Του Χρήστου Ν. Κώνστα
Η καμπύλη επιτοκίων των αμερικανικών ομολόγων έχει αντιστραφεί. Τα επιτόκια μεγάλης χρονικής διάρκειας μειώνονται ενώ αντιθέτως τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια αυξάνονται.
Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων με τους οποίους συναντάται και συνομιλεί σήμερα, στη Νέα Υόρκη, ο πάντα αισιόδοξος Έλληνας Υπουργός Οικονομικών, θα έχουν τα βλέμματα στραμμένα στα κινητά τους τηλέφωνα περιμένοντας κάτι κακό να συμβεί. Η ανεστραμμένη καμπύλη επιτοκίων εκφράζει τον φόβο των αγορών για περαιτέρω επιδείνωση του οικονομικού κλίματος τα επόμενα 3 χρόνια τουλάχιστον.
Σ'' αυτούς τους ανήσυχους και ευερέθιστους διαχειριστές κεφαλαίων, ο «πιο αριστερός» Υπουργός Οικονομικών της Ευρωζώνης, θα έχει να παραθέσει στοιχεία και αριθμούς που αποτελούν προϊόν πολιτικού συμβιβασμού με τους γραφειοκράτες των Βρυξελλών.
Πόσο πιστευτός μπορεί να γίνει;
Ποιες μεταρρυθμίσεις θα υποσχεθεί ο Ευκλείδης Τσακαλώτος για να προσελκύσει το επενδυτικό ενδιαφέρον των αμερικανών επενδυτών; Τη διανομή του «κοινωνικού μερίσματος», την αλλαγή της εργασιακής νομοθεσίας, την εμμονή στην απαγόρευση μη κρατικών πανεπιστημίων και τις συστηματικές καθυστερήσεις σε κάθε πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων ακόμη και αυτών που έχουν ήδη συμφωνηθεί.
Η Ελλάδα υποφέρει από μεταρρυθμιστική κόπωση, η προεκλογική περίοδος επιδεινώνει τις συνθήκες για αλλαγές, ενώ η κυβέρνηση αναιρεί ακόμη και τις υπογεγραμμένες δεσμεύσεις της προκειμένου να ικανοποιήσει το εκλογικό της ακροατήριο.
Ακόμη και αυτό διαβόητο αιματηρό υπερ-πλεόνασμα το οποίο περιφέρουν ως τρόπαιο στα συνέδρια και στα φόρα ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Οικονομικών δεν είναι πιστευτό.
Οι αγορές ξέρουν να διαβάζουν.
Διαβάζουν καθημερινά τις δικαστικές αποφάσεις που επιδικάζουν αναδρομικά σε χιλιάδες συνταξιούχους και εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους. Ο λογαριασμός ήδη έχει ξεπεράσει τα 10 δισ. ευρώ, οι υπολογισμοί της τελικής επιβάρυνσης ανέρχονται ακόμη και σε 25 δισ. ευρώ και προφανώς τα ποσά αυτά θα ταλαιπωρήσουν τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών, όταν ο κ. Τσακαλώτος θα απολαμβάνει την βολική απόσταση από τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Οι δικαστικές αποφάσεις στην Αθήνα απειλούν να τινάξουν στον αέρα τους μεταμνημονιακούς στόχους για πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ.
Αν οι αγορές δεν χρηματοδοτήσουν τη χώρα, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί να προσφύγει στο πολυδιαφημισμένο «μαξιλάρι ασφαλείας» για να καλύψει άμεσες δανειακές ανάγκες όπως π.χ. αυτή που δημιουργείται τον Απρίλιο με τη μεγάλη δόση των 4 δισ. ευρώ.
Για το 2019, οι λήξεις ομολόγων που πρέπει να ανανεωθούν ξεπερνούν τα 19,2 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 7,4 δισ. ευρώ αφορούν έντοκα γραμμάτια που συνήθως αγοράζονται και ανανεώνονται από τις τράπεζες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη χώρα αποτελούν τα δάνεια του ΔΝΤ. Η Ελλάδα έχει στόχοι να επαναγοράσει ακριβό βραχυπρόθεσμο χρέος κυμαινόμενου επιτοκίου, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που ξεπερνούν τα 11 δισ. ευρώ.
Τα δάνεια του ΔΝΤ έχουν σταθμισμένο μέσο όρο λήξης 3,5 περίπου ετών. Το 50% του ποσού αυτού επιβαρύνεται με επιτόκιο 4,9% καθώς το Ταμείο υιοθετεί κλιμακωτό επιτόκιο το οποίο αυξάνεται ανάλογα με την έκθεση που έχει η χώρα στα δάνειά του αναλογικά με τη «συμμετοχή» της στο ΔΝΤ. Αυτό δεν είναι μόνο ακριβό αλλά περιλαμβάνει και σημαντικό συναλλαγματικό κίνδυνο, σε μια εποχή που τα επιτόκια του δολαρίου με αντίστοιχες επιπτώσεις στην ισοτιμία Ευρώ-Δολαρίου. Ο συναλλαγματικός κίνδυνος αυξάνει και είναι δύσκολο να αντισταθμιστεί.
Με απλά λόγια όσο η Ελλάδα δεν βγαίνει στις αγορές, τα τοκοχρεολύσια τα πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι και η κυβέρνηση θα είναι υποχρεωμένη να ανακαλύπτει νέους τρόπους φορολόγησης.