Διπλάσια αναμένεται να είναι η ζήτηση για μικροεπεξεργαστές σε οκτώ χρόνια από σήμερα, δηλαδή το 2030, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της European Chips Act, η οποία δημοσιοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες και έχει συγκεντρώσει στοιχεία από 141 ευρωπαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ημιαγωγών (chips).
Στις παραπάνω εταιρείες περιλαμβάνονται τόσο αυτές που δραστηριοποιούνται στην κατασκευή ημιαγωγών, βρίσκονται δηλαδή στην πλευρά της προσφοράς, όσο και αυτές που προμηθεύονται μικροεπεξεργαστές, βρίσκονται, δηλαδή στην πλευρά της ζήτησης.
Η έρευνα αυτή ολοκληρώθηκε σε ένα καίριο χρονικό σημείο, λίγες ημέρες, δηλαδή, μετά την πρόσφατη ένταση στα στενό της Σινικής θάλασσας, ανάμεσα στην Κίνα και την Ταϊβάν, η οποία πυροδοτήθηκε από την επίσκεψη Πελόζι.
Η κρίση αυτή έφερε στην επιφάνεια μια σημαντική πτυχή του θέματος, η οποία επιβεβαιώθηκε και από τον ο CEO της TMSC, της μεγαλύτερης βιομηχανίας ημιαγωγών παγκοσμίως, Μαρκ Λιού, ο οποίος ανέφερε ότι σε περίπτωση εισβολής ή επιβολής κυρώσεων από την Κίνα, το εργοστάσιο δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει επειδή βασίζεται στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
Σημειώνεται ότι η εταιρεία κατέχει πάνω από το 50% της παγκόσμιας αγοράς χυτηρίων ημιαγωγών ενώ παράγει chips για πολλές μεγάλες εταιρίες τεχνολογίας.
Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με την γενικότερη πτώση της προσφοράς των ημιαγωγών λόγω των προβλημάτων στις αλυσίδες εφοδιασμού που ακόμη δεν έχουν αποκατασταθεί πλήρως καθιστά το μέλλον αβέβαιο.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, η ΕΕ, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας European Chips Act, η οποία ενεργοποιήθηκε από τον περασμένο Φεβρουάριο, στοχεύει να επιταχύνει τις διαδικασίες με ένα σχέδιο ύψους 43 δισ. ευρώ για δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις σε τσιπ (ημιαγωγούς) ως το 2030, προκειμένου να διπλασιάσει το μερίδιο του μπλοκ στην παγκόσμια αγορά μικροεπεξεργαστών, που σήμερα ανέρχεται στο 10%.
Παράλληλα στοχεύει να μειώσει την εξάρτηση της από χώρες της Ασίας, κυρίως από την Ταϊβάν και την Κορέα. Η παραγωγή ημιαγωγών στην Ευρώπη πρέπει να φτάσει το 20% της παγκόσμιας αγοράς ως το 2030, σε μια αγορά που, όπως βεβαιώνει και η έρευνα θα διπλασιαστεί, έτσι κι αλλιώς, άρα αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται τετραπλάσια αύξηση της παραγωγής ημιαγωγών στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Αναφερόμενος ο επίτροπος της ΕΕ για θέματα εσωτερικής αγοράς, Ντανιέλ Μπρετόν, στην πρωτοβουλία European Chips Act είχε τονίσει χαρακτηριστικά ότι «χωρίς τσιπ, δεν υπάρχει καμία ψηφιακή μετάβαση, καμία πράσινη μετάβαση, καμία τεχνολογική ηγεσία. Η εξασφάλιση της προμήθειας στα πιο προηγμένα τσιπ έχει γίνει οικονομική και γεωπολιτική προτεραιότητα», τονίζοντας ότι η σημαντική δημόσια χρηματοδότηση των 43 δισ.ευρώ, ήδη προσελκύει σημαντικές ιδιωτικές επενδύσεις.
«Κάνουμε ό,τι χρειάζεται προκειμένου να εξασφαλίσουμε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού και να αποφύγουμε μελλοντικούς κραδασμούς στην οικονομία μας, όπως βλέπουμε με την τρέχουσα έλλειψη εφοδιασμού σε τσιπ. Επενδύοντας σε κορυφαίες αγορές του μέλλοντος και εξισορροπώντας τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, θα επιτρέψουμε στην ευρωπαϊκή βιομηχανία να παραμείνει ανταγωνιστική, να δημιουργήσει ποιοτικές θέσεις εργασίας και να καλύψει την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση», ανέφερε.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής, οι πρόσφατες παγκόσμιες ελλείψεις ημιαγωγών ανάγκασαν το κλείσιμο των εργοστασίων σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, από αυτοκίνητα έως συσκευές υγειονομικής περίθαλψης. Στον τομέα του αυτοκινήτου, για παράδειγμα, η παραγωγή σε ορισμένα κράτη-μέλη μειώθηκε κατά ένα τρίτο το 2021. Αυτό κατέστησε πιο εμφανή την ακραία παγκόσμια εξάρτηση της αλυσίδας αξίας των ημιαγωγών από έναν πολύ περιορισμένο αριθμό παραγόντων σε ένα περίπλοκο γεωπολιτικό πλαίσιο. Αλλά κατέδειξε επίσης τη σημασία των ημιαγωγών για ολόκληρη την ευρωπαϊκή βιομηχανία και κοινωνία.
Άλλωστε, όπως φαίνεται και από τα στοιχεία της πρόσφατης μελέτης η έλλειψη μικροεπεξεργαστών θα συνεχισθεί ως το 2024 και ήδη έχει αναγκάσει πολλές εταιρείες να προσπαθούν να μειώσουν τις αρνητικές συνέπειες της υιοθετώντας λύσεις που αυξάνουν το κόστος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από την πλευρά της, προτείνει να διατεθούν 11 δισεκατομμύρια ευρώ, περίπου τα μισά από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και τα άλλα μισά από τα κράτη-μέλη, για την ενίσχυση της υπάρχουσας έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας και για τη διασφάλιση της ανάπτυξης προηγμένων ημιαγωγών.
Η Επιτροπή προτείνει, επίσης, να γίνουν δημόσιες επενδύσεις, ύψους 30 δισ. ευρώ, για την αύξηση της παραγωγής ημιαγωγών στην Ευρώπη, ένα ποσό που αναμένεται να μοχλεύσει μεγαλύτερο ποσό ιδιωτικών επενδύσεων. Για να υπάρχει δημόσια στήριξη στις επενδύσεις σε εγκαταστάσεις παραγωγής τσίπ η Επιτροπή θα μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο να εγκρίνει κρατικές ενισχύσεις, υπό προϋποθέσεις.
Επίσης, άνω των 2 δισ. ευρώ προορίζονται για να στηρίξουν νεοφυείς επιχειρήσεις, μέσω ενός νέου ειδικού Ταμείου για τα τσιπ στην ΕΕ.
Η Επιτροπή τονίζει ότι η πρωτοβουλία "Chips for Europe" θα συγκεντρώσει πόρους από την ΕΕ, τα κράτη-μέλη και τρίτες χώρες που ωφελούνται από την πρωτοβουλία, καθώς συνδέονται με τα υφιστάμενα προγράμματα της Ένωσης, καθώς και τον ιδιωτικό τομέα, μέσω της ενισχυμένης "Κοινής Επιχείρησης Chips" (Chips Joint Undertaking).
Όπως μάλιστα είχε επισημάνει η Επιτροπή «ο ευρωπαϊκός νόμος για τα τσιπ θα διασφαλίσει ότι η ΕΕ διαθέτει τα απαραίτητα εργαλεία, τις δεξιότητες και τις τεχνολογικές ικανότητες για να γίνει ηγέτης στον τομέα αυτό, πέρα από την έρευνα και την τεχνολογία στον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συσκευασία προηγμένων τσιπ, για να εξασφαλίσει την προμήθεια ημιαγωγών και να μειώσει τις εξαρτήσεις της».
Η αντιπρόεδρος της Επιτροπής, αρμόδια για την ψηφιακή εποχή, Μάργκρετ Βεστάγκερ τόνισε ότι τα τσιπ είναι απαραίτητα για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση και για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. «Δεν πρέπει να βασιζόμαστε σε μία χώρα ή μία εταιρεία για να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού. Πρέπει να κάνουμε περισσότερα μαζί, στην έρευνα, την καινοτομία, το σχεδιασμό, τις εγκαταστάσεις παραγωγής - για να διασφαλίσουμε ότι η Ευρώπη θα είναι ισχυρότερη ως βασικός παράγοντας στην παγκόσμια αλυσίδα αξίας. Θα ωφελήσει επίσης τους διεθνείς εταίρους μας. Θα συνεργαστούμε μαζί τους για να αποφύγουμε μελλοντικά προβλήματα εφοδιασμού», ανέφερε η Μ. Βεστάγκερ.
Σημειώνεται ότι η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για έναν ευρωπαϊκό νόμο, για τα μικροτσίπ, θα πρέπει πρώτα να εγκριθεί από τα κράτη-μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να ισχύσει ο κανονισμός άμεσα σε ολόκληρη την ΕΕ.