Το Workmonitor της Randstad για το δεύτερο τρίμηνο του 2017αποτυπώνει τη ζοφερή εικόνα που έχει διαμορφωθεί στην ελληνική αγορά εργασίας, όπου η ανεργία θεωρείται μείζον κοινωνικό πρόβλημα.
Ειδικότερα, η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων, σε ποσοστό 94%, συμφωνεί ότι ο άνεργος πληθυσμός της χώρας πρέπει να εκπαιδευτεί σε νέες δεξιότητες, όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να μπορέσει να απασχοληθεί σε θέσεις εργασίας οι οποίες δεν μπορούν να καλυφθούν λόγω περιορισμένου εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Η έρευνα επισημαίνει πως το 89% των Ελλήνων εργαζομένων είναι πρόθυμο να μείνει στην ίδια εργασία ώστε να αποφύγει τον κίνδυνο της ανεργίας, μια άποψη που επικρατεί και παγκοσμίως σε αντίστοιχο ποσοστό (88%). Το 45% των Ελλήνων εργαζομένων θα δεχόταν έναν χαμηλότερο μισθό ή υποβιβασμό προκειμένου να συνεχίσει να εργάζεται. Επίσης, το 83% είναι πρόθυμο να απασχοληθεί με σύμβαση ορισμένου χρόνου για να αποφύγει την ανεργία.
Το 76% των Ελλήνων συμμετεχόντων αναμένει ότι η διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού για κάποιες θέσεις εργασίας θα περιοριστεί στο κοντινό μέλλον. Το 56%, επίσης, συμφωνεί ότι θα ήταν χρήσιμο να προσελκυθούν εργαζόμενοι από το εξωτερικό, οι οποίοι θα μπορέσουν να καλύψουν τις θέσεις εργασίας που αδυνατεί να καλύψει το εγχώριο δυναμικό. Το 53% δήλωσε ότι θα ήταν πρόθυμο να μεταναστεύσει για να αναζητήσει την εργασία που αδυνατεί να βρει στην Ελλάδα.
Τέλος, το 82% πιστεύει ότι η δυνατότητα απασχόλησης σε μια θέση εργασίας για όλη τη ζωή του εργαζομένου, είναι μια συνθήκη που έχει πλέον εκλείψει.
Τέλος, σύμφωνα με τους Έλληνες συμμετέχοντες στην τελευταία έρευνα Workmonitor, το 91% συμφωνεί με την πεποίθηση ότι η διαρκής μάθηση είναι απαραίτητη, προκειμένου να διατηρηθεί ή να αυξηθεί η απασχόληση. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 86% των ερωτηθέντων εξέφρασε την ίδια άποψη.
Φωτογραφία: Sooc