Το 2021 ήταν εντυπωσιακό για την ελληνική οικονομία παρόλη την υγειονομική επιδείνωση το τέταρτο τρίμηνο. Η διοικητική διασωλήνωση (τεχνικοί περιορισμοί) της ελληνικής οικονομίας (άρα και η μεγάλη ύφεση) του 2020 ήταν εξαιρετικά αποτελεσματική και η επαναφορά στην κανονικότητά της επίσης, παρόλο το τελευταίο κύμα των ανεμβολίαστων και την έλευση της Όμικρον.
Το 2021 αναμένουμε μία ανάκαμψη στην οποία ίσως για πολύ λίγο θα αντισταθμιστεί το σύνολο των ζημιών του 2020. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι κοιτάζουμε πλέον το 2022 με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Ό,τι ανάπτυξη θα έλθει θα προσμετρήσει ως η πρώτη και καθαρή αύξηση του ΑΕΠ. Μιλάμε για ένα ποσοστό μεγέθυνσης που θα κινηθεί γύρω στο 4,5%. Πρόκειται για ένα ποσοστό καθόλου ευκαταφρόνητο που πάλι θα φέρει την Ελλάδα στις πρώτες αναπτυξιακές θέσεις της Ευρώπης.
Όμως το θέμα που αναφύεται είναι η ποιότητα της ανάκαμψης. Η φάση της οικονομικής επέκτασης που ξεκίνησε το 3ο τρίμηνο του 2020, στηρίχθηκε σε ένα πολύ πετυχημένο μείγμα εσωτερικής και εξωτερικής δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής η οποία θα αρχίσει να αποσύρεται το 2022. Ήδη έχουν αρχίσει να ακούγονται φωνές (κυρίως στο εσωτερικό) εναντίον της επιστροφής της δημοσιονομικής και νομισματικής κανονικότητας αλλά παράλληλα ακούγονται (κυρίως στην Ευρώπη) και φωνές υπέρ της επιστροφής στην δημοσιονομική πειθαρχία.
Τρεις παράγοντες θα προσδιορίσουν θετικά τον ρυθμό ανάπτυξης το 2022: η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, οι συνολικές επενδύσεις και η μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Έτσι θα επιτευχθεί μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος για να επανέλθει σε θετικά επίπεδα το 2023, με έναν πληθωρισμό που θα κινηθεί γύρω στο 2% υπό την επίδραση κυρίως του ενεργειακού κόστους που θα συνεχίσει και το πρώτο εξάμηνο του 2022 να ασκεί αυξητικές επιδράσεις.
Η επίδραση της Όμικρον μπορεί να αποτιμηθεί μέσα από τέσσερα πιθανά σενάρια: Στα πρώτα δύο πιο πιθανά (40% πιθανότητα το καθένα συμφώνως με διεθνείς εκτιμήσεις) θα εντάσσαμε την προοπτική η Όμικρον να έχει επιπτώσεις παρόμοιες με αυτές της Delta και στο δεύτερο είναι να έχει υψηλότερη μεταδοτικότητα αλλά ηπιέστερα συμπτώματα. Συνεπώς κατά 80% στο 2022 θα έχουμε μία εξέλιξη όπως αυτή που περιγράφουμε παραπάνω. Το υπόλοιπο ποσοστό το καταλαμβάνουν εκδοχές τις πραγματικότητας που συνδέονται με υψηλότερες αρνητικές επιπτώσεις.
Από τα παραπάνω συνεπάγεται ότι το 2022 εκτιμάται ότι θα είναι για την ελληνική οικονομία έτος με ισχυρή ανάπτυξη με δυναμικά χαρακτηριστικά. Για να εξασφαλιστεί όμως φαίνεται ότι δεν θα είναι αρκετή η άσκηση της συνεπούς δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής. Το κρίσιμο θέμα θα είναι η ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων. Αφού γνωρίζουμε ότι θα λειτουργεί ο επερχόμενος ανασχετικός παράγοντας της πολιτικής αστάθειας (εκλογές το 2023) θα πρέπει να αντισταθμιστεί με μία ισχυρή μεταρρυθμιστική πολιτική που θα κινητοποιήσει την ιδιωτική επενδυτική πρωτοβουλία και έτσι θα σφραγιστεί και η κατεύθυνση του μέλλοντος.
* O Παναγιώτης Πετράκης είναι καθηγητής Οικονομικών στο ΕΚΠΑ.