Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Ενώ η συζήτηση σε διεθνές επίπεδο εστιάζεται στην αλλαγή που έχει επιφέρει η εμπορική διένεξη ΗΠΑ-Κίνας, αυξάνονται τα προειδοποιητικά σινιάλα για τις επιπτώσεις της πολυετούς χαλαρής νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, καθώς εκατομμύρια επιχειρήσεις παραμένουν σε κατάσταση «ζόμπι» και ο αριθμός συνεχώς αυξάνεται, απειλώντας την ισορροπία του συστήματος. Ως επιχειρήσεις-ζόμπι θεωρούνται όσες έχουν σταματήσει να επενδύουν και να αναπτύσσονται, είναι μη παραγωγικές και διαρκώς ζημιογόνες, προκαλώντας ρήγματα στη ραχοκοκαλιά της εκάστοτε οικονομίας.
Το φαινόμενο των επιχειρήσεων-ζόμπι το οποίο παρατηρείται πολύ πριν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, δεν ευθύνεται για τα υφιστάμενα δεινά της παγκόσμιας οικονομίας και το περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης και πληθωρισμού. Αποτελεί ωστόσο μία βραδυφλεγή βόμβα που αν σκάσει θα συμπαρασύρει ότι βρει μπροστά του, ενώ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ελλάδας, όπου η οικονομία δεν μπορεί να επιτύχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης όσο τα «κόκκινα» δάνεια – και κυρίως τα επιχειρηματικά - παραμένουν στα επίπεδα του 40%.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, το ποσοστό των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων διαμορφώνεται σε 40,4%, με τον δείκτη για το χαρτοφυλάκιο τόσο των ελεύθερων επαγγελματιών και πολύ μικρών επιχειρήσεων όσο και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων να παραμένει ιδιαίτερα υψηλός (64,2% και 55,3% αντίστοιχα). Καλύτερες επιδόσεις παρατηρούνται στο χαρτοφυλάκιο των μεγάλων επιχειρήσεων (22,4%) και στο χαρτοφυλάκιο των ναυτιλιακών δανείων (17,4%).
Ας επιστρέψουμε σε διεθνές επίπεδο, όπου η λογική λέει ότι τα μηδενικά επιτόκια που κυριαρχούν στις ανεπτυγμένες οικονομίες διατηρούν στη ζωή επιχειρήσεις που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να έχουν κλείσει. Επιχειρήσεις που δεν παράγουν τα αναμενόμενα και παραμένουν εν ζωή υπό τη μηχανική υποστήριξη των τραπεζών ή των αγορών (απεγνωσμένοι για αποδόσεις επενδυτές επενδύουν παντού). Όσο οι εταιρείες αυτές συνεχίσουν να λειτουργούν επιβαρύνουν την οικονομία καθώς δεσμεύουν εργατικό δυναμικό και κεφάλαια που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν καλύτερα προς όφελος του συνόλου της οικονομίας.
Συχνά, μάλιστα, τα «ζόμπι» συνεργάζονται με τράπεζες που αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα, κι έτσι πυροδοτείται ένας φαύλος κύκλος που απειλεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS) και της Oxford Economics, από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 το ποσοστό των εταιρειών-ζόμπι συνεχώς αυξάνεται. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε από το 1996 έως το 2003 και από το 2008 έως σήμερα. Το ποσοστό των ζόμπι μεταβάλλεται συνήθως παράλληλα με τον οικονομικό κύκλο, όμως η άνοδος δείχνει να είναι διαρθρωτικής φύσεως έως ένα βαθμό. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι το ποσοστό αυξάνεται από το 2008 έως σήμερα, παρά το ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα σταθερά μειώνεται.
Στη Μ. Βρετανία, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι 1 στις 7 επιχειρήσεις είναι ζόμπι καθώς αντιμετωπίζουν σημαντικά οικονομικά προβλήματα και συνεχίζουν να λειτουργούν εξαιτίας των χαμηλών επιτοκίων, προκαλώντας ένα είδος στρέβλωσης, όπως έδειξε έρευνα της KPMG το 2019. Με βάση τον ορισμό που δίνει ο ΟΟΣΑ, μία επιχείρηση θεωρείται ζόμπι όταν λειτουργεί για τουλάχιστον 10 χρόνια και δεν έχει εμφανίσει επαρκή λειτουργικά κέρδη για να καλύψει τις πληρωμές τοκοχρεολυσίων για τρία διαδοχικά έτη.
Υπάρχει λύση;
Όπως σημειώνουν αναλυτές της Oxford Economics, λύση δεν είναι να «σφαγιαστούν» όλα οι επιχειρήσεις-ζόμπι για να «καθαρίσει» η οικονομία. Πρώτον, γιατί αν οι αρμόδιες αρχές προσπαθήσουν να βάλουν όλες τις επιχειρήσεις ζόμπι σε ένα «τσουβάλι» είναι δεδομένο ότι θα παρασυρθούν στην άβυσσο και «καλές» επιχειρήσεις. Διότι είναι δύσκολο πολλές φορές να ξεχωρίσει κανείς μια επιχείρηση που πραγματικά είναι «ζόμπι» από μία άλλη που βρίσκεται σε σταδιακή μετάβαση προς λειτουργική κερδοφορία.
Επιπλέον, ενώ το «λουκέτο» σε επιχειρήσεις-ζόμπι θα έχει θετικές συνέπειες για την οικονομία, αν αυτό γίνει γενικευμένα και οι πόροι που ελευθερώνονται δεν αξιοποιηθούν σε καλύτερες χρήσεις, τότε ο «θάνατος» των εταιρειών αυτών θα έχει προκαλέσει αύξηση της ανεργίας και άλλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα με αποτέλεσμα το τελικό ισοζύγιο για την οικονομία να είναι αρνητικό.
Για να μην μεταδοθεί ο ιός των ζόμπι σε ολόκληρη την οικονομία, αναλυτές εκτιμούν ότι θα πρέπει να ενισχυθούν οι προσπάθειες βελτίωσης της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών και ταυτόχρονα να σταματήσουν οι τράπεζες να ανανεώνουν δάνεια που ποτέ δεν θα εξοφληθούν. Από κει και πέρα, θα χρειαστεί να αξιοποιηθεί το κατάλληλο μείγμα δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής για να περιοριστούν οι παράπλευρες επιπτώσεις της αύξησης των εταιρειών-ζόμπι. Αξιοσημείωτο είναι το παράδειγμα της Δανίας, όπου το ποσοστό των εταιρειών ζόμπι μειώνεται παρά τα πολύ χαμηλά επιτόκια γιατί το πτωχευτικό δίκαιο είναι τέτοιο που προβλέπει γρήγορες διαδικασίες πτώχευσης και εξυγίανσης.