Στις λανθασμένες αντιλήψεις και την κακή διαχείριση δεκαετιών που επικρατούν στον κλάδο της ελαιουργίας στην Ελλάδα, εμποδίζοντας τόσο τους παραγωγούς όσο και το κράτος να κεφαλαιοποιήσουν τα κέρδη από την κατά τ'' άλλα επικερδέστατη παραγωγή ελαιολάδου αναφέρεται σημερινό δημοσίευμα της ηλεκτρονικής έκδοσης του Politico.
Στο δημοσίευμα του Politico αναφέρεται πως θεωρητικά η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι μια υπερδύναμη στην παραγωγή ελαιολάδου, καθώς εκτός από το ότι είναι η τρίτη σε παραγωγή χώρα παγκοσμίως, παράλληλα, σε πολύ μεγάλο ποσοστό η παραγωγή αυτή χαρακτηρίζεται ως υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών, η οποία φέρει τυποποίηση ως «έξτρα παρθένο».
Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα καταβάλλει προσπάθειες να κεφαλαιοποιήσει μέσω εξαγωγών το υψηλής ποιότητας ελαιόλαδο που παράγει, εντούτοις με βάση στοιχεία την Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, μόλις το 27% της παραγωγής τυποποιείται στην Ελλάδα και φέρει παράλληλα ελληνική σήμανση. «Η Ελλάδα συνεχίζει να αντιμετωπίζει δυσκολίες στην μετατροπή αυτού του πλεονεκτήματος που διαθέτει σε εξαγώγιμο “χρυσό”»
Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού ελαιολάδου και φέτος για ακόμα μια χρονιά πρόκειται να εξαχθεί μαζικά στην γειτονική Ιταλία σε προκαθορισμένες χαμηλές τιμές, όπου εκεί πλέον θα τυποποιηθεί και θα λάβει υπεραξία ως ένα ιταλικό προϊόν υψηλής ποιότητας.
Ο ρόλος των συνεταιρισμών
Το Politico παραθέτει τις απόψεις του Σταύρου Κολαλά, ενός ελαιοπαραγωγού από την Θάσο, ο οποίος κατηγορεί για την υφιστάμενη κατάσταση στην ελαιουργία τους κατά τόπους συνεταιρισμούς. Ο κ. Κολαλάς διερωτάται «Γιατί καταστρέφουμε τον χρυσό;», προσθέτοντας ότι πλέον έχει αποκοπεί από τον αγροτικό συνεταιρισμό του νησιού του παράγοντας και τυποποιώντας ο ίδιος το δικό του ελαιόλαδο. Στο αντίποδα, το Politico αναφέρει πως παρά την σκληρή κριτική που ασκείται εδώ και χρόνια στους συνεταιρισμούς, οι ελαιοπαραγωγοί της χώρας μας επειδή δεν διαθέτουν οι περισσότεροι πολλά δέντρα, είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν τους συνεταιρισμούς για να μπορέσουν να βγάλουν το λάδι της χρονιάς.
Το δημοσίευμα αναφέρει εξάλλου πως για «χρόνια πολιτικοί αντιμετώπισαν τους αγροτικούς συνεταιρισμούς ως πεδίο τακτοποίησης πολιτικών τους υποστηρικτών, οι οποίοι ήθελαν να πλουτίσουν», ενώ παραθέτει και την πληροφορία πως επικεφαλής κάποιων κατά τόπους συνεταιρισμών ζητούν από τα μέλη τους ως και 30.000 ευρώ προκειμένου να συμμετάσχουν σε διεθνείς εκδηλώσεις προώθησης του ελαιολάδου στο εξωτερικό, με το πραγματικό κόστος όμως συμμετοχής να ανέρχεται μόλις στο ένα δέκατο αυτού του ποσού.
Πάντως όπως επισημαίνει το δημοσίευμα, έχουν αρχίσει δειλά να εμφανίζονται και σημάδια βελτίωσης στην διαχείριση της κατάστασης, με τις εξαγωγές συσκευασμένου, τυποποιημένου ελαιολάδου να έχουν αυξηθεί κατά περισσότερους από 30.000 τόνους το 2018 σε σύγκριση τους 10.000 τόνους που εξήχθησαν το 2005. Αν σκεφτεί όμως κάποιος ότι με βάση στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εξάγει μέχρι και 400.000 τόνους ετησίως ο δρόμος φαίνεται να είναι ακόμα πολύ μακρύς μέχρι η χώρα μας να κεφαλαιοποιήσει τα οφέλη από την παραγωγή ελαιολάδου.