Ρύθμιση «πακέτο» για ασφαλιστικό και φορολογικό ετοιμάζει η κυβέρνηση, καθώς γνωρίζει ότι ακόμη κι αν καταφέρει να περάσει από τη Βουλή το Ασφαλιστικό στηριζόμενη σε πιθανή αποχή της Αντιπολίτευσης, δεν θα μπορέσει να περάσει από το… «μπλόκο» της φορολογίας των αγροτών.
Το «δύο σε ένα» όσον αφορά το σύνολο των επιβαρύνσεων που σχεδιάζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει φυσικά και διττό στόχο. Αφενός να κάμψει τις αντιρρήσεις των δανειστών οι οποίοι μέχρι σήμερα -τελευταία ημέρα συζητήσεων με τις οποίες ολοκληρώνεται ο πρώτος κύκλος επαφών- εμμένουν, όπως πρώτο αποκάλυψε το Liberal.gr, ότι τα νούμερα δεν βγαίνουν.
Αφετέρου δε να μπορέσει να κάμψει τη θύελλα αντιδράσεων που έχουν ξεσηκώσει οι προτάσεις της και οι επιβαρύνσεις που φέρνουν για όλους τους ασφαλισμένους και φορολογούμενους, καθώς λαμβάνουν πλέον διαστάσεις χιονοστιβάδας με κίνδυνο να συμπαρασύρουν τα πάντα - και πρώτη τν κυβερνητική συμμαχία.
Το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται και πάλι οι διαπραγματεύσεις, λόγω της κυβερνητικής αδυναμίας που πιστοποιεί και την έλλειψη ολοκληρωμένου σχεδίου, έχει προβληματίσει σφόδρα τα ηγετικά κλιμάκια του Μεγάρου Μαξίμου που σε αλλεπάλληλες συσκέψεις προσπαθούν να λύσουν την «εξίσωση» των αριθμών και ταυτόχρονα να βγουν από το «λαβύρινθο» των κλιμακούμενων κινητοποιήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό στο τραπέζι των κυβερνητικών συζητήσεων υπήρξε εισήγηση για παρουσίαση και κατάθεση ενιαίας ασφαλιστικής και φορολογικής πρότασης, βασική επιδίωξη της οποίας θα είναι να μπαίνουν σε ένα «καλάθι» οι επιβαρύνσεις με στόχο να μειωθούν τα βάρη, κυρίως για τα μεσαία εισοδήματα.
Η πρόταση λοιπόν «δύο σε ένα», ουσιαστικά αποσκοπεί στο να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι μέσα από ένα νέο αλγόριθμο που θα εξισορροπεί κλίμακες, συντελεστές και κατ' επέκταση θα μοιράζει και πάλι την «τράπουλα» από μηδενική βάση, αλλά με δικαιότερο για όλους τους ασφαλισμένους και φορολογούμενους τρόπο.
Πολύ απλά θα θεσπιστεί για κάθε επαγγελματική κατηγορία ένα ποσοστό επιβάρυνσης, εισφορών και φορολογίας, με συγκεκριμένα κλιμάκια ανάλογα με τα εισοδήματα που δηλώνουν οι ασφαλισμένοι – φορολογούμενοι.
Διότι με τα σημερινά δεδομένα τα 1,8 δισ. ευρώ για φέτος δεν εξασφαλίζονται, παρά το γεγονός ότι επιβαρύνονται υπέρμετρα τα μεσαία και υψηλότερα εισοδήματα, ενώ και το δημοσιονομικό κενό άνω των 2 δισ. ευρώ δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς νέα μέτρα, όπως άλλωστε απαιτούν οι δανειστές.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι μόνο στη φορολογία μέσω των νέων κλιμακίων φορολόγησης αναζητούνται πρόσθετα έσοδα άνω των 400 εκατ. ευρώ, που δύσκολα μπορούν να έρθουν μόνο από την αύξηση του ανώτατου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας στο 50%, λόγος για τον οποίο άλλωστε το κουαρτέτο εξέφρασε πολλές επιφυλάξεις σε βαθμό μάλιστα άρνησης.
Εξάλλου φέτος αναζητούνται επιπλέον 32 εκατ. ευρώ από τη φορολογία των αγροτών, αλλά και ακόμη 142 εκατ. ευρώ από τα εισοδήματα από ενοίκια, για τα οποία ουδείς γνωρίζει πώς θα καλυφθούν αφού ισοδύναμα δεν υπάρχουν, ούτε η μείωση δαπανών γίνεται αποδεκτή από τους δανειστές.
Από την άλλη πλευρά, ακόμη πιο πιεστική είναι η κατάσταση στο Ασφαλιστικό, αφού η απόσταση μεταξύ των δυο πλευρών είναι τεράστια και φαντάζει αγεφύρωτη.
Το σχέδιο της κυβέρνησης σύμφωνα με τους επικεφαλής του κουαρτέτου δεν είναι βιώσιμο έως το 2060, παρά τα όσα ισχυρίζονται τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου.
Για το λόγο αυτό άλλωστε επιμένουν για περικοπή σε όλες τις συντάξεις, παλαιές και νέες, κύριες και επικουρικές, ή έστω εναλλακτικά, όπως έχει αποκαλύψει το Liberal.gr, μείωση των συντάξεων από το πρώτο ευρώ κατά 6%, 15% για συντάξεις άνω των 800 ευρώ και το 30% να ισχύσει για όσες ξεπερνούν τα 1.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση εξάλλου έχει αποκλειστεί από τους δανειστές η ενίσχυση του συστήματος από την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών κατά 1,5%, αφού δημιουργεί εμπόδια στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αυξάνει τον κίνδυνο των λουκέτων και εκτινάσσει την ανεργία.
Στην περίπτωση όμως αυτή το «κενό» μεγαλώνει ακόμη περισσότερο και επομένως το «μαχαίρι» στις επικουρικές άνω των 170 ευρώ πρέπει να μπει ακόμη πιο βαθιά και κλιμακωτά.
Οι δανειστές εξάλλου πιέζουν για ακόμη μεγαλύτερη μείωση της εθνικής σύνταξης των 384 ευρώ, για τη χορήγηση μάλιστα της οποίας απαιτούν τη θέσπιση εισοδηματικών κριτηρίων μετά από 20έτη και όχι 15 όπως προτείνει η κυβέρνηση, ενώ έντονες είναι οι διαφωνίες τους για τα ποσοστά αναπλήρωσης όπως αυτά παρουσιάζονται στο σχέδιο των 170 σελίδων της κυβέρνησης.
Διαφορές οι οποίες πολύ δύσκολα μπορούν να κλείσουν με «υποχώρηση» του κουαρτέτου, ενώ σε συνδυασμό με τα πρόσθετα μέτρα που διαμηνύει ότι επιθυμεί πλέον εκτός από το ΔΝΤ και η Κομισιόν για να κλείσουν τα «κενά» και να ανοίξει ο δρόμος για πρωτογενή πλεονάσματα έως 3,5% του ΑΕΠ το 2018, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα για την κυβέρνηση.
Στη δεύτερη πάντως πράξη του έργου των διαπραγματεύσεων, που θα ανοίξει «αυλαία» στις 12 – 15 Φεβρουαρίου, οπότε και αναμένεται η επιστροφή των επικεφαλής του κουαρτέτου στην Αθήνα, θα φανεί εάν η κυβέρνηση, έστω και πάλι στο παρά ένα, έχει την ικανότητα να αφοπλίσει τον «ωρολογιακό» μηχανισμό που έχει στα χέρια της, ή θα «τινάξει» στον αέρα και αυτή τη διαπραγμάτευση με ανυπολόγιστες όμως αυτή τη φορά συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία.
Μένει να αποδειχθεί λοιπόν εάν το τελευταίο «όπλο» του ενός ενιαίου «πακέτου» επιβαρύνσεων, από Ασφαλιστικό και φορολογία, που ετοιμάζει η κυβέρνηση για τη μεγάλη «μάχη», θα αποδειχθεί ισχυρό για να αποφύγει την ήττα ή… «άσφαιρο» και θα φέρει πολιτικές εξελίξεις, αφού και τα δυο νομοσχέδια δεν μπορούν να τα «σηκώσουν» οι κυβερνητικοί βουλευτές…