Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου *
Ο θεσμός του Peer to Peer lending (P2P lending) παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια μεγάλη ανάπτυξη στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Είναι ένας εναλλακτικός τρόπος online άντλησης κεφαλαίων από ιδιώτες χωρίς την παρέμβαση του κλασικού χρηματοπιστωτικού, τραπεζικού, συστήματος.
Ο θεσμός αυτός είναι ουσιαστικά μια αγορά στην οποία συναντώνται από τη μια πλευρά ιδιώτες επενδυτές που αναζητούν ευκαιρίες επένδυσης σε επιχειρήσεις, σε ακίνητα ή σε χρηματοδοτήσεις εμπορικών συναλλαγών και από την άλλη πλευρά δανειολήπτες που έχουν ανάγκη κεφαλαίων για να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους.
Δηλαδή, στο πλαίσιο του P2P lending, ιδιώτες αλλά και επιχειρήσεις εξασφαλίζουν δανεισμό απευθυνόμενοι όχι στα καθιερωμένα τραπεζικά πλαίσια, αλλά απευθείας σε ιδιώτες, αποταμιευτές και επενδυτές, που συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας εναλλακτική χρηματοδότησης. Το P2P lending δεν πραγματοποιείται μέσα από τα παραδοσιακά τραπεζικά καταστήματα, τις παραδοσιακές δομές αξιολόγησης επενδύσεων και πιστώσεων, αλλά μέσα από ελεγχόμενες διαδικτυακές πλατφόρμες, στις οποίες συναντάται η προσφορά με τη ζήτηση κεφαλαίων.
Για παράδειγμα, αν μια εταιρεία αδυνατεί να αντλήσει μέσω τραπεζών το ποσό του δανείου που είναι αναγκαίο για την εκτέλεση του επιχειρηματικού σχεδίου της, εισάγει τα στοιχεία της στη διαδικτυακή πλατφόρμα. Αναρτά επίσης το business plan της, τις εγγυήσεις που είναι πρόθυμη να παραχωρήσει, καθώς και την απόδοση που σκοπεύει να προσφέρει στον επενδυτή/χρηματοδότη, που μπορεί να είναι ένα συγκεκριμένο επιτόκιο, μια άμεση μετοχική συμμετοχή, μια έμμεση μετοχική συμμετοχή με χρήση options (μελλοντική εκπλήρωση) ή ακόμα και προσυμφωνημένη συμμετοχή στα κέρδη μέχρι την αποπληρωμή της συνολικής χρηματοδότησης.
Με τη συγκεκριμένη μέθοδο όλα τα στοιχεία της συναλλαγής είναι διαφανή και ξεκάθαρα, καθώς αμφότερες οι πλευρές γνωρίζουν εκ των προτέρων τι σκοπεύουν να αποκομίσουν. Οι πλατφόρμες προσφέρουν τρόπους και διαδικασίες που φέρνουν σε σύνδεση, σε επαφή τους δύο «peers», με αποτέλεσμα να υπάρχει έλεγχος και αποτίμηση των κινδύνων και των αποδόσεων ανάμεσα στους αντισυμβαλλόμενους. Τέλος, τα δύο μέρη συμφωνούν για την τελική μέθοδο χρηματοδότησης, τις αποδόσεις και τον χρόνο αποπληρωμής.
Από την πλευρά των δανειστών ή επενδυτών, το P2P lending έχει επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον, διότι έχει να διαλέξει ανάμεσα σε διάφορες μορφές χρηματοδότησης ή επένδυσης, σε διαφορετικά επιτόκια ή αποδόσεις, σε διάφορους κλάδους, σε εταιρείες διαφορετικής ωριμότητας. Στον βαθμό που η πλατφόρμα παρέχει μηχανισμούς αξιολόγησης των επενδύσεων ή χρηματοδοτήσεων, μέσω ελεγκτικών εταιρειών και μοντέλων εταιρικής διακυβέρνησης, ο βαθμός ρίσκου μειώνεται αισθητά.
Οι πλατφόρμες ελέγχουν την πιστοληπτική ικανότητα των υποψήφιων δανειοληπτών, έχοντας τα κατάλληλα επαγγελματικά εχέγγυα και πιστοποιητικά για να τους κατατάξουν με μεθόδους «risk management», «credit scoring» κ.λπ. Βασικό στοιχείο για τη διασφάλιση των δανειστών ή των επενδυτών, πέραν της αξιολόγησης που κάνει ο διαμεσολαβητής, είναι η διασπορά κινδύνου, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις ο αποταμιευτής καλείται να δανείσει μικρά ποσοστά του αρχικού κεφαλαίου του σε πολλές διαφορετικές επιχειρήσεις, πρόσωπα, επενδυτικά projects ή σε διευκολύνσεις εμπορικών συναλλαγών. Όσο δεν βρίσκονται ευκαιρίες επένδυσης ή χρηματοδότησης που να ταιριάζουν με το επενδυτικό πρόσωπο, ο επενδυτής λαμβάνει στα κεφάλαιά του απόδοση περίπου ίση με την απόδοση των επιτοκίων των τρεχούμενων τραπεζικών λογαριασμών.
Οι 4 ενδιαφέρουσες ευρωπαϊκές Peer to Peer πλατφόρμες
Αυτή η εναλλακτική μορφή επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων θα έβρισκε μεγάλη απήχηση σε μια χώρα της οποίας το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται στη μονάδα εντατικής θεραπείας εδώ και 7 χρόνια. Καθώς όμως αυτό προς το παρόν είναι αδύνατον και οι εν δυνάμει δανειολήπτες αδυνατούν να εκμεταλλευτούν τις νέες διαδικτυακές δυνατότητες, ας δούμε τέσσερις ευρωπαϊκές πλατφόρμες που θα μπορούσαν να προσφέρουν σημαντικές αποδόσεις σε επενδυτές ή χρηματοδότες, που δραστηριοποιούνται ούτως ή αλλιώς στις χρηματαγορές και στις κεφαλαιαγορές του εξωτερικού.
Mintos
Η πλατφόρμα της Mintos είναι μια κλασική διαδικτυακή αγορά P2P. Στην πλατφόρμα αυτή υπάρχουν ήδη λίστες από χειριστές δανείων. Έτσι ο επενδυτής μπορεί να έρθει σε επαφή με υπάρχουσες πιστωτικές γραμμές, σε μεγάλη γκάμα εναλλακτικών χρηματοδοτήσεων, επιχειρηματικών κλάδων, γεωγραφικών τοποθεσιών με διαφορετικές αποδόσεις και διαφορετικό βαθμό ρίσκου.
Η Mintos παρέχει τη δυνατότητα χρήσης ενός μοντέλου «portfolio manager», που από τη στιγμή που το παραμετροποιεί ο επενδυτής σύμφωνα με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του, τότε αυτομάτως το μοντέλο αυτό κατανέμει αυτοματοποιημένα τα προς επένδυση κεφάλαια. Επιπλέον, ένα σημαντικό μέρος των δανείων προστατεύονται μέσω του «buyback guarantee», δηλαδή από την εγγύηση επιστροφής κεφαλαίου.
Bondora
Η Bondora έχει έδρα στην Εσθονία. Είναι εξαιρετικά φιλική στη χρήση portfolio manager που διαθέτει, λειτουργεί άψογα από τη στιγμή που ο χρήστης παραμετροποιεί τα κριτήρια ρίσκου - οφέλους. Παρόλο που δεν διαθέτει μηχανισμούς εγγύησης των επενδύσεων/χρηματοδοτήσεων, προσφέρει σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις.
Grupeer
Το ενδιαφέρον στοιχείο της Grupeer είναι το γεγονός της δυνατότητας που παρέχει στους επενδυτές να επιλέξουν να χρηματοδοτήσουν οικιστικά δάνεια αναπαλαιώσεων και εκσυγχρονισμού κτιρίων, αλλά και να συμμετάσχουν μετοχικά σε projects οικιστικής ανάπτυξης και ανέγερσης εμπορικών και βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Η πλατφόρμα παρέχει πλήθος πληροφοριών γι'' αυτές τις χρηματοδοτήσεις και τις επενδυτικές δυνατότητες στον χώρο του real estate. Tα περισσότερα δάνεια προσφέρουν εξασφαλίσεις και άμεσο «buyback guarantee», παρόλο που τα έργα οικιστικής ανάπτυξαν ωριμάζουν σε βάθος χρόνου.
Fast Invest
Η πλατφόρμα αυτή βρίσκεται σε λειτουργία από το 2015 και φημίζεται για την ποιότητα των δανείων στα οποία μπορούν να συμμετάσχουν οι επενδυτές. Οι αποδόσεις που έχει αποφέρει μέχρι τώρα είναι της τάξεως του 14% σε ετήσια βάση, που σε συνδυασμό με την εγγύηση που παρέχει είναι ιδιαίτερα ελκυστικές.
Τα ποσά τα οποία επενδύουν κατά μέσο όρο οι Ευρωπαίοι επενδυτές στο P2P lending platforms είναι από 10.000 ώς 20.000 ευρώ και η μέση επένδυση/χρηματοδότηση ανά δάνειο ή project κυμαίνεται από 500-1.000 ευρώ. Αυτό το γεγονός από μόνο του δείχνει τα πλεονεκτήματα της διασποράς των επενδύσεων, του ρίσκου και των αποδόσεων που προσφέρουν οι P2P πλατφόρμες ως σύγχρονα επενδυτικά και χρηματοδοτικά εργαλεία.
Apple (AAPL): Το μήλο που πεινάει
Οι αναλυτές που καλύπτουν την Αpple, έπειτα από σειρά ετών ανάπτυξης, διακρίνουν κορεσμό στην αγορά των iPhones, που έλαβε σάρκα και οστά στο τελευταίο τρίμηνο το 2018, το γνωστό και ως «holiday quarter», στο οποίο σημειώθηκε μείωση στις πωλήσεις, γεγονός που είχε να συμβεί από το 2000. Οι αναλυτές συγκλίνουν στην άποψη πως η Apple θα πρέπει να συνεχίσει την ανάπτυξή της μέσω εξαγορών, αφού το μέγεθος των διαθεσίμων της, ύψους 130 δισ. δολ., μαζί με τις ετήσιες χρηματοροές ύψους 45 δισ. δολ., θα μπορούσαν να στηρίξουν οποιαδήποτε επέκταση μέσω στρατηγικής εξαγοράς τζίρου τρίτης επιχείρησης.
Η μεγαλύτερη μέχρι στιγμής εξαγορά στην ιστορία της Apple ήταν η εξαγορά της Beats Electronics, ύψους 3 δισ. δολ. Σύμφωνα με τα σενάρια των χρηματιστηριακών αναλυτών που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, στις λίστες των εν δυνάμει στόχων εξαγοράς βρίσκονται δεκάδες εταιρείες με προεξέχουσες την Tesla και την Twitter.
Οι αναλυτές της J.P. Morgan, που εκτιμούν πως ο προσανατολισμός της Apple για εξαγορές μεγάλου βεληνεκούς είναι αναπόφευκτος, έχουν θέσει τους ακόλουθους κλάδους ως απόλυτα συμβατούς με την περαιτέρω ανάπτυξη της Apple. Τον κλάδο του video gaming, δηλαδή των παιχνιδιών, τον κλάδο των smart home speakers, δηλαδή των έξυπνων οικιακών ηχείων, και του video content, δηλαδή του περιεχομένου των παραγωγών θέασης.
Στον χώρο του video gaming η J.P. Morgan ονοματίζει ως στόχο την Activision Blizzard (Νasdaq: ADVI), της οποίας η χρηματιστηριακή κεφαλαιοποίηση ανέρχεται στα 36 δισ. δολ. Η πολυπόθητη για πολλούς εξαγορά της Nintendo (TYO: 7974) από την Apple έχει μείνει στα χαρτιά, διότι η φιλοσοφία της Apple είναι οι ανοιχτές πλατφόρμες των προϊόντων της και των υπηρεσιών, στο πλαίσιο των οποίων η Apple Music διακινείται μέσω της συνδρομητικής βάσης της Amazon Alexa και η Apple TV μέσω της βάσης της Samsung, της LG και της Vizio. Με αυτή τη λογική η J.P. Morgan αξιολογεί την Activision Blizzard (Νasdaq: ADVI) ως τον πρώτο εν δυνάμει στόχο εξαγοράς της Apple.
Στον χώρο του οικιακού ήχου, η J.P. Morgan επιλέγει ως στόχο τη Sonos (Nasdaq: Sonos), της οποίας η χρηματιστηριακή κεφαλαιοποίηση ανέρχεται στο 1,2 δισ. δολ. Η Apple σκοπεύει τον εκτοπισμό της Google και της Amazon Alexa, από την κυριαρχία τους στον χώρο διανομής μουσικής στις αμερικανικές κατοικίες, αλλά αυτό δεν είναι δυνατόν να συμβεί χωρίς τη χρήση των «high end» ακουστικών συστημάτων της Sonos.
Τέλος, η J.P. Morgan θεωρεί πως η Apple θα προσπαθήσει να εξαγοράσει μια μεγάλη φάλαινα των χρηματιστηριακών αγορών που δεν είναι άλλη από τη Netflix (Nasdaq: NFLX). Μια εξαγορά που θα στοιχίσει σύμφωνα με τις εκτιμήσεις περίπου 189 δισ. δολ. Η εξαγορά της Netflix θα προσέφερε στην Apple την ύπαρξη δικού της προγράμματος και δικών της παραγωγών, γεγονός που θα τη διαφοροποιούσε από τον ανταγωνισμό και θα της πρόσφερε σημαντικά έσοδα μέσω της σημαντικής συνδρομητικής της βάσης.
Μένει να φανεί αν οι εκτιμήσεις της J.P. Morgan θα εκπληρωθούν μέσα στους επόμενους 12-18 μήνες. Ένα διάστημα μέσα στο οποίο θα φανεί και η όποια αδυναμία της Apple να κινηθεί με συνηθισμένους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 8 Φεβρουαρίου