Ποιος θα πληρώσει την αύξηση του μέσου μισθού;

Ποιος θα πληρώσει την αύξηση του μέσου μισθού;

Στην αύξηση του μέσου καθαρού μισθού στην Ελλάδα από τα εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα των 1050 ευρώ καθαρά - σε αυτό το ποσό αντιστοιχούν τα 1.342 ευρώ μεικτά - επικεντρώνεται πλέον το ενδιαφέρον. Και στην κυβέρνηση αλλά και στην αγορά εργασίας γνωρίζουν ότι η ώθηση του μέσου μισθού μόνο από την αύξηση του κατώτατου, εξαντλεί πλέον τη δυναμική της οπότε θα χρειαστούν άλλες παρεμβάσεις και σαφώς περισσότερα χρήματα τα οποία κάποιος θα πρέπει να πληρώσει.

Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται από τον Απρίλιο κατά 6% μεικτά ή 5% καθαρά και δίνει μια «ανάσα» στους 575.000 εργαζόμενους που θα τον εισπράξουν καθώς η αύξηση (ακόμη και μετά την αφαίρεση των κρατήσεων) είναι μεγαλύτερη από την ταχύτητα του πληθωρισμού.

Τι φέρνει όμως το μέλλον για τους δικαιούχους του κατώτατου μισθού; Αν υποτεθεί ότι επιβεβαιωθεί η κυβερνητική εξαγγελία για 950 ευρώ μεικτά μέχρι το 2025, μιλάμε για μια διαφορά της τάξεως του 8% στα μεικτά (σ.σ αυτά τα 70 ευρώ) επιπλέον και κάτι λιγότερο από 6% στα «καθαρά» καθώς από εδώ και πέρα είναι που η φορολογική κλίμακα θα επηρεάζει ολοένα και περισσότερο τους δικαιούχους του κατώτατου μισθού.

Συμπέρασμα; Ακόμη και για τους χαμηλόμισθους, η επόμενη διετία φέρνει αυξήσεις στα όρια του πληθωρισμού ειδικά αν μιλάμε σε όρους καθαρών αμοιβών που είναι και το ζητούμενο. Και αν θέλουμε να το πάμε και πιο μακριά στο μέλλον, ας βάλουμε στην εξίσωση και τον νέο μαθηματικό τύπο ο οποίος θα ισχύσει από το 2028. Αυτός είναι έτσι φτιαγμένος που θα διασφαλίζει ότι πολύ δύσκολα θα γίνεται αύξηση του εισαγωγικού μισθού με ρυθμό ταχύτερο από αυτό του πληθωρισμού.

Πώς μπορούν να βελτιωθούν οι όροι του παιχνιδιού και να επιταχυνθεί η διαδικασία αύξησης του μέσου μισθού όχι μόνο στα «μεικτά» αλλά και στα καθαρά; Με δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι να υπογραφούν περισσότερες συλλογικές συμβάσεις. Άλλο ο μέσος όρος να επιδιώκεται να αυξηθεί με το ένα πέμπτο των εγγεγραμμένων και άλλο να μπαίνουν περισσότεροι στο παιχνίδι.

Εδώ, λοιπόν, ανοίγει η συζήτηση για την υπογραφή περισσότερων συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Είμαστε από τους τελευταίους στην Ευρώπη με ένα ποσοστό «σύνδεσης» μισθού συλλογικής σύμβασης στην περιοχή του 30% όταν το ζητούμενο είναι να φτάσουμε στο 80%. Το υπουργείο Εργασίας μεταθέτει για το φθινόπωρο νομοθετικές παρεμβάσεις διευκόλυνσης των συλλογικών διαπραγματεύσεων όμως το ζητούμενο είναι το ποιος θα βάλει τα λεφτά. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για παζάρι μεταξύ ιδιωτών: εργαζομένων και εργοδοτών. Το κράτος, από κάθε αύξηση μισθού στον ιδιωτικό τομέα, μόνο εισπράττει μέσω των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών.

Ερχόμαστε, λοιπόν, και στην ευθύνη του κράτους για τη συγκράτηση του καθαρού μισθού σε χαμηλά επίπεδα. Η φορολογική κλίμακα, δεν έχει τιμαριθμοποιηθεί εδώ και πολλά χρόνια. Όλη την πληθωριστική κρίση, οι εργαζόμενοι την υπέστησαν και μέσω της εφορίας. Ναι, υπάρχει και ο «φορολογικός πληθωρισμός» ο οποίος είναι μεγαλύτερος από τον κανονικό. Πώς αποτυπώνεται στην πράξη, με το γεγονός ότι η ποσοστιαία αύξηση του φόρου σε κάθε μεταβολή μισθού είναι μεγαλύτερη από τη μεταβολή του ίδιου του μισθού. Για να διορθωθεί αυτό, χρειάζεται δημοσιονομικός χώρος. Και πολύς χώρος καθώς η κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, είναι προγραμματισμένο να αποφέρει φέτος στο δημόσιο φόρους άνω των 15-16 δισ. ευρώ.

Θα διαθέσει κονδύλια η κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση μιας νέας φορολογικής κλίμακας ευνοϊκότερης για τη λεγόμενη μεσαία τάξη; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θα μας απασχολήσουν έντονα το επόμενο διάστημα και σίγουρα περισσότερο από το πώς θα επηρεάσει την αγορά η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 33 ή 34 ευρώ καθαρά.