Του Γιώργου Φιντικάκη
Κορυφώνεται το πρόβλημα ρευστότητας για την ΔΕΗ σε μια χρονιά εξαιρετικά επιβαρυμένη από πληρωμές τόκων και δανείων, και ενώ οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, δεν λένε να μειωθούν.
Το στίγμα αυτό στέλνει μέσω της ανακοίνωσης των οικονομικών αποτελεσμάτων της ΔΕΗ για το 2016 ο επικεφαλής της Μανώλης Παναγιωτάκης, αναγνωρίζοντας ότι οι αντοχές της περιορισμένης της ρευστότητας εξαντλούνται επικίνδυνα.
Αν και δεν παρέχονται στοιχεία για την πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών, τα νέα δεν είναι ιδιαίτερα καλά, αφού όπως λέει ο επικεφαλής της Μ. Παναγιωτάκης "σημαντικός αριθμός πελατών αποφεύγουν να εξοφλήσουν τις οφειλές τους, ενώ και η εξόφληση των τρεχόντων λογαριασμών παρουσιάζει υστέρηση", με αποτέλεσμα η εταιρεία να προσφεύγει για την αύξηση της εισπραξιμότητας σε υπηρεσίες εξειδικευμένων συμβούλων. Στα παραπάνω πρέπει να προσθέσει κανείς την χρέωση προμηθευτή για την κάλυψη των ελλειμμάτων του ΕΛΑΠΕ που ισχύει από πέρυσι, και αναμένεται ως το τέλος του 2017 να επιβαρύνει την ΔΕΗ με 300 εκατ. ευρώ, και τα 70 εκατ. ευρώ από την ενεργειακή κρίση Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου.
Σαν αποτέλεσμα η ΔΕΗ χρωστά παντού, οι πάσης φύσεως ληξιπρόθεσμες οφειλές της προς τρίτους αυξήθηκαν πέρυσι στα 759 εκατ. ευρώ από 575 εκατ. ευρώ το 2015, και σε μια προσπάθεια διαχείρισης του προβλήματος "ρευστότητα", η εταιρεία πληρώνει υποχρεώσεις κατά προτεραιότητα.
Στα θετικά νέα είναι ότι η λειτουργική της κερδοφορία αυξήθηκε πέρυσι σε 1,06 δισ. ευρώ από 828 εκατ. ευρώ το 2015, κυρίως λόγω της μείωσης των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις εξαιτίας της επιτυχίας του προγράμματος διακανονισμού οφειλών σε 36 δόσεις, το γεγονός αυτό ωστόσο είναι από τα λίγα θετικά της περυσινής χρονιάς. Ακόμη όμως και οι προβλέψεις, παρ'' ότι έπεσαν στα 438 εκατ. ευρώ έναντι 950 εκατ. ευρώ το 2015, εντούτοις παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, ειδικά αν συγκριθούν με τα προ κρίσης επίπεδα, όταν δεν ξεπερνούσαν τα 100 εκατ. ευρώ ετησίως.
Το μερίδιο της ΔΕΗ στην αγορά λιανικής ναι μεν μειώθηκε πέρυσι κατά περίπου 5%, η πτώση όμως ήταν μικρότερη από τις μνημονιακές προβλέψεις, και εξηγεί ως ένα βαθμό την πίεση των δανειστών για δομικά μέτρα, δηλαδή πώληση μονάδων. Συνακόλουθα, και σε συνδυασμό με την έκπτωση 15% στους συνεπείς πελάτες που ακολουθεί η ΔΕΗ από τον περασμένο Ιούλιο, ο τζίρος της μειώθηκε κατά 8,3% έναντι του 2015, και διαμορφώθηκε σε 5,25 δισ. έναντι 5,73 δισ. ευρώ πρόπερσι.
Χρονιά αυξημένων υποχρεώσεων
Και ενώ τα ταμεία στεγνώνουν, η ΔΕΗ καλείται φέτος να πληρώσει 850 εκατ. ευρώ σε χρεολύσια και τόκους, και να καταβάλει 650 εκατ. ευρώ για συμβολαιοποιημένες επενδύσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που το 2017 χαρακτηρίζεται ως χρονιά ιδιαίτερα αυξημένων υποχρεώσεων, ενώ αν στα παραπάνω συνυπολογίσει κανείς και "την απώλεια ρευστότητας λόγω των δημοπρασιών ενέργειας ΝΟΜΕ, το πρόβλημα της μειωμένης ταμειακής ρευστότητας βρίσκεται σήμερα στην κορύφωσή του", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Παναγιωτάκης. Αν ελπίζει κάπου η ΔΕΗ είναι στην ολοκλήρωση της διαδικασίας πώλησης του 49% του ΑΔΜΗΕ, από την οποία περιμένει ούτε λίγο ούτε πολύ πάνω από 600 εκατ. ευρώ, συν άλλα 93 εκατ. ευρώ από επιστροφή κεφαλαίου (πάντα εκ μέρους του ΑΔΜΗΕ).
Αν και οι πιστωτές φαίνεται να έχουν απορρίψει το σχέδιο για την δημιουργία από την ΔΕΗ εταιρειών με πώληση πελατολογίου προς τον ανταγωνισμό, ο κ. Παναγιωτάκης επισημαίνει ότι έχει ήδη αρχίσει η εργασία για την σύσταση της πρώτης τέτοιας θυγατρικής.
Επίσης, με δεδομένη την πώληση μονάδων, ο κ. Παναγιωτάκης αναφέρει ότι η εταιρεία δρομολογεί την κατάρτιση ενός στρατηγικού σχεδίου για την ΔΕΗ του αύριο, "ώστε να εκπληρωθεί ο διακηρυγμένος μας στόχος για ΔΕΗ μικρότερη μεν στον τομέα ηλεκτρισμού στην Ελλάδα, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη ως εταιρεία με νέα προϊόντα και υπηρεσίες".
Ήδη, η ΔΕΗ, βιώνει τις επιπτώσεις της νέας αυτής εποχής, καθώς πέρυσι η λιγνιτική παραγωγή μειώθηκε κατά 23% σε σχέση με το 2015, και κινήθηκε σε ιστορικά χαμηλά, με αρνητική επίπτωση στη κερδοφορία και τη ρευστότητά.
Όσο για το καθαρό χρέος της μητρικής εταιρείας, διαμορφώθηκε πέρυσι στα 4,38 δις. ευρώ, μειωμένο κατά 172 εκατ. ευρώ, δεδομένου ότι αποπληρώθηκαν δάνεια ύψους 382 εκατ. ευρώ, και αντλήθηκαν κεφάλαια 145 εκατ. ευρώ.
Διαβάστε ακόμα: