Τι θα συμβεί του χρόνου στον ελληνικό τουρισμό εφόσον το 2ο κύμα πανδημίας είναι ισχυρότερο από το πρώτο αλλά εμβόλιο έχουμε όχι πριν την Άνοιξη του 2021; Τι θα γίνει αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις ότι δεν έχουμε δει παρά την κορυφή του παγόβουνου της οικονομικής κρίσης; Τι συνεπάγεται η χειρότερη μεταπολεμικά ύφεση σε μείωση εισοδημάτων για τους εν δυνάμει επισκέπτες μας; Εφόσον συμβούν τα παραπάνω δεν θα αλλάξει και η συμπεριφορά των ταξιδιωτών; Τι θα απαιτήσουν ως ένα ελάχιστο επίπεδο διασφάλισης της υγείας τους στις μονάδες που θα τους φιλοξενήσουν; Ποιοι ελληνικοί προορισμοί τηρούν τέτοια υψηλά στάνταρ ασφάλειας; Ποιες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις μπορούν να τα υποστηρίξουν;
Στα παραπάνω ερωτήματα, απαντήσεις δεν υπάρχουν. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο τουρισμός θα πρέπει να προσαρμοστεί σε μια νέα κατάσταση. Και δεν μιλάμε μόνο για τα ξενοδοχεία. Είναι οι tour operators, οι αερομεταφορές, η κρουαζιέρα, η εστίαση, το yachting. Από τη βιομηχανία αυτή επίσης διαβιεί ένα σύνολο άλλων βιομηχανιών όπως οι κατασκευές, οι υπηρεσίες (τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής κ.λπ.), η ένδυση κ.ά.
Το ένα λοιπόν ερώτημα είναι τι θα συμβεί φέτος. Το δεύτερο αφορά το 2021, το οποίο σε τουριστικούς όρους απέχει μόλις 4- 4,5 μήνες. Τότε, στα τέλη Δεκεμβρίου, ξεκινούν οι συμφωνίες της τουριστικής βιομηχανίας με τους tour operators για την επόμενη σεζόν. Τότε κλείνονται οι συμφωνίες και τα πρώτα πακέτα. Έστω ότι λόγω COVID19 οι συμφωνίες αυτές μετατίθενται για λίγο πιο μετά. Ακόμη και αυτό να συμβεί, το πολύ να παραταθούν για τρεις μήνες. Δηλαδή οι κρατήσεις να γίνουν μέσα στο α’ τρίμηνο του 2021. Ωστόσο, με βάση τις εκτιμήσεις των λοιμοξιωλόγων θεωρείται απίθανο να έχει υπάρξει μέχρι τότε το εμβόλιο και κυρίως να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία εμβολιασμού του πληθυσμού. Στην καλύτερη περίπτωση εμβόλιο θα έχουμε την επόμενη Ανοιξη.
Εδώ εδράζονται και οι ανησυχίες πολλών ανθρώπων του χώρου. Ο φόβος είναι ότι όχι μόνο η παρούσα σεζόν, αλλά και η επόμενη έχει μεγάλες πιθανότητες να βρεθεί στον ίδιο παρονομαστή με τον φετινό.
Σε μια δηλαδή συγκυρία όπου το επικείμενο δεύτερο κύμα του κορονοϊου, εξανεμίζει το όποιο θετικό κεφάλαιο συσσώρευσε η κυβέρνηση από το πρώτο. Τα διθυραμβικά δημοσιεύματα και οι παρουσιάσεις του ξένου τύπου για το ασφαλές τουριστικό καταφύγιο που λέγεται Ελλάδα περισσεύουν, αλλά τα ταξίδια και οι τουρίστες στη χώρα μας λιγοστεύουν.
Το ρίσκο της διαβίωσης σε καραντίνα σε μια ξένη χώρα και ενδεχομένως το αυξημένο κόστος διαμονής (λόγω μέτρων προφύλαξης, ειδικών συνθηκών φαγητού κ.λπ.) παγώνουν τα οποιαδήποτε σχέδια για διεθνείς εξορμήσεις. Αυτό φάνηκε καθαρά στις συνοριακές εισόδους της χώρας στην Βαλκανική, όπου όταν η χώρα ζήτησε αποδείξεις για αρνητικό τεστ Covid-19 τριών ημερών, οι διελεύσεις αυτοκινήτων με παραθεριστές μειώθηκαν απότομα.
Eνα ερώτημα εδώ είναι τι θα συμβεί εφόσον επαληθευτούν οι εκτιμήσεις των ειδικών ότι ακόμη και αν βρεθεί το εμβόλιο, ο παγκόσμιος πληθυσμός δεν θα μπορεί να προστατευτεί εντελώς από το να μην νοσήσει. Ερώτημα που βάζει δυναμικά στην συζήτηση το είδος του τουρισμού που πρέπει να αποκτήσουμε ως χώρα. Ενός τουρισμού μάλλον λιγότερου μαζικού ο οποίος θα δίνει έμφαση στην ασφάλεια και στην προστασία των επισκεπτών στο ενδεχόμενο να ασθενήσουν. Ενός δηλαδή προϊόντος που απαιτεί περισσότερες επενδύσεις απ' όσες μπορεί να αντέξει η μέση ελληνική τουριστική επιχείρηση. Τούτο με την σειρά του σημαίνει ότι τμήμα από τις περίπου 9.000 σημερινές τουριστικές μονάδες της χώρας, ως επί τω πλείστων οικογενειακές, θα μείνει σταδιακά εκτός αγοράς.
Πολλώ δε μάλλον εκείνες που βαρύνονται με κόκκινα δάνεια. Έρευνα της Τράπεζας της Ελλάδος έδειξε ότι περίπου 1 στα 3 δάνεια του κλάδου του τουρισμού καταγράφεται ως ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενο δάνειο) παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα και την ανοδική πορεία του κλάδου τα τελευταία χρόνια.
Το γεγονός ότι ένας κλάδος που κάλπαζε τα προηγούμενα χρόνια, καταρρίπτοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, εμφανίζει τέτοια εικόνα, με πάνω από το 30% των δανείων να μην εξυπηρετούνται κανονικά, αφενός δείχνει την επείγουσα ανάγκη αναδιάρθρωσης, αφετέρου όμως, ακόμη και αν αυτό συμβεί, τα ερωτήματα παραμένουν.
Αν σήμερα οι δυνητικοί επισκέπτες φοβούνται την ταλαιπωρία που θα υποστούν σε πτήσεις και σε ξενοδοχεία, τι θα τους κάνει να μην αισθάνονται τον ίδιο του χρόνου; Εφόσον μάλιστα στο κακό αυτό σενάριο, πληθύνουν τα σημάδια περιορισμού του διαθέσιμου εισοδήματός τους;
Το παγόβουνο της ύφεσης που προκαλεί ο Covid-19 στην τουριστική βιομηχανία είναι αντεστραμμένο και κατά κύριο λόγο βυθισμένο στο νερό. Φαίνεται μόνον η μύτη του.