Βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού της Γερμανίδας καγκελάριου A. Merkel, υποστηρίζουν ότι είναι καιρός η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προσφέρει μια διέξοδο στην πολιτική των - ιστορικά - χαμηλών επιτοκίων και ότι θα πρέπει να ζητήσει από τον Mario Draghi να το πράξει.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του το Bloomberg, καθώς η κ. Merkel ετοιμάζεται να συναντηθεί με τον κ. Draghi την Παρασκευή στο Βερολίνο, οι γερμανικές τράπεζες, ο κυβερνητικός της συνασπισμός της και ο επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, Jens Weidmann, πιέζουν ώστε ο Mario Draghi να προσφέρει μια στρατηγική εξόδου από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Σχεδιασμένη για να τονώσει τον πληθωρισμό και να αντιμετωπίσει την «οικονομική δυσφορία» της Ευρώπης, η πολιτική αυτή επικρίνεται ότι ζημιώνει τους Γερμανούς καταθέτες και τους ιδιώτες επενδυτές, οι οποίοι τείνουν να προτιμούν τις χαμηλού ρίσκου επενδύσεις.
«Εμπιστεύομαι την καγκελάριο ότι θα μεταφέρει ξεκάθαρα τις ανησυχίες αναφορικά με την πολιτική της ΕΚΤ» όταν φιλοξενήσει τον κ. Draghi στη καγκελαρία, δηλώνει ο Alexander Radwan, μέλος της Επιτροπής Οικονομικών του γερμανικού κοινοβουλίου και βουλευτής του κυβερνητικού συνασπισμού της κ. Merkel. Η A. Merkel πρέπει να βοηθήσει ώστε να διασφαλίστει το ότι «η Ευρώπη αναγνωρίζει τα όρια της πολιτικής της Κεντρικής Τράπεζας», υποστηρίζει ο κ. Radwan.
Καθώς η πολιτική της ΕΚΤ βρίσκεται εκτός των χεριών της κ. Merkel, το χαμηλό κόστος δανεισμού των 19 χωρών της ευρωζώνης εντείνει τη δυσφορία στα μέλη του κόμματός της, των οποίων η υποστήριξη στην καγκελάριο δοκιμάζεται ήδη με τα προγράμματα διάσωσης στην ευρωζώνη και τις προσφυγικές ροές στη Γερμανία. Η συνάντηση της κ. Merkel με τον κ. Draghi είναι τυπική και δεν πρόκειται να ακολουθήσει συνέντευξη Τύπου, όπως ανακοίνωσε η Καγκελαρία.
Κάτι που δεν εμπόδισε ωστόσο τον Wolfgang Schaeuble, υπουργό Οικονομικών από το 2009 και βασικό σύμμαχό της κ. Merkel, να καυτηριάσει δημόσια την ΕΚΤ και να σκιαγραφήσει την πολιτική της ως απειλή για την οικονομική σταθερότητα. Η νομισματική πολιτική πυροδότησε μια τάση προς «υπερβολή των χρηματοοικονομικών αγορών» με τη ρευστότητα να μεταδίδει μια νευρικότητα «που αντανακλάται τώρα στην Κίνα», δήλωσε την Πέμπτη στις Βρυξέλλες ο κ. Schaeuble.
«Δε θα αρνηθώ ότι τα χαμηλά επιτόκια μας ανησυχούν», δήλωσε η εκπρόσωπος οικονομικής πολιτικής του κόμματος της κ. Merkel, Antje Tillmann, σε συνέντευξή της. Η Γερμανία μπορεί να αντιμετωπίσει το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων μόνο βραχυπρόθεσμα «και για αυτό ελπίζω ότι είναι κάτι που πρόκειται να αλλάξει. Πιστεύω ότι ο κ. Draghi ξέρει τι αναμένουμε για αυτό», συμπληρώνει.
Παράλληλα, ο επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας, Jens Weidmann, προειδοποίησε την Τρίτη από το Παρίσι, ότι τα χαμηλά επιτόκια για εκτεταμένες χρονικές περιόδους συμπιέζουν τα τραπεζικά κέρδη και κινδυνεύουν να τροφοδοτήσουν χρηματοοικονομικές φούσκες. Οι αρμόδιες εποπτικές αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν στενά τις τράπεζες, τα κέρδη των οποίων μειώνονται στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, δήλωσε την ίδια μέρα στη Φρανκφούρτη, ο Felix Hufeld, πρόεδρος της γερμανικής εταιρείας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, BaFin.
«Το γεγονός ότι τα επιτόκια παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά για χρόνια ενοχλεί όλο και περισσότερο τις τράπεζες στη Γερμανία», δήλωσε ο κ. Hufeld, τη στιγμή που οικονομολόγοι της Morgan Stanley, μεταξύ των οποίων η Elga Bartschsaid, δεν αποκλείουν περισσότερη χαλάρωση από την ΕΚΤ τη φετινή χρονιά, ενδεχομένως το Ιούνιο ή τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ενώ οι ενδείξεις ότι η χαλάρωση της ΕΚΤ ενισχύει την ανάκαμψη της Ευρωζώνης αυξάνονται, πολλοί στη Γερμανία εκτιμούν ότι η Κεντρική Τράπεζα έχει μετατραπεί σε όργανο των πολιτικών που εξαρτώνται στο φθηνό χρέος για να αποφύγουν τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Οι γερμανικές τράπεζες υποφέρουν από τη συγκεκριμένη πολιτική, καθώς τα καθαρά έσοδα από τόκους είναι μακράν η μεγαλύτερη πηγή εσόδων τους, δήλωσε σε δημοσιογράφους την Τετάρτη στο Βερολίνο, ο Michael Kemmer, γενικός διευθυντής της ένωσης γερμανικών τραπεζών.