Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Πολλά λέγονται και ακούγονται για την κατάσταση των ιταλικών τραπεζών και ειδικότερα της Banca Monte dei Paschi di Siena. Από τα 5 δισ. ευρώ που χρειάζονταν αρχικά για τη διάσωση της τρίτης μεγαλύτερης τράπεζας της Ιταλίας, πήγαμε μέσα… σε μία νύχτα στα 8,8 δισ. ευρώ (αύξηση 76%), διότι έτσι το αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα; Όχι βέβαια. Ο Mario Draghi δεν έχει προηγούμενα με την Monte Paschi, όμως βλέπει την αρχαιότερη τράπεζα στον κόσμο να ξεμένει από ρευστότητα μέσα στους επόμενους τέσσερις μήνες.
Από τα μέσα του 2015 μέχρι σήμερα έχουν κάνει φτερά καταθέσεις ύψους 14 δισ. ευρώ, ενώ μέσα στο 2016 οι εκροές της Monte Paschi διαμορφώνονται σχεδόν σε 9 δισ. ευρώ, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η περίοδος της ακραίας αβεβαιότητας του Δεκεμβρίου. Οι εκροές αποδίδονται κατά κύριο λόγο στις ανησυχίες για την εφαρμογή του bail-in σε συνδυασμό με την πολιτική αβεβαιότητα που προκάλεσε το δημοψήφισμα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που οι καταθέσεις της Monte Paschi απασχολούν την επικαιρότητα. Ήταν Μάρτιος του 2013, όταν μετά την τρίτη στη σειρά ανακεφαλαιοποίηση της τράπεζας, τη μεγάλη αύξηση των προβληματικών δανείων και το σκάνδαλο των παραγώγων, ο CEO της Monte Paschi είχε κάνει λόγο για εκροές δισεκατομμυρίων, στον απόηχο επίσης του «κουρέματος» καταθέσεων στην Κύπρο.
Και αν τα 14 δισ. ευρώ που έκαναν φτερά τον τελευταίο χρόνο δεν απειλούν το σύστημα των 1 τρισ. ευρώ σε καταθέσεις, δεν παύουν να προσθέτουν μία ακόμη εστία προβληματισμού για τις ιταλικές τράπεζες. Οι τρέχουσες εξελίξεις είναι δραματικές και δεν αποκλείεται να αλλάξουν τα δεδομένα για πολλά μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όχι μόνο της Ιταλίας αλλά ολόκληρης της Ευρωζώνης.
Αναλυτές με τους οποίους επικοινώνησε το liberal.gr, εκφράζουν την ανησυχία ότι η υπόθεση της Monte Paschi δεν αφορά «μία ακόμη τράπεζα» αλλά μπορεί να πλήξει σε καθοριστικό βαθμό την εμπιστοσύνη των Ιταλών καταθετών. «Σίγουρα η Monte Paschi δεν μπορεί από μόνη της να κλονίσει το ιταλικό τραπεζικό σύστημα, όμως όλα θα εξαρτηθούν από την τελική συμφωνία για τη διάσωσή της. Οι επενδυτές ανησυχούν για το προφανές: ότι τα προβλήματα δεν τελειώνουν με την κεφαλαιακή ενίσχυση της Monte Paschi», υποστηρίζει αναλυτής αμερικανικού επενδυτικού οίκου.
Ο ίδιος τονίζει ότι εκτός από τους επενδυτές θα πρέπει να υπάρξει… μέριμνα και για τους καταθέτες οι οποίοι βλέπουν το φάντασμα του «bail-in» - όπως αυτό εφαρμόστηκε στην Κύπρο - να είναι υπαρκτό και εύλογα αναζητούν εναλλακτικές για τη φύλαξη των χρημάτων τους. «Δεν είναι δύσκολο να ξεσπάσει μία νέα κρίση με επίκεντρο τις καταθέσεις αν η πιθανότητα επιβολής του bail-in σε καταθέτες αυξηθεί σημαντικά».
Η αγωνία, λοιπόν, φτάνει σήμερα στο απροχώρητο καθώς ενώ η ΕΚΤ τοποθετεί τις κεφαλαιακές ανάγκες της Monte Paschi στα 8,8 δισ. ευρώ, το ιταλικό δημόσιο φέρεται διατεθειμένο να διαθέσει 6,5 δισ. ευρώ, την ώρα που Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης Jens Weidmann, προειδοποιούν για την κρατική παρέμβαση. Τα υπόλοιπα 2,3 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τη μετατροπή ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης σε μετοχές, σε μία εξαιρετικά ήπια εφαρμογή του bail-in – αν και τίποτα ακόμη δεν είναι σίγουρο για τον βαθμό συμμετοχής μετόχων και επενδυτών στη διάσωση της τράπεζας.
Το βασικό πρόβλημα με την Banca Monte dei Paschi di Siena, δεν είναι ότι η ΕΚΤ ανεβάζει τον «λογαριασμό», αλλά ότι δεν μπορούσε να προσελκύσει επενδυτές ούτε για τα 5 δισ. ευρώ, που ήταν η αρχική απαίτηση, ίσως ούτε για λιγότερα. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Weidmann, τα χρήματα που θα διαθέσει το ιταλικό δημόσιο δεν πρέπει να καλύψουν αναμενόμενες ζημιές. Η τράπεζα θα πρέπει να είναι πραγματικά υγιής για να γίνει αποδεκτή η κρατική παρέμβαση, είπε ο Γερμανός που είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ.
Ενδεχομένως λίγους απασχολεί το γεγονός ότι πρόκειται για την αρχαιότερη τράπεζα στον κόσμο, αλλά η Monte Paschi είναι σήμερα η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Ιταλία και αυτό απασχολεί τους περισσότερους. Από την εξαγορά-μαμούθ των 9 δισ. ευρώ το 2007 στην πλήρη απαξίωση και ένα βήμα πριν από το bail-in. Η αδυναμία της να βρει τα κεφάλαια που χρειάζεται για να μην οδηγηθεί σε εκκαθάριση – άρα σε κρατική παρέμβαση που επιβαρύνει τους φορολογούμενους - είναι ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί στην Ευρώπη και δεν σχετίζεται μόνο με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία.
Οι επενδυτές δεν επιλέγουν εύκολα τον τραπεζικό κλάδο και αυτό φαίνεται σε όλα τα deals που υλοποιούνται – ή δεν υλοποιούνται - σε μία τάση που αρχίζει να αγγίζει ακόμη και τον πυρήνα της Ευρωζώνης, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις ανησυχίες για την Deutsche Bank στον απόηχο των δικαστικών περιπετειών που οδήγησαν σε συμβιβασμό για την καταβολή προστίμου 7,2 δισ. δολαρίων που της επέβαλε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.