεμα άνω των 30 δισ. ευρώ. Μπορεί αυτό να προέρχεται από την ακραία υπερφορολόγηση και την αχρείαστη λιτότητα των τελευταίων τεσσάρων ετών, όμως στην παρούσα φάση έχει σημασία ότι καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας στην περίπτωση ακραίων αναταράξεων. Αυτό σημαίνει ότι σε συνδυασμό με την αλλαγή κλίματος απέναντι στις πολιτικές που εφαρμόζονται, η ελληνική οικονομία βγαίνει από την επικίνδυνη ζώνη στην οποία την είχαν κατατάξει οι επενδυτές μετά το 2010.
Επιπλέον, η Moody’ s επισημαίνει ότι η Ευρωζώνη είναι ευάλωτη στον αυξανόμενο προστατευτισμό και στους γεωπολιτικούς κινδύνους. Παράλληλα, ο πολιτικός κατακερματισμός σε πολλές χώρες εμποδίζει την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και ενδεχομένως περιορίζει τα αντανακλαστικά των κυβερνήσεων στην πιθανότητα αναταράξεων. Και σε αυτό το πεδίο η Ελλάδα ξεχωρίζει μετά από πολλά χρόνια αφού διαθέτει αυτοδύναμη κυβέρνηση με ορίζοντα τετραετίας, η οποία έχει την ευκαιρία να εφαρμόσει την μεταρρυθμιστική της ατζέντα.
Στο μέτωπο του χρέους, ο οίκος τονίζει ότι το δημόσιο χρέος συνέχισε να αυξάνεται το 2019 σε κρίσιμες οικονομίες της Ευρωζώνης, όπως στη γαλλική και στην ιταλική όπου έφτασε στο 99% και 135% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Η Ελλάδα διαθέτει το υψηλότερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ όμως έχει εισέλθει σε πτωτική τροχιά και παράλληλα διαθέτει ένα από τα πιο ευνοϊκά προφίλ για την επόμενη δεκαετία.
Τέλος, η κατάσταση που επικρατεί στο παγκόσμιο εμπόριο αναμένεται να εμποδίσει την ανάπτυξη, περιορίζοντας τις εξαγωγές. Ο αντίκτυπος θα είναι εντονότερος για χώρες εξαγωγικές όπως η Γερμανία και ηπιότερος για χώρες όπως η Ελλάδα. Αρνητική εξέλιξη αποτελεί επίσης η ύφεση που περνάει η γερμανική βιομηχανία καθώς ο «ιός» αναμένεται να εξαπλωθεί και στην υπόλοιπη Ευρωζώνη και εκεί υπάρχει προβληματισμός για τον γερμανικό τουρισμό. Όσο για την ανάπτυξη, η βασική πρόβλεψη της Moody’ s είναι για ανάπτυξη 1,2% το 2020 όταν το ελληνικό ΑΕΠ αναμένεται να τρέξει με ρυθμό έως και 2,8%.