Με αυτήν την αισιόδοξη έκφραση ξεκίνησε την ομιλία του ο πρωθυπουργός, απευθυνόμενος στη νέα γενιά. Η τρίτη ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, ήταν διαφορετική από τις προηγούμενες του 2019 και 2020. Η ομιλία του 2019, είχε επικεντρωθεί στο σχέδιο της κυβέρνησης, πάνω στο οποίο θα εκινείτο για το σύνολο της τετραετίας. Η ομιλία του 2020, εστίαζε στα σχέδια της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης και το σχεδιασμό της επόμενης ημέρας. Η ομιλία του 2021, είχε πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον, διότι αναφερόταν στη νέα κανονικότητα.
Η κυβέρνηση δρα σήμερα, δίχως να περιμένει το αν και το πότε θα επιστρέψει η παγκόσμια οικονομία στην προηγούμενη κανονικότητα. Η κυβέρνηση με τόλμη αναλύει τον τρόπο με το οποίο θα πορευτεί, αναγνωρίζοντας ότι οφείλει να ανταποκριθεί με ρεαλισμό μπροστά στις συνθήκες, που διέπουν τη νέα πραγματικότητα, δίχως να ελπίζει σε ευνοϊκές εξωγενείς αλλαγές.
Η Ελλάδα δεν θα επιστρέψει στην προηγούμενη κανονικότητα. Θα ταξιδέψει με επιτυχία, στις θάλασσες της νέας κανονικότητας αντιμετωπίζοντας, δυσκολίες και προκλήσεις, αντιξοότητες και ευκαιρίες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάλυψε στην ομιλία του τρεις κατηγορίες ενδιαφερομένων. Τους νέους, την κοινωνία και την επιχειρηματικότητα. Και η συνταγή που ακολούθησε ήταν εξαιρετική με οικονομικούς όρους και έξυπνη με κοινωνικούς όρους.
Και ποια είναι αυτή η συνταγή; Η έμμεση αύξηση των εισοδημάτων μέσω φοροελαφρύνσεων για το σύνολο της κοινωνίας και των επιχειρήσεων, αλλά και μέσω ενισχύσεων για τους νέους στο ξεκίνημα του εργασιακού τους βίου.
Τι πιο εύκολο και πιο λαϊκίστικο θα ήταν για την κυβέρνηση να ανακοινώσει αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, μπροστά στον κίνδυνο του πληθωρισμού; Τι πιο εύκολο θα ήταν για την κυβέρνηση, να ενσωματώσει λογικές σαν αυτές της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής του ΠΑΣΟΚ του ‘81; Και όμως, ο πρωθυπουργός με τη συνειδητή έμμεση αύξηση των εισοδημάτων μέσω φοροελαφρύνσεων, επιτυγχάνει ταυτόχρονα δυο στόχους.
Ο πρώτος, είναι ότι αποφεύγει να μπει στο επικίνδυνο σπιράλ του επιταχυνόμενου πληθωρισμού, καθώς όλες οι αναλύσεις αναφέρονται στην παρωδικότητα των πληθωριστικών πιέσεων. Διότι αν προέβαινε σε αύξηση των ονομαστικών μισθών, ως αντιστάθισμα για την αύξηση των τιμών, θα υπήρχε ο κίνδυνος της αντανακλαστικής πυροδότησης πληθωριστικών φαινομένων, πέραν αυτών που βλέπουμε σήμερα λόγω της αύξησης της τιμής του φυσικού αερίου, των βασικών αγροτικών προϊόντων, των πρώτων υλών και των προβλημάτων στη λειτουργία της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας.
Και ο δεύτερος είναι ότι προσφέρει στους νέους, στην κοινωνία και στην επιχειρηματικότητα, μέτρα που θα λειτουργήσουν σαν καύσιμα για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, για τη δημιουργία μεγαλύτερου εισοδήματος και την παραγωγή περισσότερου πλούτου.
Τα απόλυτα μεγέθη των μέτρων τα έχουμε ήδη διαβάσει στα ρεπορτάζ των δημοσιογράφων του Liberal, οπότε εδώ θα συνεχίσουμε να εστιάζουμε στη φιλοσοφία και την ουσία των μέτρων.
Για τους νέους, υπάρχει συνειδητή επιδότηση της εργασίας, τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις επιχειρήσεις. Δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας με μικρότερο κόστος και σειρά πλεονεκτημάτων. Οι επιδοτούμενες θέσεις εργασίες, αυξάνονται κατά 50% στις 150.000, προσφέροντας ισχυρά κίνητρα στις επιχειρήσεις και παρέχοντας υψηλότερες αποδοχές στους εργαζόμενους. Η κατάργηση του τέλους κινητής τηλεφωνίας, λειτουργεί σαν μπόνους στα νέα παιδιά, που καταπονήθηκαν ιδιαίτερα από τη υγειονομική κρίση και αντιμετωπίζουν σήμερα έναν πιο δύσκολο κόσμο.
Για το σύνολο της κοινωνίας, συνεχίζεται η απαλλαγή από τη εισφορά αλληλεγγύης, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η απαλλαγή των γονικών παροχών ύψους μέχρι 800 χιλιάδες ευρώ, από τη φορολογία. Τι σημαίνει αυτό; Αύξηση εισοδήματος, μέσω μείωσης φόρων. Ταυτόχρονα το νέο ταμείο ενεργειακής μετάβασης θα καλύψει το 80% των πρόσκαιρων αυξήσεων ηλεκτρικού ρεύματος, που οφείλονται τόσο στην αύξηση της ζήτησης, όσο και στη αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δε πραγματικά ευάλωτοι πολίτες, η Πολιτεία αποφάσισε να καταβληθεί σε όλους τους δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, το διπλάσιο ποσό από αυτό που θα λάμβαναν κανονικά.
Για τις επιχειρήσεις, μονιμοποιείται η μείωση του εταιρικού φόρου στο 22%, μειώνεται κατά 50% ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίου και προσφέρονται υπερεκπτώσεις στις πράσινες ή ψηφιακές επενδύσεις στις οποίες προβαίνουν οι επιχειρήσεις. Σε όσα επιχειρηματικά σχήματα προκύψουν μέσα από συγχωνεύσεις μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, προβλέπεται ακόμα μικρότερος φορολογικός συντελεστής κερδών. Με αυτόν τον τρόπο, δίνεται μια ακόμα ευκαιρία και ένα εξαιρετικό κίνητρο για να μπορέσει η εγχώρια μικρή επιχειρηματικότητα να επιβιώσει και να γίνει ανταγωνιστική. Και ίσως αυτή, θα είναι και η τελευταία ευκαιρία στα πλαίσια της ριζικής αλλαγής του επιχειρηματικού τοπίου.
Για τον ΕΝΦΙΑ που ταλανίζει όλους τους φορολογούμενους ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε μείωση του φόρου που θα πληρώσουν τα νοικοκυριά, ενώ έδωσε μια θολή απάντηση για το θέμα του συμπληρωματικού φόρου.
Ένα τμήμα της ομιλίας στο οποίο αξίζει να αναφερθούμε, παρ’ όλο που δεν προσφέρει απτά οικονομικά αποτελέσματα, είναι η θεώρηση του πρωθυπουργού για την εκπαίδευση. Η κυβέρνηση, παρεμβαίνει στον χώρο της ιερής αγελάδας της δημόσιας εκπαίδευσης, με τομές και αλλαγές που μόνο θετικά θα επιδράσουν στο μέλλον του τόπου. Η κυβέρνηση βλέπει με άλλο τρόπο την εκπαίδευση, τους μαθητές, τους καθηγητές, τους φοιτητές, τους αυριανούς εργαζόμενους, προσφέροντας τους αυτονομία, ελευθερία, επιλογές, δραστηριότητες, δυνατότητες και πρωτοβουλίες που ήταν σχεδόν απαγορευμένες.
Είναι σίγουρο ότι τα μέτρα αυτά ύψους περίπου 3,5 δισ. ευρώ, έχουν κοστολογηθεί μετά και την αναθεώρηση της αύξησης του ΑΕΠ, στο 5,9%. Τα μέτρα αυτά, συνεπικουρούμενα από τις μεταρρυθμίσεις και τη ψηφιακή μετάβαση, όχι μόνο θα λειτουργήσουν ως ανάχωμα στους κινδύνους και τις απειλές την νέας κανονικότητας, αλλά θα ανοίξουν το δρόμο της διατήρησης της ισχυρότερης ανάπτυξης.
Μιας ανάπτυξης που είναι απαραίτητη, αφού μέσα στο 2022, τερματίζεται η περίοδος χάριτος για την Ελλάδα, που θα έχει πλέον μπροστά της, την υποχρεωτική δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων 2% και 2,8% για το 2023 και 2024 αντίστοιχα.