«Η μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων αποτελεί δομικό στοιχείο της πολιτικής της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την πρώτη μέρα διακυβέρνησης. Το μήνυμα αποτυπώθηκε και στους τρεις προϋπολογισμούς που έχει καταθέσει η κυβέρνηση, χωρίς κανέναν νέο φόρο αλλά, αντίθετα, με μειώσεις φόρων», ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομικών, Απόστολος Βεσυρόπουλος, λίγο πριν πέσει η αυλαία της συζήτησης του προϋπολογισμού του 2022 στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής.
«Η ψήφιση του προϋπολογισμού έχει τον χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Η ψήφος αυτή είναι δεδομένη στο Κοινοβούλιο. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι παραμένει και ενισχύεται η σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και στη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών», σημείωσε ο υφυπουργός Οικονομικών.
«Ο Έλληνας φορολογούμενος γνωρίζει ποια είναι η κυβέρνηση που μείωσε φόρους. Έχει πάρει εκκαθαριστικά φόρου εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ, για πρώτη φορά μετά από πάρα πολλά χρόνια, με μειωμένο φόρο, επί κυβέρνησης ΝΔ και πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο», τόνισε ο κ. Βεσυρόπουλος και πρόσθεσε:
«Ο λαϊκισμός, ο μηδενισμός και η παραπλανητική ρητορική δεν αποδίδουν. Αυτό αποτυπώνεται όχι μόνο στον δημόσιο λόγο αλλά και στις μετρήσεις. Η ολική επαναφορά της ελληνικής οικονομίας στους ρυθμούς ανάπτυξης δεν είναι ούτε συγκυριακή ούτε τυχαία. Καταφέραμε, μέσα στο 2021, να καλύψουμε πάνω από τα 2/3 της υφεσιακής καταγραφής του 2020.
Αυτό παρά το γεγονός ότι τους πρώτους μήνες του 2021 υπήρχαν σε εφαρμογή περιοριστικά μέτρα. Η δυναμική που καταγράφει η ελληνική οικονομία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα έγκαιρα και ουσιαστικά μέτρα στήριξης, καθώς και σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο πολιτικών που κράτησαν ζωντανή την ελληνική οικονομία. Η κυβέρνηση έχει διαθέσει 43 δισ. ευρώ σε ταμειακή βάση και 31 δισ. ευρώ σε δημοσιονομική βάση για να στηρίξει την πραγματική οικονομία και την κοινωνία».
Καθώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγόρησαν πολλές φορές την κυβέρνηση για εικονική πραγματικότητα και εκτιμήσεις που δεν θα επιβεβαιωθούν το 2022, ο υφυπουργός Οικονομικών απάντησε πως ο προϋπολογισμός του 2022 στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα.
«Η κυβέρνηση λειτουργεί ορθολογικά. Οι προβλέψεις μας είναι πάντα μετρημένες και ποτέ εκτός πραγματικότητας», επεσήμανε για να υπογραμμίσει: «Η πρόβλεψη για τους ρυθμούς ανάπτυξης το 2021 ήταν 3,6% στο ΜΠΔΣ. Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022, η πρόβλεψη αυτή αναθεωρήθηκε.
Η εκτίμηση για τον ρυθμό ανάπτυξης το 2021 ήταν 6,1% και σήμερα ο ρυθμός ανάπτυξης, χωρίς ακόμα να έχει τελειώσει ο χρόνος, ανέρχεται στο 6,9%. Αντιλαμβάνονται, συνεπώς, όλοι, αναλύοντας τα δεδομένα αλλά και τις προοπτικές που υπάρχουν, ότι και η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 4,5% το 2022 ενδέχεται να είναι πολύ συντηρητική. Υπολογίζεται ότι μόνο η αξιοποίηση των πρώτων πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης μέσα στο 2022 θα συμβάλλει στη μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες».
«Σε όλους αυτούς τους μήνες που βιώνουμε όλοι τις συνέπειες της πανδημίας στην οικονομία, η φορολογική πολιτική της κυβέρνησης δίνει ξεκάθαρο μήνυμα ότι η μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων αποτελεί δομικό στοιχείο της πολιτικής της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την πρώτη ημέρα διακυβέρνησης», ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομικών και σημείωσε πως αυτό το μήνυμα αποτυπώθηκε και στους τρεις προϋπολογισμούς που έχει καταθέσει αυτή η κυβέρνηση, χωρίς κανένα νέο φόρο, αλλά αντίθετα, με μειώσεις φόρων.
«Η σταδιακή μείωση χρόνο με τον χρόνο των φορολογικών επιβαρύνσεων δημιουργεί θετικό κλίμα στην ελληνική οικονομία, ενισχύει τη δυναμική της. Σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιήθηκαν και θα συνεχίσουν να υλοποιούνται αλλά και με την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, δημιουργούνται οι συνθήκες για να αναδυθεί μια άλλη Ελλάδα. Η Ελλάδα της δημιουργίας και της εξωστρέφειας», τόνισε ο κ. Βεσυρόπουλος και συμπλήρωσε:
«Η ψήφιση του προϋπολογισμού έχει τον χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση. Η ψήφος αυτή είναι δεδομένη στο Κοινοβούλιο. Το σημαντικό, όμως, είναι ότι παραμένει και ενισχύεται η σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και στη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών».