Οι φοροελαφρύνσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, μέσα στη γενικότερη προσπάθεια, ανάκαμψης και ανάπτυξης της πραγματικής οικονομίας, επηρεάζουν σε σημαντικότατο βαθμό και το Χρηματιστήριο. Ακόμα και αν όλα έμεναν ως δια μαγείας αμετάβλητα και σταθερά, όσον αφορά την πορεία των επιχειρηματικών δεδομένων των εισηγμένων εταιρειών, η μείωση των φορολογικών συντελεστών, θα αύξανε αυτόματα από μόνη της, τις αποτιμήσεις των μετοχών.
Οι επενδυτές που επιλέγουν να επενδύσουν σε τίτλους σταθερού εισοδήματος όπως είναι τα ομόλογα, τα έντοκα γραμμάτια και τα ομολογιακά δάνεια, γνωρίζουν εκ προοιμίου τα έσοδα και τις αποδόσεις που αναμένουν κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής της επένδυσης τους. Γνωρίζουν ότι κάθε χρόνο θα εισπράττουν τους τόκους των ομολόγων και ότι στο τέλος θα εισπράξουν και το αρχικό τους κεφάλαιο.
Οι επενδυτές που επιλέγουν να επενδύσουν σε εμπορεύματα όπως είναι για παράδειγμα το πετρέλαιο, ο χρυσός, το παλλάδιο, ή το σιτάρι, γνωρίζουν ότι η απόδοση της επένδυσης τους εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την ισορροπία ή την ανατροπή ανάμεσα στην προσφορά και στη ζήτηση για τα συγκεκριμένα εμπορεύματα. Δεν περιμένουν να λάβουν ούτε τόκους, ούτε μερίσματα, προσδοκώντας στην αύξηση των τιμών και μόνο.
Το ίδιο συμβαίνει και στις επενδύσεις σε νομίσματα. Οι επενδυτές αναμένουν μεταβολές των ισοτιμιών στα ζευγάρια των νομισμάτων, που έχουν επιλέξει, ανάλογα με την πορεία των επιτοκίων των νομισμάτων και την πορεία των οικονομιών των κρατών που εκδίδουν τα νομίσματα.
Αντίθετα, όλοι όσοι επιλέγουν τις επενδύσεις σε μετοχικές αξίες, προσδοκούν τόσο σε κέρδη και μερίσματα από την επιχειρηματική δραστηριότητα της εταιρείας, όσο και σε υπεραξίες από την άνοδο του Χρηματιστηρίου.
Οι φοροελαφρύνσεις που υιοθέτησε η κυβέρνηση, δίνουν ώθηση σε τρία βασικά σημεία, που κρίνουν τις αποτιμήσεις των εταιριών στα χρηματιστήρια:
Το πρώτο σημείο, είναι τα κέρδη μετά από τόκους, αποσβέσεις και φόρους, που απλά το λέμε κέρδη μετά από φόρους, σε αντίθεση με το γνωστό EBITDA, δηλαδή στα κέρδη προ τόκων, αποσβέσεων & φόρων.
Αν σκεφτούμε ότι τα προηγούμενα χρόνια ο φορολογικός συντελεστής των εταιρικών κερδών ήταν στο 29% και σήμερα από το 24% μειώνεται στο 22%, αντιλαμβανόμαστε ότι τα κέρδη μετά από φόρους, θα είναι αυξημένα. Επομένως, στις εταιρείες και στους μετόχους θα παραμένει μεγαλύτερο ποσοστό κερδών, στο ταμείο ή στην τσέπη.
Το δεύτερο σημείο είναι η μείωση του φορολογικού συντελεστή των μερισμάτων, που αυτόματα καθιστά πιο ελκυστική μια επένδυση σε κερδοφόρες εισηγμένες εταιρείες στο χρηματιστήριο. Διότι το απτό αποτέλεσμα - κέρδος, για κάθε επενδυτή είναι το μέρισμα που εισπράττει.
Επομένως, το γεγονός ότι το μέρισμα φορολογείται με 5%, μετατρέπει την επένδυση σε μετοχικούς τίτλους υγειών επιχειρήσεων, σε μια εξαιρετική εναλλακτική επιλογή απέναντι στις σχεδόν μηδενικές αποδόσεις των τραπεζικών αποταμιεύσεων.
Το τρίτο σημείο, είναι αυτό της μείωσης του ποσοστού της προκαταβολής φόρου για την επόμενη οικονομική χρήση. Η απόφαση αυτή της κυβέρνησης, προσφέρει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να διακρατήσουν, μεγαλύτερα ποσά στα ταμειακά τους διαθέσιμα. Κάτι, που όχι μόνο βελτιώνει τους δείκτες ρευστότητας, αλλά βελτιώνει την υγεία των ισολογισμών.
Με δυο λόγια, το πρόγραμμα των φοροελαφρύνσεων των επιχειρήσεων, που ανακοινώθηκε από την κυβέρνηση, επιτρέπει στις εταιρείες να βγάζουν περισσότερα κέρδη, στους μετόχους να εισπράττουν μεγαλύτερα μερίσματα και τις επιχειρήσεις να έχουν υψηλότερα ταμειακά διαθέσιμα.
Και αυτό είναι κάτι που μεταφράζεται σε υψηλότερες αποτιμήσεις και σε εντονότερο επενδυτικό ενδιαφέρον.