Του Θανάση Παπαδή
Με άτοκο «δάνειο» σχεδόν 6 δισ ευρώ, από συνταξιούχους, φορολογούμενους και επιχειρηματίες, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας ασκεί ένα κακέκτυπο πολιτικής με δωράκια και μοναδικό στόχο να μειώσει την ψαλίδα που χωρίζει την ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια στιγμή εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα κατά πολύ πάνω από τον στόχο, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να εξευμενίσει τους δανειστές και εμφανιστεί στα μάτια τους ως το «καλό παιδί».
Το 2018 η ελληνική οικονομία είχε συμβατική υποχρέωση να παρουσιάσει πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%, κάτι που μεταφράζεται σε 6,46 δισ. ευρώ. Αντί αυτού, μέσω της υπερφορολόγησης παρουσίασε πλεόνασμα ύψους 8,15 δισ. ευρώ (4,4% του ΑΕΠ). Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν και τα 710 εκατ. που μοιράστηκαν ως κοινωνικό μέρισμα τον περασμένο Δεκέμβριο. Σύνολο δηλαδή 8,86 δισ. ευρώ έναντι 6,46 δισ. ευρώ που έπρεπε να βάση τα όσα η χώρα έχει δεσμευτεί. Οι φορολογούμενοι δηλαδή πλήρωσαν επιπλέον αχρείαστους φόρους 2,4 δισ. ευρώ.
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν τα περίπου 1,5 δισ. ευρώ από τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του δημοσίου απέναντι στους εν δυνάμει συνταξιούχους, από απονομή τελικών συντάξεων και εφάπαξ. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είχε δεσμευτεί ότι προ διετίας θα είχε μηδενίσει τις εκκρεμείς αιτήσεις για χορήγηση σύνταξης πράγμα που δεν έκανε.
Και δεν είναι μόνο τα παραπάνω. Το ελληνικό δημόσιο οφείλει προς τις επιχειρήσεις, από ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω του ποσού των 2 δισ. ευρώ. Και για αυτά είχε δεσμευτεί ότι θα τα αποπληρώσει, αλλά οι εκλογικοί σχεδιασμοί Τσίπρα δεν το επέτρεψαν.
Κάπως έτσι ασκείται η δήθεν φιλολαϊκή πολιτική ενός πρωθυπουργού που δεν διστάζει να υπονομεύσει το μέλλον της χώρας, μπροστά στην δίψα του για εξουσία.