Μεγαλύτερη δημοσιονομική σύσφιξη ακόμη και από αυτή που έλαβε χώρα μετά την προηγούμενη οικονομική κρίση, σχεδιάζουν οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, σύμφωνα με τα προσχέδια των προϋπολογισμών που έχουν δημοσιοποιηθεί για το 2022. Η Oxford Economics εξετάζει τα προσχέδια και τις προοπτικές κάθε οικονομίας και καταλήγει στο συμπέρασμα πως αν δεν αλλάξουν οι δημοσιονομικοί κανόνες του χρόνου, τότε πέντε χώρες κινδυνεύουν με δημοσιονομικό εκτροχιασμό το 2023. Αυτές είναι η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, το Βέλγιο και η Σλοβακία.
Η Ελλάδα μένει εκτός δημοσιονομικού κινδύνου καθώς βάζει σε τάξη τα οικονομικά της και παράλληλα θα ωφεληθεί από τη ροή των κοινοτικών πόρων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην προηγούμενη κρίση, οι δημόσιες επενδύσεις αυτή τη φορά θα αυξηθούν, αντισταθμίζοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό τις όποιες επιπτώσεις της δημοσιονομικής σύσφιξης, ενώ παράλληλα θα επιταχυνθεί η πράσινη μετάβαση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα είναι από τις πιο ωφελημένες χώρες καθώς αναμένεται να λάβει ευρωπαϊκούς πόρους που αντιστοιχούν στο 12% του ΑΕΠ της.
Ο βρετανικός οίκος τονίζει ότι οι δημόσιες επενδύσεις στην Ελλάδα, θα είναι σχεδόν διπλάσιες, ως ποσοστό του ΑΕΠ, από το μέσο όρο της Ευρωζώνης και από χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία.
Προειδοποιεί, ωστόσο, ότι γενικότερα οι απαιτήσεις για συνεχή δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να οδηγήσουν εκ νέου σε περιπέτειες την Ευρώπη, θυμίζοντας την κρίση χρέους που πέρασε πριν από μία δεκαετία, όταν πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, προχώρησαν σε απότομη σύσφιξη της πολιτικής. Γι’ αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η Oxford Economics εκτιμά ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εγκρίνει τα όλα τα προσχέδια των προϋπολογισμών, χωρίς να ζητήσει σημαντικές αλλαγές, από τη στιγμή που η ρήτρα γενικής διαφυγής των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων θα παραμείνει σε ισχύ το 2022. Το θερμόμετρο θα ανέβει του χρόνου όταν θα εντατικοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις για το πλαίσιο που θα ισχύσει το 2023.
Το βασικό σενάριο για το 2022 είναι ότι οι περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης θα επιτύχουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης την ώρα που το κόστος δανεισμού θα παραμείνει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, γεγονός που θα σταθεροποιήσει τα κρατικά χρέη. Παρ’ όλα αυτά, η OE επισημαίνει ότι ορισμένες χώρες θα εμφανίσουν μεγαλύτερα ελλείμματα καθώς βρίσκονται αντιμέτωπες με σοβαρούς κινδύνους, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Ιταλία.
Για την Ελλάδα, ο οίκος προβλέπει ότι το διαρθρωτικό έλλειμμα θα είναι της τάξης του 2,5% το 2023, όταν της Σλοβακίας και της Ισπανίας θα ξεπερνά το 4%, της Γαλλίας και του Βελγίου θα φτάνει το 5%, ενώ της Ιταλίας θα είναι ακόμη μεγαλύτερο. Το βασικό πρόβλημα της χώρας μας θα συνεχίσει να είναι το παραγωγικό κενό, το οποίο αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο 5% εξαιτίας ζητημάτων που σχετίζονται με την αγορά εργασίας.
Τέλος, η OE προβλέπει ότι δεν θα υπάρξουν νέα κύματα της πανδημίας που θα απαιτήσουν την επιβολή γενικευμένων lockdown και την εφαρμογή εκτεταμένων μηχανισμών δημοσιονομικής στήριξης. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης αναμένεται να προχωρήσουν σταδιακά στην πώληση μετοχών που αγόρασαν σε επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας και οι επιχειρήσεις με τη σειρά τους θα αποπληρώσουν δάνεια που έλαβαν με την εγγύηση του κράτους.