Η πιο μεγάλη ώρα είναι τώρα για την ελληνική οικονομία καθώς το 2021 έχει τη δυναμική να ξεκινήσει η σημαντικότερη σε διάρκεια (τουλάχιστον 5 χρόνια) και βαρύτητα αναπτυξιακή περίοδος στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, με σύμμαχο τις ευνοϊκότερες συνθήκες – σε επίπεδο άντλησης φθηνών κεφαλαίων – όλων των εποχών.
Με μία προϋπόθεση: να αξιοποιηθεί η τεράστια ευκαιρία των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και της συμμετοχής της Ελλάδας στο QE, με πολιτικές που θα δώσουν λύση στα χρόνια προβλήματα της ελληνικής οικονομίας τα οποία έχουν επισημάνει επανειλημμένα οι οίκοι αξιολόγησης και κάνουν οργανισμούς όπως το ΔΝΤ να βλέπουν αναιμική ανάπτυξη 1% μακροπρόθεσμα.
Είναι μία χρυσή ευκαιρία ανάπτυξης, με φόντο την οποία ο οίκος Moody’s άνοιξε χθες το δρόμο για νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, μετά την αναπάντεχη αναβάθμιση του περασμένου Νοεμβρίου σε «Ba3», η οποία μάλιστα έλαβε χώρα σε περιβάλλον πανδημίας, ένα μοναδικό φαινόμενο στην Ευρώπη.
Θα μπορούσε κάποιος να πει πως όσα ανέφερε χθες η Moody’ s είναι αυτονόητα. Ότι ο πακτωλός κεφαλαίων που θα διατεθεί στην οικονομία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελεί μία θετική εξέλιξη για την πιστοληπτική αξιολόγηση των χωρών που θα ωφεληθούν, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Όμως, η «ετυμηγορία» της Moody’ s είναι πολύ σημαντική διότι είναι η πρώτη φορά που ένας από τους οίκους αξιολόγησης – από τις «βαθμολογίες» των οποίων κρίνεται σε μεγάλο βαθμό η εισροή επενδυτικών κεφαλαίων – βάζει στην εξίσωση το Ταμείο Ανάκαμψης.
Μέχρι σήμερα οι περισσότεροι αναλυτές μιλούσαν για το Ταμείο αλλά απέφευγαν να το συμπεριλάβουν στις προβλέψεις τους. Άλλωστε, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα κατά πόσο τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα αξιοποιηθούν από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
Αυτό, λοιπόν, που θα φέρει νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας οδηγώντας την πιο κοντά στην πολυπόθητη «επενδυτική βαθμίδα» είναι η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Κάτι που επισήμανε και η ΤτΕ στην Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική, τονίζοντας ότι η ταχύτερη απορρόφηση και αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των 19,3 δισ. ευρώ επιχορηγήσεων και των 12,7 δισ. ευρώ δανείων του Ταμείου για την περίοδο 2021-2026 μπορεί να δώσει μεγαλύτερη ώθηση στις αναπτυξιακές προοπτικές τις ελληνικής οικονομίας.
Ξένοι αναλυτές εκτιμούν ότι το 2021 θα είναι έτος καμπής και εξηγούν ότι από τη στιγμή που θα αρχίσει να «τρέχει» το επενδυτικό πλάνο της χώρας και πείσει τους επενδυτές ότι είναι προς την σωστή κατεύθυνση, οι αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας μπορούν να έρθουν πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό το τελικό σχέδιο που θα συμφωνηθεί μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και Κομισιόν την ερχόμενη άνοιξη να περιλαμβάνει τομές και αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις.
Υπενθυμίζεται ότι μετά την αναβάθμιση από τη Moody’s, το ελληνικό αξιόχρεο βρίσκεται 2 σκαλοπάτια μακριά από την «επενδυτική βαθμίδα» με βάση την αξιολόγηση της Fitch και 3 σκαλοπάτια με βάση την αξιολόγηση των S&P, Moody’s και DBRS.
Ο ευρωπαϊκός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings, από την πλευρά του, ανέφερε σε χθεσινή του έκθεση ότι η προτεραιότητα της ελληνικής κυβέρνησης είναι να προσελκύσει περισσότερες ξένες και εγχώριες επενδύσεις, τονίζοντας ότι το επενδυτικό κενό της Ελλάδας – με τις επενδύσεις στο 12% του ΑΕΠ όταν στην Ευρώπη είναι 22%, συνεχίζει να περιορίζει τις προοπτικές της χώρας. Για να καλυφθεί το κενό, θα πρέπει η Ελλάδα να δώσει μεγάλη ώθηση στις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, αξιοποιώντας τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Η επενδυτική κοινότητα παρακολουθεί την εξέλιξη αυτή με αποτέλεσμα να είναι θέμα χρόνου το ευνοϊκό περιβάλλον να φέρει μεγάλες εισροές επενδυτικών κεφαλαίων. Εξάλλου, δεν υπάρχει πουθενά αλλού στον κόσμο μία χώρα με τέτοιες προοπτικές, που να έχει παράλληλα περάσει μια τόσο μεγάλη κρίση – που συνεπάγεται ότι οι τιμές έχουν καταρρεύσει - και ταυτόχρονα να έχει εξασφαλίσει δεκάδες δισεκατομμύρια επιχορηγήσεων και άτοκων δανείων και η συμμετοχή της στην Ευρωζώνη να της επιτρέπει να αντλεί κεφάλαια (δημόσιος και ιδιωτικός τομέας) με πολύ χαμηλό κόστος.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι το ελληνικό δημόσιο έχει μία μοναδική ευκαιρία να χρηματοδοτήσει την ανάκαμψη με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, αξιοποιώντας παράλληλα τα σχεδόν 70 δισ. ευρώ που αναμένεται να ενεργοποιηθούν σε βάθος χρόνου, στο πλαίσιο των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Έχει επίσης μία μοναδική ευκαιρία να βελτιώσει ακόμα περισσότερο το προφίλ του ελληνικού χρέους κατά τέτοιο τρόπο που με την απαιτούμενη «ρύθμιση» από πλευράς Ευρωπαίων πριν το 2032 θα καταστεί βιώσιμο μακροπρόθεσμα.