Του Γιώργου Φιντικάκη
Δύσκολοι καιροί για την ΔΕΗ που βλέπει τη μία βόμβα να σκάει μετά την άλλη. Σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη για την ίδια συγκυρία, η σε βάρος της έρευνα από την DG Comp την μετατρέπει από καταγγέλλουσα ξαφνικά σε «κατηγορούμενη».
Δίχως αυτό να σημαίνει, όπως επισημαίνει και η Κομισιόν, ότι η ΔΕΗ είναι ένοχη, η εξέλιξη εκτιμάται ότι αποδυναμώνει σε πολιτικό επίπεδο τη διαπραγματευτική ισχύ της κυβέρνησης απέναντι στις πιέσεις της τρόικας για βίαιο άνοιγμα της αγοράς και πώληση μονάδων.
Την φέρνει σε πιο μειονεκτική θέση, καθώς έχει μια κρατική επιχείρηση που ελέγχεται για χειραγώγηση της αγοράς, και υπό αυτή την έννοια είναι πιο ευάλωτη στις ούτως ή άλλως έντονες πιέσεις για ιδιωτικοποίηση. Δίχως τα δύο γεγονότα να συνδέονται ευθέως το ένα με το άλλο, δεν παύουν σε κάθε περίπτωση να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Σύμφωνα πάντα με αυτή την ερμηνεία, εν μέσω πιέσεων των δανειστών για «σμίκρυνση» της ΔΕΗ, η έρευνα για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης της επιχείρησης στην αγορά δίνει νέα πατήματα.
Στο δια ταύτα, αυτή καθ' εαυτή η ιστορία της έρευνας φαίνεται ότι έχει βάθος. Δεδομένου ότι φτάνει πίσω στο 2010, όπως αναφέρει η ίδια η ΔΕΗ στην ανακοίνωσή της, σημαίνει καταρχήν πως αν η επιχείρηση βρεθεί ένοχη, αυτό μπορεί να είναι κατά συρροή.
Έπειτα το θέμα φαίνεται ότι είναι σοβαρότερο απ' ότι αφήνονταν αρχικά να εννοηθεί. Έως τώρα οι πληροφορίες λένε ότι οι κοινοτικοί ελεγκτές έχουν «σηκώσει» ένα μεγάλο μέρος του αρχείου της ΔΕΗ, έχουν κατάσχει εκατοντάδες σκληρούς δίσκους από πολλές Διευθύνσεις (όπως η Διεύθυνση Στρατηγικής), έχουν «σφραγίσει» μερικές δεκάδες χιλιάδες αρχεία μέχρι και κινητά τηλέφωνα. Και αυτό καθώς ερευνούν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το σύνολο των αρχείων της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ που μπορεί να σχετίζονται με καταγγελίες για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της επιχείρησης στην αγορά από το 2010 έως σήμερα, και χειραγώγηση της τιμής χονδρικής (ΟΤΣ) προκειμένου να την κρατήσει χαμηλά προς ιδίον όφελος. Τούτο φυσικά δεν σημαίνει πως αν το κρίνουν οι κοινοτικοί, δεν θα επεκτείνουν την έρευνα και πιο πίσω χρονικά, που σημαίνει ότι αυτή θα πάρει χρόνια για να ολοκληρωθεί.
Καταγγελίες για την ΔΕΗ, επίσημες και ανεπίσημες, έφταναν στα κοινοτικά γραφεία πολλές εδώ και χρόνια, ωστόσο το τελευταίο διάστημα κάπως η αγορά είχε ηρεμήσει. Ήταν ωστόσο ο πρόεδρος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης, αυτός που άναψε φωτιές όταν τον περασμένο Νοέμβριο κατήγγειλε τους ιδιώτες προμηθευτές για χειραγώγηση των τιμών στη διάρκεια της πρώτης δημοπρασίας υποχρεωτικής πώλησης ρεύματος (ΝΟΜΕ). Ήταν επίσης ο ίδιος που την περασμένη εβδομάδα από το λιγνιτικό κέντρο της Πτολεμαΐδας κατήγγειλε δημοσίως για χειραγώγηση τιμών τις εταιρείες που την ανταγωνίζονται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Και ξαφνικά από καταγγέλλουσα, η ΔΕΗ βρέθηκε στη θέση του «κατηγορούμενου». Τον περασμένο ωστόσο Σεπτέμβριο, και ενόψει της διεξαγωγής της πρώτης δημοπρασίας ρεύματος, ο κ. Παναγιωτάκης είχε συναντηθεί στις Βρυξέλλες με κορυφαίους αξιωματούχους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Η τότε ανακοίνωσή του δεν προϊδέαζε για τα μελλούμενα, το αντίστροφο θα έλεγε κανείς, αφού έδειχνε πως είχε μείνει ικανοποιημένος από την ανταπόκριση που βρήκε. Είχε μάλιστα ζητήσει παρέμβαση της DG Comp, μιλώντας για «σταυροειδείς επιδοτήσεις», παραβίαση των όρων του ανταγωνισμού και ανάγκη επαναξιολόγησης της συμβατότητας του ελληνικού πλαισίου με το ευρωπαικό.
Πως βλέπουν οι Βρυξέλλες την ΔΕΗ
Η εμπλοκή των ευρωπαικών αρχών με την ΔΕΗ κρατά πολλά χρόνια και συνδέεται με πολλά από τα μεγάλα θέματα που έχουν μείνει ανοιχτά από την εποχή που η επιχείρηση μονοπωλούσε την αγορά ενέργειας. Επί δεκαετίες, η Ελλάδα μαζί με την Βουλγαρία, θεωρούνταν στους διαδρόμους των Βρυξελλών ως συνώνυμες των μονοπωλίων και κράτη case study για το πως κατόρθωναν να κρατούν κλειστό τον ανταγωνισμό. Τα τελευταία χρόνια το δυσμενές αυτό κλίμα είχε ενταθεί για την ΔΕΗ στις Βρυξέλλες που είχαν δεχθεί με ανακούφιση το σχέδιο δημιουργίας και πώλησης της «Μικρής ΔΕΗ», ως ο μόνος τρόπος για να σπάσει το μονοπώλιό της στον ηλεκτρισμό, και να υπάρξουν εναλλακτικές επιλογές στους καταναλωτές. Ο ερχομός του ΣΥΡΙΖΑ, η κατηγορηματική του αντίθεση στην προηγούμενη πολιτική και η υπουργοποίηση Λαφαζάνη επιδείνωσαν το κλίμα για την ΔΕΗ. Στα μέσα του 2015, κοινοτικά στελέχη θύμιζαν ότι τυχόν ψήφιση στη Βουλή νόμου που θα καταργεί αυτόν της «Μικρής ΔΕΗ», θα αναβίωνε αυτόματα την υπόθεση καταδίκης της Ελλάδας στο Ευρωδικαστήριο για το άνοιγμα της αγοράς λιγνίτη, όπως και τελικά συνέβη τον Δεκέμβριο του 2016.
«We will not drop the ball, δηλαδή δεν πρόκειται να υπαναχωρήσουμε έναντι των αρχικά συμφωθηνέντων», ήταν τα τελευταία χρόνια η μόνιμη επωδός των στελεχών της DG Comp. Έπειτα από μια μικρή ανάπαυλα, η προκήρυξη των πρώτων δημοπρασιών πώλησης ρεύματος (ΝΟΜΕ), και η γκρίνια που προκάλεσε σε όλους τους εμπλεκόμενους, ήρθε να ρίξει νέο λάδι στη φωτιά της αέναης αντιπαράθεσης ως προς το ποιο είναι το πραγματικό κόστος της ΔΕΗ, και πως αυτό διαμορφώνεται σε σχέση με την χονδρική τιμή.
Η επίσκεψη στον ΑΔΜΗΕ
Εκτός της ΔΕΗ, οι κοινοτικοί επισκέφθηκαν προχθές και τα γραφεία του ΑΔΜΗΕ στη γέφυρα Ροσινιόλ στο Ρουφ. Ο ΑΔΜΗΕ «κολλάει» στην υπόθεση ως ο υπεύθυνος για την εκκαθάριση της ημερήσιας αγοράς ρεύματος στη χονδρική. Στο βαθμό που θα διαπιστωθούν παραβάσεις, σημαίνει ότι ο διαχειριστής δεν θα έχει κάνει καλά την δουλειά του, ο οποίος άλλωστε είναι «τριτοξάδερφος» όπως λένε στην αγορά, του δεσπόζοντος παίκτη, δηλαδή της ΔΕΗ.
Τα προηγούμενα για παράδειγμα χρόνια, οι ιδιώτες ανταγωνιστές της ΔΕΗ είχαν αποτανθεί στις Βρυξέλλες κάνοντας λόγο για στρέβλωση σχετικά με τις εισαγωγές που κάνει η επιχείρηση, προκειμένου να καλύπτει τις ανάγκες της μέσω των δικτύων διασύνδεσης από τα βόρεια σύνορα. Οι καταγγελίες έλεγαν ότι στις ετήσιες δημοπρασίες που διενεργεί ο ΑΔΜΗΕ για εισαγωγές ρεύματος από τη Βουλγαρία, η ΔΕΗ υποβάλει προσφορές σε υπερβολικά υψηλές τιμές, με αποτέλεσμα να αποκλείει τους άλλους ενδιαφερόμενους παίκτες, και να «καπαρώνει» για την ίδια την μεγαλύτερη δυνατή χωρητικότητα του καλωδίου. Διότι όντας ακόμη τότε, κάτοχος του 100% του ΑΔΜΗΕ δεν την ενδιέφερε μήπως χάσει χρήματα υποβάλλοντας πολύ υψηλές προσφορές, αφού όσα ποσά και να πλήρωνε, αυτά θα επέστρεφαν στο ταμείο της θυγατρικής της. Έβγαιναν δηλαδή από την μία τσέπη, και έμπαιναν στην άλλη, αφού εισπράττονταν από τον ΑΔΜΗΕ και κατέληγαν στη μητρική, που τα ενέγραφε στο ταμείο της ως μέρισμα από τη θυγατρική της.