Του Βασίλη Γεώργα
Μπερδεμένο κουβάρι παραμένουν οι συζητήσεις για την ελληνική αξιολόγηση πέντε ημέρες μετά την διακοπή των διαπραγματεύσεων στην Αθήνα και τη μεταφορά τους στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Παρότι όλες οι πλευρές πασχίζουν να καθησυχάσουν ότι το ελληνικό πρόγραμμα δεν απειλείται με κρίση, το μόνο σαφές στίγμα είναι πως τόσο το ΔΝΤ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένουν μέχρι στιγμής αμετακίνητοι στις αρχικές θέσεις τους τραβώντας εκατέρωθεν το σκοινί σε μια διελκυστίνδα με άξονα το ελληνικό χρέος που για την Αθήνα θα σημάνει στο τέλος είτε «μισή συμφωνία» και διατήρηση της ασφυξίας, είτε άμεση λήψη επιπρόσθετων μέτρων τουλάχιστον 2,7 δισ. ευρώ και πολιτικά δύσκολα διαχειρίσιμες αποφάσεις στο ασφαλιστικό, το φορολογικό και το εργασιακό οι οποίες κατ' ουσίαν παραπέμπουν στην υπογραφή ενός νέου προγράμματος.
Το ΔΝΤ που αποτελεί αυτή τη στιγμή τον καθοριστικό παίκτη στην παρτίδα, δείχνει ότι θα εμμείνει μέχρι τέλους στη στάση του ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Κατά συνέπεια για να θεωρήσει ρεαλιστικούς τους στόχους του προγράμματος εφόσον δεν συμφωνηθεί πολύ μεγάλη αναδιάρθρωση, θα πρέπει η Αθήνα να λάβει συνολικά και διαφορετικού τύπου μέτρα ίσα με το 4,5% του ΑΕΠ ανεβάζοντας τον συνολικό λογαριασμό σε περίπου 8 δισ. ευρώ. Ο Πωλ Τόμσεν επανέλαβε μονότονα τις θέσεις του Ταμείου στις χθεσινές τοποθετήσεις του πετώντας ουσιαστικά το μπαλάκι στην ευρωζώνη με το μήνυμα πως αν θέλει να διασφαλίσει τη συμμετοχή του Ταμείου ως χρηματοδότη και να αντιμετωπιστεί η εμπλοκή, θα πρέπει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να βρουν τις λύσεις ώστε η Ελλάδα να πιεστεί προκειμένου να έρθει «στα μέτρα» του ΔΝΤ με βαθύτερες διαρθρωτικές παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό, το φορολογικό.
Υπό τις παρούσες συνθήκες το σενάριο αυτό μοιάζει αυτή τη στιγμή λιγότερο πιθανό σε σχέση με εκείνο της συμβιβαστικής και πιο εύκολα διαχειρίσιμης λύσης για να ξεμπλοκάρει η αξιολόγηση, όπως είναι αυτή της ολιγόμηνης παραμονής του ΔΝΤ σε ρόλο τεχνικού συμβούλου μέχρι να περάσει η καταιγίδα του βρετανικού δημοψηφίσματος και η πρόκληση των γερμανικών εκλογών του 2017.
Ο κίνδυνος, όμως, να συρθεί η Ελλάδα για μια ακόμη φορά μέχρι το «παρά ένα» της χρεοκοπίας αν δεν υπάρξει κοινός τόπος τόσο μεταξύ των δανειστών όσο και με την Ελλάδα τις επόμενες εβδομάδες, είναι παραπάνω από ορατός και όλες οι πλευρές έχουν ήδη προϊδεάσει για μια τέτοια εξέλιξη.
Ο Πολ Τόμσεν άφησε πάντως ανοιχτό το σενάριο της «μισής λύσης» (γρήγορη αξιολόγηση χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ ως χρηματοδότη), λέγοντας πως εφόσον η Ευρωπαίοι και η Ελλάδα θέλουν να τηρήσουν το πρόγραμμα που προβλέπει στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 (και συνεπώς πολύ μικρότερη αναδιάρθρωση χρέους), «το ΔΝΤ θα το αποδεχθεί», υπό τον όρο ότι θα έχει λόγο στα μέτρα για το τυχόν δημοσιονομικό κενό που θα προκύπτει. Το Ταμείο έχει καταστήσει σαφές σε όλους τους τόνους ότι θεωρεί ως εφικτό τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,5% του ΑΕΠ το 2018, ενώ έχει παράλληλα στα χέρια του την Έκθεση Φερεγγυότητας του χρέους, την οποία η Ευρώπη σε κάθε περίπτωση είναι υποχρεωμένη να λάβει σοβαρά υπόψη της όταν αυτή δημοσιοποιηθεί. Όλοι γνωρίζουν πως ενδεχόμενο αρνητικό «πιστοποιητικό βιωσιμότητας», θα κρατήσει μακριά από τις αγορές την Αθήνα για πολύ καιρό ακόμη.
Η ευρωπαϊκή πλευρά των δανειστών (αλλά και η Αθήνα), επιμένει στην γραμμή ότι δεν είναι τώρα αναγκαία η λήψη μέτρων για την διασφάλιση του ελληνικού χρέους. Με τον τρόπο αυτό εμφανίζεται να κλείνει τη μισή πόρτα στο ΔΝΤ παρότι την ίδια στιγμή η Ευρώπη το προσκαλεί να παραμείνει στο πρόγραμμα ως «ζωτικής σημασίας» (Ντάισελμπλουμ) και «απαραίτητος για τη Γερμανία» (Σόιμπλε) εταίρος του προγράμματος.
Πηγές από το ευρωπαϊκό σκέλος των θεσμών δεν υποτιμούν τις συζητήσεις που διεξάγονται αυτές τις μέρες στην Ουάσιγκτον. Αντιθέτως θεωρούν ότι είτε γεφυρώσουν τις διαφορές είτε όχι, θα καθορίσουν το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων για την αξιολόγηση που αναμένεται να ξεκινήσουν εκ νέου την ερχόμενη Δευτέρα ή Τρίτη στην Αθήνα, και θα σηματοδοτήσουν τις πολιτικές αποφάσεις από το τακτικό (22 Απριλίου) Eurogroup ή κάποιο έκτακτο που η ελληνική πλευρά ευελπιστεί ότι θα συγκληθεί προς τα τέλη του μήνα ή τις αρχές Μαΐου.