Ποιος θα αντέξει τη μεγάλη «φορολογική δοκιμασία»;

Ποιος θα αντέξει τη μεγάλη «φορολογική δοκιμασία»;

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέσα στις επόμενες εβδομάδες ή και λίγο αργότερα, η διαδικασία για τη σύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS θα τελειώσει και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων θα αποκτήσει πρόσβαση σε ακόμη περισσότερη πληροφορία ηλεκτρονικών συναλλαγών.

Εκτιμάται ότι μέσα στο 2024, οι ηλεκτρονικές πληρωμές που θα καταγράψει η ΑΑΔΕ μπορεί να ξεπεράσουν ακόμη και τα 70 δισ. ευρώ. Οι «μαύρες συναλλαγές» δεν θα εξαλειφθούν. Ούτε στο οικονομικό επιτελείο δεν υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. Όμως, και με τις ταμειακές μηχανές, και με τα ηλεκτρονικά τιμολόγια και με τις εφόδους των ελεγκτών το πλαίσιο γίνεται πιο ασφυκτικό και πλέον εγείρεται ένα μεγάλο ερώτημα: Πόσοι θα αντέξουν τη μεγάλη «φορολογική δοκιμασία»;

Σε τι συνίσταται αυτή η δοκιμασία; Είναι κοινό μυστικό στην αγορά ότι δεκάδες χιλιάδες επαγγελματικές δραστηριότητες επιβιώνουν τα τελευταία χρόνια μόνο και μόνο γιατί αποφεύγουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους.

Στοιχειώδης ασφάλιση των εργαζομένων (δύο ώρες φανερά και άλλες έξι με μαύρα), συναλλαγές χωρίς απόδειξη άρα και χωρίς καταβολή ΦΠΑ «φούσκωμα» των επαγγελματικών δαπανών είναι μια τακτική που έχει κρατήσει στη… ζωή πολλές μικρές κυρίως επαγγελματικές μονάδες. Είναι η λεγόμενη «φοροδιαφυγή ανάγκης», τακτική που ακολουθείται καθώς αν μπει στην οικονομική εξίσωση η καταβολή φόρων και εισφορών, ο λογαριασμός σταματά να «βγαίνει».

Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, το 2024 και τα αμέσως επόμενα χρόνια, θα αποτελέσουν την περίοδο της μεγάλης φορολογικής δοκιμασίας. Από τη στιγμή που όλα τα προωθούμενα μέτρα θα μπουν σε ισχύ (ψηφιακές κάρτες εργασίας, POS, ταμειακές, ηλεκτρονικά τιμολόγια κλπ) είναι ένα μεγάλο ερώτημα το κατά πόσο η αθροιστική πίεση για… νομιμότητα θα οδηγήσει σε αναστολή οικονομικής δραστηριότητας. Προφανώς, στέκει το επιχείρημα ότι αυτό συνιστά και «εξυγίανση» της αγοράς καθώς και ο νομοταγής θα πάψει να υφίσταται τον αθέμητο ανταγωνισμό του παράνομου. Ακόμη και η δίκαιη διαδικασία εξυγίανσης όμως, δεν παύει να έχει θύματα. 

H οργανωμένη πλέον προσπάθεια για περιορισμό της φοροδιαφυγής θα επηρεάσει και τους καταναλωτές. Όπως και να το κάνουμε, όταν σε μια υπηρεσία προστεθεί ο ΦΠΑ και ο φόρος εισοδήματος -υπολογίσιμος πλέον και αυτός για τους μικρομεσαίους- η υπηρεσία ακριβαίνει. Άρα, το κόστος της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής θα το αναλάβει -σε άλλες περιπτώσεις σε μικρότερο και σε άλλες σε μεγαλύτερο βαθμό- και ο ίδιος ο καταναλωτής ο οποίος θα κληθεί να πληρώσει περισσότερα.