Με καλές προϋποθέσεις θα ξεκινήσει το 2020 η ελληνική οικονομία προκειμένου να επιτευχθεί ο αναπτυξιακός στόχος του 2,8% αναφέρει το δελτίο οικονομικών εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. Παράλληλα, επισημαίνει πως τα χρέη των προηγούμενων ετών «καταπίνουν» το εισόδημα των νοικοκυριών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν τον Δεκέμβριο του 2019, η οικονομία της χώρας δεν επηρεάζεται αρνητικά από τις εξωτερικές πιέσεις, ωστόσο ο ρυθμός ανάπτυξης είναι λίγο μεγαλύτερος ή και ανάλογος με τα επίπεδα του 2018.
Την αναθεώρηση των επιδόσεων του α΄ εξαμήνου του 2019 από 1,5% σε 2,1% ετησίως, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ενισχύει η αντίστοιχη μεγέθυνση κατά 2,3% το γ΄ τρίμηνο του έτους, με την προϋπόθεση το ΑΕΠ να αυξηθεί κατά 1,5% το δ΄ τρίμηνο προκειμένου να επιτευχθεί ο επίσημος στόχος για 2% το 2019.
Όπως αναφέρει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, μετά από μια 10ετία οικονομικής κρίσης «είναι λογικό η αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας να παραμένει ποιοτικά εύθραυστη και εξωτερικά ευάλωτη. Εύθραυστη γιατί στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές και τον τουρισμό, αλλά και στην αναθέρμανση του χώρου των κατασκευών και όχι τόσο στις επενδύσεις ή την ιδιωτική κατανάλωση που παραμένουν χωρίς δυναμική. Από την άλλη πλευρά, όσο συνεχίζεται η διεθνής οικονομική επιβράδυνση αλλά και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι την "κρατούν" ευάλωτη».
Σύμφωνα με τους επιστήμονες του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, τρεις είναι οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να μπει η ελληνική οικονομία σε τροχιά αναπτυξιακής δυναμικής χωρίς αποκλεισμούς:
- Η αύξηση των θέσεων πλήρους απασχόλησης
- η υλοποίηση σημαντικού όγκου ιδιωτικών και δημόσιων επενδύσεων, και κυρίως
- ο μετασχηματισμός του παραγωγικού υποδείγματος της χώρας μας.
Ωστόσο, η ελληνική οικονομία, παρά την προσωρινή ρύθμιση και βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παραμένει αιχμάλωτη στην παγίδα του ιδιωτικού χρέους, αναφέρει το δελτίο του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, καθότι παρατηρείται και πάλι επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, αφού το παγκόσμιο ΑΕΠ από 3,5% το 2018 αναμένεται να αυξηθεί μόλις 2,9% το 2019 και το 2020, με εμφανή τα σημάδια σε όλες τις μεγάλες οικονομίες.
Προπομπός της οικονομικής επιβράδυνσης είναι το διεθνές εμπόριο, το οποίο τους τέσσερις τελευταίους μήνες παρουσιάζει σταθερή κάμψη.
Τα χρέη «καταπίνουν» το εισόδημα των νοικοκυριών
Στην Ελλάδα, η ιδιωτική κατανάλωση τη διετία 2017-2018 αυξήθηκε 1% ετησίως για να υποχωρήσει σε 0,2% το 9μηνο του 2019 παρά την επιτάχυνση της αύξησης της απασχόλησης στο 8μηνο, τις φορολογικές ελαφρύνσεις, την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου.
Αν και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε 5% το α΄ εξάμηνο, η ιδιωτική κατανάλωση περιορίστηκε σε 0,4%.
Οι υψηλές υποχρεώσεις και οι ρυθμίσεις όσων από αυτές δεν εξυπηρετούνται υπό την πίεση των κατασχέσεων και πλειστηριασμών φαίνεται πως απορρόφησαν την όποια αύξηση του διαθέσιμου των νοικοκυριών.
Το 2018 και το α΄ εξάμηνο του 2019 το διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται ταχύτερα της κατανάλωσης.
Όπως αναφέρει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, έρευνα των ΣΕΛΠΕ-ELTRUN δείχνει ότι το 44% του μηνιαίου εισοδήματος των νοικοκυριών πηγαίνει σε πληρωμές λογαριασμών και φόρων, καθώς την τελευταία διετία (Νοέμβριος 2017-Νοέμβριος 2019) προγραμματίστηκαν μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας 45.138 πλειστηριασμοί και διενεργήθηκαν 31.481 σύμφωνα με την ΑΑΔΕ.
Εκτιμάται ότι η ιδιωτική κατανάλωση είναι και θα παραμείνει τουλάχιστον και το 2020 δέσμια του βάρους ανειλημμένων χρεών.