Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να σώσει… ότι σώζεται από τα ποσοστά του ενόψει των εκλογών, ο Αλ. Τσίπρας θέλει να «κερδίσει» τη μη περικοπή των συντάξεων και να δώσει όσες περισσότερες παροχές μπορεί. Επειδή, όμως, η συμπεριφορά του δίνει την εντύπωση στους επενδυτές ότι η Ελλάδα δεν είναι σοβαρή χώρα, θέτει σε κίνδυνο την οικονομία. Ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η μη τήρηση των συμφωνηθέντων και η παροχολογία επηρεάζουν αρνητικά τα ελληνικά ομόλογα και αναζητεί «αντίμετρα». Όχι γιατί τον ενδιαφέρουν οι αγορές αλλά διότι δεν θέλει να μπει στην τελική ευθεία για τις εκλογές με τις τράπεζες σε αναβρασμό.
Είναι τόσο μεγάλη η ανάγκη που έχει η κυβέρνηση να αποδείξει ότι η ελληνική οικονομία έχει μπει σε σταθερή τροχιά ανάκαμψης και ότι η Ελλάδα έχει ξεφύγει μια για πάντα από τα μνημόνια που… επιστρατεύθηκε μέχρι και ο Μάριο Ντράγκι. Όχι. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ δεν αποφάσισε να πει λίγα καλά λόγια για να στηρίξει τον Αλέξη Τσίπρα, ούτε είδε ξαφνικά τα εκπληκτικά επιτεύγματα του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Ίσα ίσα που στη χθεσινή συνάντηση των δύο ανδρών, ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης επανέλαβε όσα έχει κατά καιρούς διαμηνύσει στον Έλληνα πρωθυπουργό.
Όμως αν σταθεί κανείς στις κυβερνητικές διαρροές μετά το τέλος της συνάντησης θα νομίζει ότι ο Ντράγκι «αλλαξοπίστησε». Ο «κακός τραπεζίτης του 2015 που προκάλεσε ασφυξία στην Ελλάδα και έκλεισε τις τράπεζες», αναγνωρίζει πλέον ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει θαύματα. Γι' αυτό το λόγο είναι έτοιμος να αυξήσει το όριο αγοράς ομολόγων για τις ελληνικές τράπεζες – το οποίο «πάγωσε» το α' εξάμηνο του 2015 - και να πείσει την Άνγκελα Μέρκελ ότι οι συντάξεις δεν πρέπει να κοπούν.
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι έτσι. Όπως έχει κατά καιρούς επισημάνει ο Ντράγκι, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και να επιδιώξει τη βελτίωση της επενδυτικής εμπιστοσύνης για να μπορέσει να βγει με βιώσιμο τρόπο στις αγορές. Έτσι θα μπορέσει αφενός να απορροφήσει τις όποιες αναταράξεις προκαλεί το ιταλικό ζήτημα και αφετέρου να διευκολύνει σημαντικά τις τράπεζες.
Αυτό είναι το μεγάλο θέμα για την ελληνική κυβέρνηση: Οι τράπεζες. Η αναταραχή σχετικά με τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων και το κατά πόσο θα χρειαστούν νέα κεφάλαια, έχει κάνει την κυβέρνηση να ψάχνει απελπισμένα τρόπο να αντιστρέψει το κλίμα. Πιστεύουν ότι με τις τράπεζες «ενεργές» μπορεί να υποχωρήσει το επιτόκιο δανεισμού της χώρας πολύ πιο γρήγορα, όμως στην ΕΚΤ κυριαρχεί η πεποίθηση ότι ο ομφάλιος λώρος μεταξύ τραπεζών και κρατικού χρέους πρέπει να κοπεί και όχι να ενισχυθεί.
Χθες, για μία ακόμη φορά, οι επενδυτές έδειξαν να μην έχουν καμία εμπιστοσύνη στον κ. Τσίπρα. Ο τραπεζικός δείκτης υποχώρησε στο Χρηματιστήριο της Αθήνας κατά 3,18% στο αδιανόητο επίπεδο των 477 μονάδων, λες και το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων ανακαλύφθηκε... χθες.
Ομόλογα και μετοχές δείχνουν ότι οι αγορές θέλουν να δουν ένα αποτελεσματικό σχέδιο από την ελληνική κυβέρνηση για την όσο το δυνατόν ταχύτερη «κάθαρση» των τραπεζών και όχι… αλχημείες. Θέλουν, επίσης, μία υπεύθυνη στάση στη δημοσιονομική πολιτική και όχι ακατάσχετη παροχολογία ενόψει εκλογών.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, ζητάει από την ΕΚΤ την αύξηση του ορίου αγοράς κρατικών ομολόγων από τις τράπεζες και η ΕΚΤ ζητάει από την ελληνική κυβέρνηση να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Παρ' όλα αυτά, οι διαρροές από κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι το βασικό συμπέρασμα της συζήτησης ήταν ότι το ελληνικό ομόλογο αποσυνδέεται αργά αλλά σταθερά από το ιταλικό. Η… αποσύνδεση οδήγησε χθες την απόδοση του ελληνικού 10ετούς από το 4,30% στο 4,45% ενώ και σήμερα συνεχίζει ανοδικά.
Είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τη συνάντηση Τσίπρα-Ντράγκι, η οποία πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, για να περάσει το μήνυμα ότι όλα πάνε καλά. Όσο για τα θετικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας τα οποία αναγνώρισε ο Ντράγκι και θα αρχίσουν να βλέπουν σύντομα οι «τυφλές» αγορές, η Capital Economics έχει διαφορετική άποψη. Σε έκθεσή της ανέφερε ότι εξαιτίας της επιδείνωσης των συνθηκών οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης για την ανάπτυξη είναι υπερβολικά αισιόδοξοι.
Προειδοποιεί δε, πως υπάρχει περίπτωση να μην πιάσει η χώρα μας τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος και παράλληλα κινδυνεύει με πολύ πιο καταστροφικές συνέπειες, στην περίπτωση που ο κ. Τσίπρας ξεκινήσει μπαράζ παροχών ενόψει εκλογών. Οι αποδόσεις των ομολόγων θα εκτιναχθούν, οι τράπεζες θα δεχθούν πλήγμα, η ανάκαμψη θα σταματήσει και το κεφαλαιακό «μαξιλάρι» θα εξαντληθεί πολύ πιο γρήγορα φέρνοντας την Ελλάδα εκ νέου στη δυσάρεστη θέση να χρειαστεί οικονομική στήριξη ακόμη και πριν το τέλος του 2020.