Η Folli Follie «γκρεμίζει» την αξιοπιστία των ελληνικών εταιρειών

Η Folli Follie «γκρεμίζει» την αξιοπιστία των ελληνικών εταιρειών

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Είναι η δεύτερη φορά τα τελευταία χρόνια που η ελληνική οικονομία βιώνει μία κρίση εμπιστοσύνης τέτοιων διαστάσεων. Η υπόθεση της Folli Follie διασπείρεται σαν ιός στην οικονομία και «μολύνει» στο διάβα της το σύνολο της αγοράς.

Σε μία στιγμή που η πραγματική οικονομία έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, η πολύ κακή εικόνα που βγάζει η χώρα μας προς τα έξω διώχνει τους επενδυτές και δημιουργεί προβλήματα ανυπολόγιστων διαστάσεων.

Πριν λίγα χρόνια ήταν τα μακροοικονομικά στοιχεία και τα «Greek statistics» που έκαναν τη ζημιά. Σήμερα, η υπόθεση της Folli Follie αγγίζει με τον πλέον ζημιογόνο τρόπο το «μίκρο» κομμάτι της οικονομίας και τα λογιστικά των επιχειρήσεων. Και στις δύο περιπτώσεις, ωστόσο, οι επενδυτές μας γυρίζουν την πλάτη την ώρα που η ανάγκη να εισέλθει ξένο χρήμα είναι επιτακτική.

Μία από τις πιο διεθνοποιημένες εταιρείες στην Ελλάδα στην οποία συμμετέχουν πολλοί ξένοι επενδυτές, με δεσπόζουσα την κινεζική Fosun, η οποία έχει επενδύσει και σε άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας, πρωταγωνιστεί σε μία υπόθεση με κατηγορίες για παραποιημένα στοιχεία. Μία πολυεθνική εταιρεία που διαφήμιζε το ελληνικό επιχειρείν στο εξωτερικό, αφού το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξής της βασίστηκε στην Κίνα, κλονίζει την αγορά.

Όλοι πλέον γνωρίζουν ότι οι αγορές είναι αμείλικτες. Το έχουμε δει να συμβαίνει στην έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο ελληνικό δημόσιο, τώρα το βλέπουμε και απέναντι στις ελληνικές επιχειρήσεις. Η απουσία ελέγχου από μεγάλη ελεγκτική εταιρεία – μόλις πρόσφατα η Folli Follie προσέλαβε την EY - «έσκασε» ως κρίση εμπιστοσύνης πρωτίστως για την ίδια την εταιρεία που έχασε μέσα σε 15 ημέρες πάνω από 700 εκατ. ευρώ κεφαλαιοποίησης, και αμέσως μετά για όλα τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία καθώς η υπόθεση της Folli Follie και οι αβελτηρία αντίδρασης των ελληνικών Αρχών εξαπλώθηκε γρήγορα σαν πυρκαγιά. 

Ο «ιός» της Folli Follie διαχέεται παντού, ενώ οι καθυστερήσεις από τις εποπτικές αρχές κάνουν την ελληνική αγορά να μοιάζει με... ξέφραγο αμπέλι. Πως θα έρθουν μεγάλοι ξένοι επενδυτές να εμπιστευτούν κεφάλαια στη χώρα και να δεσμεύσουν υπέρογκα ποσά, όταν βλέπουν μία τέτοια «ανωμαλία»; Ενδεικτικό των επιπτώσεων από την αναστολή διαπραγμάτευσης, είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός από διεθνή χαρτοφυλάκια βρίσκονται πλέον εγκλωβισμένα χωρίς δυνατότητα αντίδρασης στη μετοχή της Folli Follie η οποία επρόκειτο να διαγραφεί από τον δείκτη MSCI στις 31 Μαίου.  

Ο κίνδυνος είναι κάτι παραπάνω από ορατός: Όσοι εξετάζουν το ενδεχόμενο να εισέλθουν στην ελληνική αγορά θα ζητούν στο εξής περισσότερες εγγυήσεις, θα είναι ακραία επιφυλακτικοί και θα περνούν τα ελληνικά assets από κόσκινο. Και πάλι, όμως, το μικρόβιο έχει κάνει τη ζημιά του. Διότι όταν μία παγκόσμια εταιρεία κινδυνεύει να αποδειχθεί «φούσκα», πως είναι δυνατόν να υπάρχει εμπιστοσύνη για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις στη χώρα;

Μία άλλη παράμετρος αφορά στο γαϊτανάκι των δικαστικών προσφυγών από εγχώριους και ξένους επενδυτές που θα επιδιώξουν να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους, διεκδικώντας αποζημιώσεις δια της νομικής οδού κλπ. Ο αντίκτυπος αφορά το σύνολο της αγοράς και όχι μόνο της χρηματιστηριακής, ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν υπόνοιες και για άλλους μεγάλους ομίλους.

Είναι μία κρίση εμπιστοσύνης που δεν θέλαμε με τίποτα αυτή τη στιγμή και η οποία αγγίζει ακόμη και τις τράπεζες, οι οποίες προσπαθούν και αυτές απεγνωσμένα να ανακάμψουν. Δεν είναι συμπτωματικό ότι την Παρασκευή οι τραπεζικές μετοχές κατέρρευσαν όταν η Folli Follie μπήκε σε αναστολή διαπραγμάτευσης υπό το βάρος της ανάγκης να διασφαλιστούν με περαιτέρω εγγυήσεις.

Ξένοι αναλυτές επισημαίνουν από την άλλη πως παρά τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις, η υπόθεση της Folli Follie ενδεχομένως λειτουργήσει θετικά για μια επανεκκίνηση στις επιχειρήσεις σε ότι αφορά τη διαφάνεια, την εποπτεία και την εταιρική διακυβέρνηση. Όμως, η συγκυρία είναι η χειρότερη καθώς το βάρος της αρνητικής δημοσιότητας είναι δυσβάσταχτο.

Μία επίσης σοβαρή προέκταση της υπόθεσης είναι πως είτε πρόκειται για ιδιώτες είτε για θεσμικούς επενδυτές, κανείς δεν μπορεί να είναι απόλυτα βέβαιος για τα οικονομικά στοιχεία που βλέπει. Και μόνο αυτό το στοιχείο κατατάσσει την ελληνική αγορά σε αυτές που χαρακτηρίζονται «μη αποτελεσματικές» και εμπεριέχουν σοβαρούς κινδύνους.

Αποτέλεσμα είναι να συνεχίσει η Ελλάδα να προσελκύει μόνο τους επενδυτές που δέχονται να τοποθετηθούν σε αγορές υψηλού κινδύνου και καθιστά την αναβάθμιση της οικονομίας ακόμη πιο δύσκολη.

Στο μεταξύ, στο εξωτερικό τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Όπως είχε δηλώσει σε πρόσφατη συνέντευξή του στο liberal.gr ο Παντελής Πρωτόγερος, χρηματοοικονομικός αναλυτής με έδρα τις Βρυξέλλες, στο εξωτερικό οι μεγάλοι επενδυτές έχουν φύγει από το στάδιο της εμπιστοσύνης ή μη στις οικονομικές καταστάσεις και βλέπουν άλλες παραμέτρους για να επενδύσουν. Άρα για τη χώρα μας, η υπόθεση αποτελεί ένα τεράστιο βήμα προς τα πίσω το οποίο θέλει συντονισμένες ενέργειες και προσπάθειες σε όλα τα επίπεδα για να αντισταθμιστεί.

Όσο και τον ρόλο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς τι να πει κανείς...