H επιδείνωση του οικονομικού κλίματος που εμφανίστηκε στην πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ (Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών) για τον μήνα Σεπτέμβριο, έρχεται να ανατρέψει τη θετική δυναμική που επικρατούσε μετά τις εκλογές, αφού είχε γίνει πράξη η ανανέωση της κυβερνητικής θητείας, παράλληλα με την εξασθένηση της αντιπολίτευσης.
Η μεταστροφή αυτή έχει πολλές αιτίες. Οι πυρκαγιές στη Θράκη, η καταστροφική πλημμύρα στη Θεσσαλία, ανέδειξαν για μια ακόμα φορά την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι σε αυτό που ονομάζουμε «κράτος» και το διάχυτο αίσθημα ανασφάλειας που δεν καλύπτει μόνο τον οικονομικό τομέα της ζωής των νοικοκυριών, αλλά και την απλή καθημερινότητα τους.
Η ακρίβεια των τροφίμων, μαζί με το κύμα ανατιμήσεων σε σχεδόν όλα τα προϊόντα που προμηθεύονται τα νοικοκυριά, συγκρινόμενη με τα επίπεδα των απολαβών των εργαζομένων, αν μη τι άλλο αγχώνει τους πολίτες. Με τον μέσο μεικτό μηνιαίο μισθό στην Ελλάδα να διαμορφώνεται στα 1.038 ευρώ, αυξημένο κατά 4% από τον αντίστοιχο του 2022, είναι απολύτως λογικό να παρατηρείται μια έντονη βύθιση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης στις -45 μονάδες, από τις -28,6 μονάδες που ήταν αμέσως μετά από τις εκλογές. Και δεν είναι τυχαίο ότι το 66% των νοικοκυριών εκτιμά πως επήλθε μια αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης.
Η απαισιοδοξία αγκαλιάζει και τις προβλέψεις για τη γενικότερη πορεία της χώρας, όπου το 64% των καταναλωτών προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, με το 21% να αναμένει σταθερότητα.
Υποχώρηση παρατηρείται και στην πρόθεση των καταναλωτών για μεγάλες αγορές όπως είναι αυτές των ηλεκτρικών συσκευών, επίπλων και άλλων. Το 59% των καταναλωτών θα προβεί σε λιγότερες δαπάνες αγορών, με το 5% να παραμένει σταθερό στην πρόθεση μεγάλων αγορών μέσα στο επόμενο 12μηνο.
Όσον αφορά τη δυνατότητα αποταμίευσης μέρους των μηνιαίων εισοδημάτων των νοικοκυριών, παρατηρείται μια σχετική εξασθένιση. Το 84% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 16% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή. Ο συγκεκριμένος δείκτης βρίσκεται στη χώρα μας στις -63,8 μονάδες, όταν ο αντίστοιχος της Ευρωζώνης βρίσκεται στις +3,2 μονάδες. Μάλιστα το 14% των νοικοκυριών εκτιμά πως θα αναγκαστεί να κάνει χρήση των αποταμιεύσεων του μέσα στο επόμενο 12μηνο για να συμπληρώσει τα έξοδα του. Ενώ το 9% δηλώνει πως ήδη έχει «χρεωθεί» για να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Το κλίμα ανασφάλειας επιτείνεται και μέσω της επιδείνωσης των προβλέψεων όσον αφορά την ανεργία, παρ’ όλο που οι δείκτες απασχόλησης στην Ελλάδα είναι σημαντικά βελτιωμένοι. Ωστόσο, η έρευνα του ΙΟΒΕ δεν μετρά τα ακριβή μεγέθη, αλλά τις προβλέψεις των πολιτών και το συναίσθημα τους που καταγράφεται μέσα από τις εκτιμήσεις τους.
Τέλος, το γεγονός πως το 52% των νοικοκυριών απαντά πως η οικονομική κατάστασή του, μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, είναι από μόνο του προβληματικό αφού η απουσία σιγουριάς, δεν εξασφαλίζει έναν ήρεμα και ικανοποιητικό οικογενειακό, οικονομικό και κοινωνικό προγραμματισμό.
Αυτά όσον αφορά τα νοικοκυριά.
Παράλληλα στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση ενισχύθηκε, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώθηκαν και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες υποχώρησαν αισθητά.
Στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν αισθητά, ενώ παράλληλα οι θετικές προβλέψεις για την απασχόληση μειώθηκαν σημαντικά.
Αλλά και στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων υποχώρησαν, εκείνες για τη ζήτηση κινήθηκαν αντίστοιχα πτωτικά, ενώ παράλληλα οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης εξασθένισαν και αυτές.
Όπως αναφέρει και η έκθεση του οίκου αξιολόγησης S&P, ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας δείχνει να χάνει τη δυναμική του, αφού ο ρυθμός επέκτασης της παραγωγής γίνεται βραδύτερος. Οι φυσικές καταστροφές που οδήγησαν στη διατάραξη της εσωτερικής εφοδιαστικής αλυσίδας, στη μη επαρκή προμήθεια βιομηχανικών πρώτων υλών και σε ελλείψεις στα ράφια, έχουν αφήσει πίσω τους ζημίες που πρέπει να αποκατασταθούν άμεσα.
Την ίδια στιγμή οι πυρκαγιές στη Θράκη, οι πλημμύρες του Θεσσαλικού κάμπου, ακόμα και η ιστορία του Σκέπαστρου Καλατράβα του Ολυμπιακού Σταδίου, συνετέλεσαν στην επέκταση της κρίσης εμπιστοσύνης και τους αισθήματος ανασφάλειας ανάμεσα στους πολίτες, πέρα και έξω από την οικονομική ατζέντα των νοικοκυριών.
Το γεγονός ότι στην αντιπολίτευση παρακολουθούμε κάτι ανάμεσα σε βαριετέ του Δελφινάριου και σε βραζιλιάνικη σαπουνόπερα, δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να εφησυχάζει την κυβέρνηση. Η ανυπαρξία αντιπολίτευσης, επ’ ουδενί δεν αποτελεί δικαιολογία για κυβερνητική αδράνεια. Η κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει στον καθαρισμό της συσσωρευμένης κόπρου του Αυγεία. Μόνο τότε θα εδραιώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πορεία της χώρας και θα τους απαλλάξει από την τροχοπέδη της ανασφάλειας.
Διότι η πραγματικότητα, πως «οι άλλοι είναι παντελώς άχρηστοι», κρίθηκε στις περασμένες εκλογές. Πάει, τέλειωσε. Τώρα κρίνεται η αξιοπιστία της κυβέρνησης. Και αυτό που μετράει, είναι το αποτέλεσμα. Και το αποτέλεσμα απαιτεί μια γενναία υπέρβαση.