Την ανάγκη αύξησης επενδύσεων στη χώρα μας, με στόχο να διατηρηθεί η ανάπτυξη στο επίπεδο της πρόβλεψης του 1,4% επεσήμανε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της τριμηνιαίας Έκθεσης «Η Ελληνική Οικονομία, 4ο/2022» ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας.
Μάλιστα, όπως ανέφερε ο ίδιος Το Ταμείο Ανάκαμψης και η λοιπή εισροή ευρωπαϊκών πόρων είναι υψηλής σημασίας και μπορούν να κινητοποιήσουν ευρύτερες επενδύσεις, οι οποίες θα πρέπει να είναι αυξημένες τουλάχιστον κατά 10%, καθώς λόγω του πληθωρισμού η ιδιωτική κατανάλωση καταγράφει μικρότερη αύξηση.
Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα ευρήματα της έκθεσης, η οποία αναφέρει ότι το ΙΟΒΕ αναθεωρεί προς τα κάτω την εκτίμηση για ανάκαμψη το 2022, σε 5,2%, σε σταθερές τιμές, κυρίως λόγω μικρότερης διεύρυνσης των εξαγωγών (5,8%) και μείωσης της δημόσιας κατανάλωσης (-1,1%), ενώ αναμένεται αύξηση σε ιδιωτική κατανάλωση (7,7%), επενδύσεις (12,1%) και εισαγωγές (9,1%). Για το 2023, το ΙΟΒΕ αναμένει ηπιότερη ετήσια ανάπτυξη, κατά 1,4% σε πραγματικούς όρους, κυρίως λόγω επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού και αβεβαιότητας.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις καθώς οι ρυθμοί ανάπτυξης συρρικνώνονται, ενώ ο πληθωρισμός παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ως συνέπεια και της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο στις 38 χώρες του ΟΟΣΑ έφτασε το 10,3%, υποχωρώντας οριακά από το 10,7%, που καταγράφηκε τον προηγούμενο μήνα και αποτελεί υψηλό των τελευταίων 39 ετών.
Οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως προβαίνουν σε συστηματικές αυξήσεις επιτοκίων σε μικρό χρονικό διάστημα με την προκαλούμενη σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών να έχει ήδη αρχίσει να κάμπτει τις πληθωριστικές προσδοκίες. Το ενδεχόμενο «ομαλής προσγείωσης» των οικονομιών και η αποφυγή της ύφεσης παραμένει ως πιθανό σενάριο, ωστόσο, οι συνεχιζόμενες περαιτέρω παρεμβάσεις αυξάνουν την πιθανότητα μιας πιο απότομης από την σκοπούμενη προσγείωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τα υπόλοιπα ευρήματα της έκθεσης του ΙΟΒΕ:
-Χαμηλότερη των προσδοκιών ήταν η ετήσια εγχώρια ανάκαμψη της τάξης του 2,8% καταγράφηκε στο τρίτο τρίμηνο του 2022, έναντι ανάκαμψης 7,1% στο προηγούμενο τρίμηνο. Η επιβράδυνση οφείλεται κυρίως στη μεγάλη πτώση του ετήσιου ρυθμού αύξησης των εξαγωγών υπηρεσιών σε 3,0% από 45,8% στο προηγούμενο τρίμηνο, και τις εξαγωγές αγαθών να παρουσιάζουν οριακή πτώση.
-Η εκτέλεση του προϋπολογισμού κινήθηκε κοντά στον στόχο για το 2022. Καταγράφηκε υπέρβαση των ταμειακών στόχων στο πρώτο ενδεκάμηνο του 2022 και σημαντική ετήσια άνοδος στα δημόσια έσοδα (+10,2%) λόγω της αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας και του πληθωρισμού. Στην έκθεση , ακόμη, καταγράφεται ηπιότερη μείωση ποσοστού ανεργίας το γ’ τρίμ. του 2022 στο 11,6% από 13,0% το γ’ τρίμ. του 2021.
- Ο ρυθμός μεταβολής του ΓΔΤΚ κατά 9,6% στο σύνολο του 2022 ήταν ο υψηλότερος από το 1994, μετά από ήπια άνοδο 1,2% ένα έτος πριν. Η ισχυρή άνοδος οφείλεται κυρίως στην αυξητική άμεση επίδραση των ενεργειακών αγαθών το πρώτο εννεάμηνο, και των μη ενεργειακών αγαθών το τελευταίο τρίμηνο του 2022. Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ηπιότερη ανοδική τροχιά το τρέχον έτος, στην περιοχή του 4%, λόγω κυρίως της ανθεκτικότητας της καταναλωτικής ζήτησης.
-Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών μειώθηκαν το γ’ τρίμηνο σε μονοψήφιο ποσοστό των συνολικών δανείων, για πρώτη φορά από το 2009. Ωστόσο, παραμένουν σημαντικός επιβαρυντικός παράγοντας για την οικονομία, ενώ ο ρυθμός μείωσής τους φθίνει ή ακόμα και ανακόπηκε (στεγαστική πίστη). Μεταξύ των θετικών εξελίξεων στα τέλη του 2022, ενισχύθηκε η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις, και παράλληλα επιταχύνθηκε η υλοποίηση του δανειακού σκέλους του «Ελλάδα 2.0». Μεταξύ των προκλήσεων στα τέλη του 2022, ξεχωρίζουν η ανακοπή της ανοδικής τάσης των ιδιωτικών καταθέσεων, η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, ο κίνδυνος για νέο γύρο ληξιπρόθεσμων οφειλών λόγω ενεργειακής κρίσης και η αμείωτη πιστωτική συρρίκνωση προς τα νοικοκυριά. Ως προτεραιότητες για το τραπεζικό σύστημα, αναδεικνύονται η συνέχιση βελτίωσης της ποιότητας του ενεργητικού και των ιδίων κεφαλαίων, καθώς και η αποτελεσματική εφαρμογή του πτωχευτικού κώδικα και του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών.
Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του κ. Βέττα, κατά τη διάρκεια του 2022, η ελληνική οικονομία κατέγραψε ιδιαίτερα σημαντική δυναμική μεγέθυνσης, με τάση εξασθένισης, σε συνέχεια ενός κύκλου διακυμάνσεων που ξεκίνησε με την κρίση της πανδημίας.
Για την αξιολόγηση της πορείας της οικονομίας βραχυχρόνια, υπάρχουν σημαντικοί θετικοί παράγοντες. Συνολικά, και ξεκινώντας από χαμηλότερη βάση, η οικονομίας μας μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα από τον μέσο όρο της Ευρώπης.
Το συσσωρευμένο δυναμικό της ελληνικής οικονομίας είναι μεγαλύτερο από αυτό στις περισσότερες ευρωπαϊκές. Η ανεργία, και γενικότερα η δεξαμενή ανεκμετάλλευτης εργασίας, παραμένει υψηλή, και ακόμη μεγαλύτερο είναι το επενδυτικό κενό. Το Ταμείο Ανάκαμψης και η λοιπή εισροή ευρωπαϊκών πόρων είναι υψηλής σημασίας και μπορούν να κινητοποιήσουν ευρύτερες επενδύσεις. Εξωστρεφείς επιχειρήσεις, κυρίως μεταποιητικές έχουν τοποθετηθεί σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας. Το δημόσιο χρέος, αν και πολύ υψηλό, είναι προς το παρόν λιγότερο εκτεθειμένο στις αυξήσεις των επιτοκίων από ό,τι άλλων οικονομιών.
Η σημαντική επιδείνωση στο εμπορικό ισοζύγιο και ο υψηλός δομικός πληθωρισμός αναδεικνύουν συστηματικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας. Η τάση για διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος καθώς υπάρχει μεγέθυνση αντανακλά σχετικά χαμηλή ανταγωνιστικότητα. Η τάση για άνοδο των κεντρικών τιμών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς ανακάμπτει η κατανάλωση, υποδηλώνει μικρή δυνατότητα έγκαιρης ανταπόκρισης της παραγωγής και χαμηλή ένταση ανταγωνισμού.
Κρίσιμο είναι να επιτευχθεί σύντομα αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα. Κάτι τέτοιο αποτελεί θετικό σήμα για τις αγορές, βελτιώνει τις προσδοκίες και οδηγεί στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και την αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης.
Η ευστάθεια του δημοσιονομικού ισοζυγίου αποτελεί προϋπόθεση για την συστηματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Στην πλευρά των φορολογικών εσόδων, στον τρέχοντα χρόνο υπάρχουν τέσσερις θετικές εξελίξεις, από την ίδια τη μεγέθυνση της οικονομίας, από την επίδραση της διάδοσης των ηλεκτρονικών πληρωμών, από τους έμμεσους φόρους λόγω πληθωρισμού και από την φορολογία των εισοδημάτων καθώς εφαρμόζεται μια προοδευτική κλίμακα.
Στην πλευρά των δημοσίων δαπανών, οι πολιτικές στήριξης μέσω επιδομάτων, πέρα από επιδράσεις στα δημοσιονομικά και μακροοικονομικά ισοζύγια, έχουν παράπλευρες επιδράσεις στην κατανάλωση και τη φορολογική συμμόρφωση.