Συμπληρώθηκαν οι 100 πρώτες συνεδριάσεις του έτους με τον Nasdaq να κάνει αρνητικό ιστορικό ρεκόρ από το 1971 που ιδρύθηκε, τον Dow Jones να γλιτώνει τελευταία στιγμή τις οκτώ διαδοχικές εβδομάδες απωλειών (θα ήταν η πρώτη φορά από το 1932) και τον S&P να βρίσκεται στις παρυφές της bear market. Δημοφιλείς μετοχές υποχωρούν έως και άνω του 70% (π.χ. Netflix) και σύμφωνα με τον παγκόσμιο δείκτη MSCI All-Country World, έχουν χαθεί από τα υψηλά περί τα 11 τρισ. δολάρια. Το νούμερο είναι αστρονομικό και αποδεικνύει πόσο πολύ είχαν φουσκώσει οι αποτιμήσεις στα χρόνια της άπλετης ρευστότητας λόγω των αρνητικών επιτοκίων.
Το ερώτημα είναι ποιοι έχασαν αυτά τα 11 τρισ. δολάρια; Αναμφίβολα οι κύριοι μέτοχοι των μεγαλύτερων σε κεφαλαιοποίηση εταιρειών, όπως της Apple, της Microsoft, της Amazon και της Google, βλέπουν τις περιουσίες τους να μειώνονται αισθητά, όμως σε γενικές γραμμές οι Αμερικανοί είναι οι χαμένοι της υπόθεσης γιατί έχουν τοποθετήσει το μεγαλύτερο μέρος των οικονομιών τους σε μετοχές, όταν συγκριτικά οι Ευρωπαίοι προτιμούν παραδοσιακά τα ακίνητα. Το αν η αγορά ακινήτων θα αποδειχθεί μία άλλη «φούσκα» που θα σκάσει τα επόμενα χρόνια μένει να φανεί, όμως σήμερα όσοι έχουν τα χρήματά τους σε μετρητά και ακίνητα είναι πιο προστατευμένοι από την κατρακύλα των χρηματιστηρίων.
Επίσης, η διόρθωση των χρηματιστηρίων σύντομα θα περάσει και στην πραγματική οικονομία και ενώ η ευρωπαϊκή είναι πιο εκτεθειμένη στις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και στον πληθωρισμό, η αμερικανική θα νιώσει την επίδραση της απότομης σύσφιξης των χρηματοδοτικών συνθηκών. Και οι δύο οικονομίες θα επιβραδύνουν σημαντικά αλλά περισσότερο εκτεθειμένοι στην κατρακύλα των αγορών είναι οι Αμερικανοί.
Στο γράφημα που ακολουθεί, η Capital Economics μας δείχνει που τοποθετούν τα χρήματά τους τα νοικοκυριά σε Ευρώπη, Αμερική, Μ. Βρετανία και Ιαπωνία. Εδώ να πούμε ότι χρηματιστηριακά, η αμερικανική είναι η μεγαλύτερη αγορά του κόσμου καθώς το χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης αντιστοιχεί σχεδόν στο 60% των παγκόσμιων αγορών και ακολουθούν Ιαπωνία, Ευρώπη και Μ. Βρετανία με ποσοστά γύρω στο 6%.
Γράφημα: Που τοποθετούν τις οικονομίες τους τα νοικοκυριά (2020)
Στο γράφημα φαίνεται λοιπόν ότι οι Αμερικανοί έχουν πάνω από το 30% των οικονομιών τους σε μετοχές και περίπου 30% σε ακίνητα, ενώ οι Ευρωπαίοι παραμένουν παραδοσιακά… προσκολλημένοι στα ακίνητα δεσμεύοντας σε αυτά περίπου το 60% των χρημάτων τους, ενώ μόλις το 10% τοποθετείται σε μετοχές. Οι Βρετανοί χωρίζουν ισόποσα το 70% των οικονομιών τους σε ακίνητα και συνταξιοδοτικά/ασφαλιστικά προγράμματα και λιγότερο από το 15% σε μετοχές.
Τέλος, για τους Ιάπωνες ισχύει σε μεγάλο βαθμό η ρήση «cash is the king» καθώς διαθέτουν περίπου το 40% των assets τους σε καταθέσεις και έντοκα γραμμάτια, ενώ σε ακίνητα διαθέτουν γύρω στο 25% των οικονομιών τους και σε μετοχές λιγότερο από 10%. Την ίδια ώρα, η χρηματοδότηση μέσω του χρηματιστηρίου παίζει σημαντικότερο ρόλο για τις επιχειρήσεις σε ΗΠΑ και Μ. Βρετανία, ενώ στην Ευρωζώνη προτιμούν την τραπεζική χρηματοδότηση.
Σε ό,τι αφορά το πόσο επηρεάζει η πτώση των μετοχών τη μακροοικονομική εικόνα, αυτό γίνεται μέσα από δύο κανάλια. Το πρώτο είναι αυτό που δείχνει το παραπάνω γράφημα. Τα νοικοκυριά τοποθετούν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των οικονομιών τους σε μετοχές και καθώς τα χρηματιστήρια πέφτουν, τα νοικοκυριά ξοδεύουν λιγότερο, αφού επηρεάζεται η οικονομική τους κατάσταση.
Παράλληλα, οι επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τις αγορές για να αντλήσουν κεφάλαια (χρηματιστήριο ή ομόλογα) βλέπουν τις χρηματοδοτικές συνθήκες να επιδεινώνονται και το κόστος δανεισμού να αυξάνεται σημαντικά. Η δυσκολία ως προς την εξασφάλιση πόρων αποθαρρύνει τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να κάνουν βήματα προς τα πίσω, με περικοπές δαπανών έως και μειώσεις στις θέσεις εργασίας. Υπάρχει και μία έμμεση επίπτωση: από τη στιγμή που το κλίμα επιδεινώνεται νοικοκυριά και επιχειρήσεις τηρούν πιο συντηρητική στάση σε περιόδους αβεβαιότητας, ακόμη και αν δεν έχουν καμία σχέση με τις αγορές, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν έχουν χρήματα ή αν αντλούν χρήματα από αυτές.