Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Μπορεί η Εθνική Τράπεζα να έχει δεσμευτεί στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) για την αποχώρηση 1.600 ατόμων από το δυναμικό του ομίλου στην Ελλάδα, όμως οι προσδοκίες της διοίκησης φαίνεται πως είναι ακόμη μεγαλύτερες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Liberal.gr, στο... μυαλό της διοίκησης της Εθνικής Τράπεζας είναι ένα ευρύτερο σχέδιο οικειοθελούς αποχώρησης, που θα δίνει κίνητρα για μεγαλύτερη συμμετοχή, η οποία ιδανικά θα μπορούσε να φτάσει ή και να ξεπεράσει τους 2.000 εργαζόμενους.
Όσο για τον χρονικό ορίζοντα εφαρμογής του σχεδίου, οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι όλα θα είναι έτοιμα τον επόμενο μήνα με αποτέλεσμα να εκτιμάται ότι το πρόγραμμα θα «τρέξει» μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου. Στην παρούσα φάση το πλάνο της εθελούσιας βρίσκεται σε στάδιο μελέτης, καθώς όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας, κ. Λεωνίδας Φραγκιαδάκης, είναι «πολύ σημαντικό να γίνει προσεκτικά και με τρόπο που θα εξυπηρετεί όλους όσοι επιλέξουν να συμμετέχουν».
Ο κ. Φραγκιαδάκης, μάλιστα, τόνισε ότι η εθελούσια θα γίνει με γνώμονα την ελαχιστοποίηση της διαταραχής των λειτουργιών της τράπεζας και με απόλυτη εστίαση στους ανθρώπους της και στη διαφύλαξη της κουλτούρας της. Η μελέτη του σχεδίου έχει ανατεθεί από τη διοίκηση της ΕΤΕ σε εξειδικευμένη εταιρεία και αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί περί τα μέσα Μαΐου.
Το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου που θα εφαρμόσει η Εθνική πριν από το καλοκαίρι συμπληρώνεται από τη γενικότερη αναμόρφωση του λειτουργικού μοντέλου της τράπεζας που στοχεύει στην ενίσχυση της αποδοτικότητας. Το κόστος και η αποδοτικότητα είναι οι δύο παράγοντες που θα κρίνουν τις λεπτομέρειες του σχεδίου, ωστόσο σημειώνεται ότι η Εθνική έχει ήδη λάβει πρόβλεψη ύψους 118 εκατ. ευρώ για την εθελουσία.
Στο μεταξύ, η αναδιάρθρωση στο οργανόγραμμα έχει ξεκινήσει, όπως ανέφερε το Liberal.gr, από τη διοίκηση με κατάργηση ορισμένων διευθύνσεων και αλλαγές προσώπων, ενώ μέσα στο επόμενο δίμηνο αναμένεται να επεκταθεί, φτάνοντας σταδιακά σε όλα τα στρώματα. Στόχος είναι η απλοποίηση των διαδικασιών και βέβαια ο περιορισμός του κόστους.
Τα «3Κ» που θα κρίνουν την επόμενη ημέρα
Ο περιορισμός του κόστους είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που θα κρίνει την πορεία της Εθνικής Τράπεζας στην προσπάθειά της να επιστρέψει και να διατηρηθεί σε βιώσιμη κερδοφορία. Το κόστος, λοιπόν, είναι ένα από τα τρία «Κ», ήτοι τους τρεις στόχους που μαζί με την ψηφιοποίηση της τράπεζας αποτελούν τις βασικές προτεραιότητες της διοίκησης. Τα άλλα δύο είναι η κερδοφορία και τα «κόκκινα» δάνεια.
Για την ενίσχυση της κερδοφορίας, η τράπεζα στοχεύει στην αύξηση των εσόδων μέσω της βελτίωσης της απόδοσης προμηθειών, της επέκτασης των σχέσεων με τους πελάτες και της προώθησης της χρήσης των προϊόντων στους πελάτες που τα έχουν ανάγκη, «διαβάζοντάς τους καλύτερα» και όντας πιο ενεργοί στην προσέλκυσή τους, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Φραγκιαδάκης σε μήνυμά του προς το προσωπικό της τράπεζας.
Σε ότι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, η πιο επιθετική διαχείρισή τους θεωρείται καθοριστικής σημασίας όχι μόνο για τις ίδιες τις τράπεζες αλλά και για την οικονομία γενικότερα. Αναμένεται, βέβαια, η συμφωνία με τους δανειστές για το πλαίσιο πώλησης των δανείων σε funds, με το κουαρτέτο να ασκεί πιέσεις για… πλήρη απελευθέρωση.
Όπως όλες οι τράπεζες, έτσι και η Εθνική θέλει να ενδυναμώσει τις λειτουργίες χειρισμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων και να αναζητήσει ευκαιρίες για πιο ριζικές, μακροχρόνιες και αποτελεσματικές λύσεις. Κεντρικός άξονας της διαχείρισης θα είναι τα επιχειρηματικά δάνεια, στα οποία όπως εκτιμά η πρόεδρος της ΕΤΕ κ. Λούκα Κατσέλη, η αποτελεσματική διαχείριση μπορεί να συντελέσει στη βιωσιμότητα με πολλαπλούς τρόπους.
«Η απελευθέρωση κεφαλαίων τα οποία είναι σήμερα δεσμευμένα για την απορρόφηση τυχόν ζημιών και η διοχέτευσή τους στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας αποτελεί κινητήριο δύναμη για την τόνωση των επενδύσεων, την επανεκκίνηση βιώσιμων επιχειρηματικών μονάδων και την αύξηση της παραγωγικότητας» ανέφερε την περασμένη Παρασκευή η κ. Κατσέλη. Σύμφωνα με την ίδια, η βιώσιμη ρύθμιση καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων επιτρέπει την επανένταξή δανειοληπτών στην οικονομία και σε μια κανονική τραπεζική συμπεριφορά.