Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Όσα περιέγραψε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο αμερικανικό δίκτυο CNBC είναι αυτά που περιμένουν οι αγορές ότι θα αρχίσουν να υλοποιούνται από την επομένη των εκλογών, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο πολιτικός κίνδυνος και να ενισχύεται η αισιοδοξία όσον αφορά τις οικονομικές προοπτικές της χώρας. Μία στρατηγική επιθετικής ανάπτυξης που θα αποτελείται από φιλικές προς την επιχειρηματικότητα πολιτικές και συνετή δημοσιονομική διαχείριση.
Δύο επιφανείς οικονομολόγοι επισημαίνουν την σημασία συνέχισης των μεταρρυθμίσεων αλλά και την αναγκαιότητα μείωσης των φόρων σε ένα περιβάλλον που η χώρα θα μπορεί να δανείζεται από τις αγορές, σημειώνοντας ότι αυτά είναι ακριβώς τα στοιχεία που αναζητούν οι επενδυτές για να στηρίξουν την ελληνική οικονομία.
«Με δεδομένο το βάρος ασφαλιστικών εισφορών και γραφειοκρατίας (θέση 131/140 στο World Economic Forum) χρειάζονται «ενέσεις» ελκυστικότητας προς τις ιδιωτικές επενδύσεις. Η μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων προς το 20% είναι αναγκαία – με δεδομένους τους χαμηλούς συντελεστές γειτονικών χωρών», τονίζει ο Γιώργος Παγουλάτος, καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Συμπληρώνει ότι η δυσπιστία των διεθνών επενδυτών συνδέεται επίσης με τους ανεπαρκείς ρυθμούς ανάπτυξης. Η στρατηγική προς τους εταίρους «κάνουμε γενναίες μεταρρυθμίσεις, μειώνετε τα πρωτογενή πλεονάσματα» για ένα πιο αναπτυξιακό μείγμα είναι και ρεαλιστική και αμοιβαία επωφελής. «Η προσδοκία εκλογής του Κ. Μητσοτάκη είναι θετική (market positive) για τους επενδυτές –όσο η ΝΔ πλησιάζει την εκλογική νίκη και αυτοδυναμία, θα ανατιμώνται τα ελληνικά ομόλογα», καταλήγει ο κ. Παγουλάτος.
Από τη συνέντευξη Μητσοτάκη κρατώ δύο σημεία, σημειώνει, από την πλευρά τρου, ο κ. Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. «Την σημασία της συνέχισης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και την αναγκαιότητα της μείωσης των φόρων. Και τα δύο κινούνται στη σωστή κατεύθυνση και μπορούν να δώσουν ώθηση στην Ελληνική οικονομία», προσθέτει. Σύμφωνα με τον ίδιο, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων θα στείλει το κατάλληλο μήνυμα στις αγορές, ενώ η στοχευμένη μείωση φόρων θα δώσει κίνητρα για ανταμοιβή της εργασίας αλλά και αύξηση των επενδύσεων, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάκαμψη της οικονομίας.
Οι μεγαλύτεροι επενδυτικοί οίκοι σήμερα δεν πιστεύουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα επιστρέψει στην ακραία αντιπαράθεση με την Ευρώπη που τον έφερε στην εξουσία το 2015, παρά μόνο αν βρεθεί στην αντιπολίτευση. Παρ'' όλα αυτά, ενώ βλέπουν ότι προσπαθεί να παρουσιάσει ένα προφίλ πιο... συστημικό, αναγνωρίζουν επίσης ότι δεν αρκούν τα μέτρα που προωθεί. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια της σημερινής κυβέρνησης να δείξει ότι έχει στο μυαλό της την προσέλκυση επενδύσεων μέσω της προσδοκώμενης μείωσης του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 25% το 2022, από 29% σήμερα.
Συγκριτικά, ο πρόεδρος της ΝΔ υπόσχεται μείωση του φορολογικού συντελεστή στο 20% στα δύο πρώτα χρόνια διακυβέρνησης. Στόχος είναι να εφαρμοστεί μία δέσμη μέτρων – όπως η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας σε θέματα αδειοδοτήσεων και η επιτάχυνση εκδίκασης νομικών υποθέσεων – που θα στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές ότι η Ελλάδα είναι σοβαρός επενδυτικός προορισμός. Μόνο έτσι θα καταφέρει η χώρα μας να επιστρέψει κανονικά στις αγορές σε 18 μήνες, όπως τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, που προϋποθέτει ότι θα έχει αποκτήσει μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα αξιολόγηση στην κατηγορίας «επενδυτική βαθμίδα», ήτοι «ΒΒΒ-» και πάνω από τις S&P και Fitch και «Βaa3» και πάνω από τη Moody'' s.
Πολλά, βέβαια, θα κριθούν και από τον χρόνο διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών. Και αυτό γιατί σήμερα η αγορά ζητάει όσο το δυνατόν μικρότερη προεκλογική περίοδο με το διάστημα Μαΐου – Οκτωβρίου να παίζει σημαντικό ρόλο. Μία ενισχυμένη τουριστική περίοδος θα μπορούσε να δώσει ώθηση στην επόμενη κυβέρνηση, στην περίπτωση που οι εκλογές γίνουν Μάιο, ενώ υπάρχει κίνδυνος επιβράδυνσης αν το καλοκαίρι είναι στην καρδιά της προεκλογικής περιόδου, αν πάμε τελικά έως τον Οκτώβριο.
Αν, μάλιστα, κυλήσουν όλα ομαλά και δεν ξεσπάσει μεγάλη διεθνής κρίση, τότε η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας, την οποία ο κ. Μητσοτάκης τοποθέτησε μέσα στον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης, θα μπορούσε να φέρει το ελληνικό αξιόχρεο σε επενδυτική βαθμίδα μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2020. Επιπρόσθετα, η «επιθετική και συνολική φορολογική μεταρρύθμιση» την οποία προέβαλλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης αναμφίβολα θα αποτελέσει ένα πολύ καλό σημείο εκκίνησης για την επιστροφή της Ελλάδας σε συνθήκες πραγματικής ανάπτυξης. Γι'' αυτό άλλωστε, ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι η ανάπτυξη του 2% δεν αρκεί και χρειάζονται ρυθμοί τουλάχιστον της τάξης του 4%.