Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Κατάθεση οικονομικών νομοσχεδίων, ραγδαίες εξελίξεις όσον αφορά το ξεμπλοκάριασμα μεγάλων επενδύσεων, έξοδο στις αγορές αλλά και μεγάλες... εκπλήξεις περιλαμβάνει το πρώτο κύμα των κινήσεων της νέας κυβέρνησης με στόχο να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας και να αρχίσουν να βελτιώνονται σε ουσιαστικό βαθμό οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Ο Ιούλιος είναι η πιο σημαντική περίοδος όχι μόνο για την τάση των επόμενων μηνών αλλά και για τα επόμενα χρόνια ενώ οι πρώτοι «χρησμοί» θα γίνουν γνωστοί μέσα στον Αύγουστο. Εμπειρικά είναι πολύ δύσκολο να υπάρξουν αναβαθμίσεις για το ελληνικό αξιόχρεο από την Fitch (2/8) ή την Moody'' s (23/8) για δύο λόγους. Πρώτον, και οι δύο οίκοι διατηρούν «σταθερό» outlook για την Ελλάδα που σημαίνει ότι η χώρα μας δεν βρίσκεται σε τροχιά αναβάθμισης, συνεπώς θα αποτελούσε μεγάλη έκπληξη μία τέτοια κίνηση. Δεύτερον, όποιες και αν είναι οι πρώτες κινήσεις του νέου οικονομικού επιτελείου οι προϋποθέσεις που έχουν θέσει οι οίκοι αξιολόγησης για αναβάθμιση της Ελλάδας δεν μπορούν να εκπληρωθούν τόσο γρήγορα.
Παρ'' όλα αυτά, τους προηγούμενους μήνες κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τη μεγάλη αλλαγή κλίματος μετά τις ευρωεκλογές και οι εκθέσεις των Fitch και Moody'' s θα είναι οι πρώτες που θα δώσουν τον σφυγμό των αγορών για την πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα. Στο βασικό σενάριο, λοιπόν, δεν θα υπάρξουν αναβαθμίσεις, ωστόσο η S&P η οποία δίνει τον δικό της «χρησμό» στις 25 Οκτωβρίου διατηρεί «θετικό» outlook με αποτέλεσμα να είναι πιο πιθανό να μας αναβαθμίσει.
Πληροφορίες του liberal.gr αναφέρουν ότι όλοι οι οίκοι βλέπουν πολύ θετικά το εκλογικό αποτέλεσμα ωστόσο θέλουν να πάρουν και μία γεύση για τις πρώτες «αποδείξεις» για τις προθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Για παράδειγμα, το πόσο γρήγορα θα τρέξουν οι διαδικασίες για το Ελληνικό θα αποτελέσει ένα πρώτο crash test για την αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης.
Λίγες ημέρες πριν τις εκλογές η... καθ'' ύλην αρμόδια, υπεύθυνη αναλύτρια της Moody'' s για την αξιολόγηση της Ελλάδας, Κάθριν Μιλμπρόνερ, δήλωσε σε συνέντευξή της στον «Φιλελεύθερο»: «Για να υπάρξει δυνατότητα αναβάθμισης θα πρέπει στις επερχόμενες εθνικές εκλογές να αναδειχθεί μία κυβέρνηση που θα δείξει μεγάλη προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις και η οποία θα εφαρμόσει μια ξεκάθαρη και αξιόπιστη ατζέντα για περισσότερο φιλικές προς την ανάπτυξη οικονομικές πολιτικές. Επίσης, θετικές εξελίξεις για την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας θα είναι η ταχύτερη του αναμενόμενου μείωση του ποσοστού του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ -η οποία ενδεχομένως θα συνδέεται με βιώσιμη και ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, αλλά και με περισσότερες επενδύσεις- και η σημαντική βελτίωση της κατάστασης του τραπεζικού κλάδου».
Η ερμηνεία του «χρησμού» της κ. Μιλμπρόνερ είναι ότι οι η πρώτη προϋπόθεση της μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης με αξιόπιστη ατζέντα ικανοποιείται αλλά θα κριθεί από τους οίκους τον Αύγουστο. Η δεύτερη προϋπόθεση, ωστόσο, αυτή της ταχύτερης ανάπτυξης και μείωσης του χρέους, θέλει χρόνο.
Η μεγάλη έκπληξη της νέας κυβέρνησης, η κίνηση που μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα και να φέρει ταχύτατα αποτελέσματα και μάλιστα να... αναγκάσει τους οίκους αξιολόγησης να επιταχύνουν την επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα, είναι η εφαρμογή ενός βιώσιμου και δραστικού σχεδίου για τα «κόκκινα» δάνεια. Λεπτομέρειες για το σχέδιο αυτό θα γίνουν γνωστές πολύ σύντομα ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι είναι ενημερωμένη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κομισιόν.
Όσο για την έξοδο στις αγορές αυτή θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Όμως η δεύτερη έκπληξη του οικονομικού επιτελείου θα είναι η έκδοση 15ετούς ομολόγου και όχι 7ετούς ομολόγου, σε μία συγκυρία που η απόδοση του 10ετούς έχει ήδη αγγίξει το απίστευτο επίπεδο του 2% και μεγάλες επενδυτικές τράπεζες βλέπουν νέο ράλι και περαιτέρω πτώση του spread. Ο ΟΔΔΗΧ έκανε μία μικρή… πρόβα την περασμένη εβδομάδα αντλώντας 1,625 δισ. ευρώ με επιτόκιο 0,23%, όταν στη δημοπρασία του Ιουνίου το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 0,41%.
Η έκδοση 15ετούς θα αποτελούσε σαφές μήνυμα προς τις αγορές, καθώς οι επενδυτές που θα δανείσουν το ελληνικό δημόσιο θα αναλάβουν το ρίσκο της χώρας έως το 2034, δύο χρόνια δηλαδή μετά το πέρας της εφαρμογής των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Κατά συνέπεια, οι προσφορές που θα δεχθεί ο ΟΔΔΗΧ θα αποτελέσουν μία πρώτη «ετυμηγορία» των επενδυτών για το εκλογικό αποτέλεσμα και τις κινήσεις της κυβέρνησης.