Μπορεί να αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές, ωστόσο τα ποσοστά είσπραξης μειώνονται, οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο συσσωρεύονται.
Αυτό αποδεικνύουν τα στατιστικών στοιχεία που επικαλούνται αναλυτές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στην έκθεση που συνέταξαν για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αναφέρει η Καθημερινή της Κυριακής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ από τα 100 ευρώ φόρων που επιβάλλονται, το 2015 εισπράχθηκαν περίπου τα 45, με τον δείκτη εισπραξιμότητας να υποχωρεί σταθερά από το 2010 και μετά. Το 2015, έτος των υψηλότερων φορολογικών συντελεστών καταγράφηκε ιστορικό χαμηλό στην εισπραξιμότητα, ενώ σε ιστορικό υψηλό ανήλθαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία. Ο δείκτης του 50% είναι ο υψηλότερος στην Ευρωζώνη και πέντε φορές μεγαλύτερος συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες - μέλη του Ευρωσυστήματος.
Σύμφωνα με τους αναλυτές του ΔΝΤ η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ, ειδικά για μεγάλες χρονικές περιόδους.
Τα στατιστικά στοιχεία που επικαλείται το ΔΝΤ είναι τα εξής:
1. Ο συντελεστής συλλογής των φόρων ξεπερνούσε το επίπεδο του 70% το 2010, ενώ το 2015 το ποσοστό περιορίστηκε, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ, στο 45%.
2. Η μη είσπραξη φέρνει περισσότερα ληξιπρόθεσμα χρέη των φορολογουμένων στην εφορία.
3. Πάνω από το 50% των μισθωτών και των συνταξιούχων δεν πληρώνει καθόλου φόρο, τη στιγμή που ο μέσος όρος για τις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, ανέρχεται στο... 9%.
Η φορολογική πολιτική που αποφάσισε να ακολουθήσει η κυβέρνηση για να επιτευχθεί η 1η αξιολόγηση, κινείται στην διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από αυτή που υπέδειξαν οι δανειστές με κίνδυνο να πέσουν ακόμη μια φορά έξω οι προβλέψεις για την απόδοση των μέτρων όπως συμβαίνει συνεχώς από το 2010 και μετά.